«Η Τουρκία είναι μία μεγάλη αγορά καθώς πρόκειται να φθάσει σύντομα τους 85 εκατομμύρια καταναλωτές», ενώ «έχει σημειώσει την μεγαλύτερη αύξηση στην ενεργειακή ζήτηση τις τελευταίες δύο δεκαετίες ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ».
Όπως δήλωσε ο κ. Ozugergin «η θέση μας δεν έχει τίποτα το παράδοξο ή το εχθρικό. Διαφοροποιούμε τις ενεργειακές πηγές και διαδρομές, συνεισφέρουμε στην ασφάλεια της ενεργειακής προμήθειας ασφάλεια και σταθερότητα, ενώ προσφέρουμε σύντομες, οικονομικές, ασφαλείς και βιώσιμες διαδρομές». «Αυτό που είναι θετικό για την Τουρκία, είναι θετικό για την Ευρώπη και για τα Βαλκάνια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Η ενέργεια θα μπορούσε και πρέπει να είναι πεδίο συνεργασίας και όχι σύγκρουσης », ανέφερε ο πρέσβης, επισημαίνοντας ότι «ήδη Ελλάδα και Τουρκία έχουν στενή συνεργασία μέσω του TANAP και του ΤΑP».
«Όταν οι χώρες συνεργάζονται σε ενεργειακά έργα, αυτό είναι θετικό, αλλά και το αντίθετο είναι μία πραγματικότητα», είπε. Και συνέχισε λέγοντας: «Είναι αυτό που οι κοινωνικές επιστήμες ονομάζουν “o φόβος της παραμέλησης”, που αναδύεται όταν οι χώρες αισθάνονται αδικημένες ή παραμελημένες».
«Τα αποθέματα στο νησί της Κύπρου είναι μία τέτοια περίπτωση» τόνισε ο κ. Ozugergin, προσθέτοντας ότι και «το ίδιο το ζήτημα της Κύπρου παραμένει άλυτο, και δεν έχει διευθετηθεί». Όπως είπε, «η θέση της Ελληννοκυπριακής πλευράς στις εξορύξεις παραβιάζει τα δικαιώματα της Τουρκίας».
Τόνισε ότι: «Οι Τούρκοι και οι Τουρκοκύπριοι ενεργά συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού από τη δεκαετία του 1960, όμως οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν εξαιτίας της έλλειψης πολιτικής βούλησης. Όμως δεν έχουν χαθεί όλα. Οποιαδήποτε επίλυση του ζητήματος πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσω διαπραγματεύσεων και με win – win προτάσεις», είπε.
Και πρόσθεσε ότι «κάθε λύση θα έπρεπε να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικότητες που έχουν διαμορφωθεί στο νησί και να μην προσπαθεί να τις λυγίσει».
«Οι υδρογονάνθρακες μπορούν να είναι μέρος της λύσης και να οικοδομήσουν εμπιστοσύνη ανάμεσα στις δύο κοινότητες», δήλωσε ο κ. Ozugergin.
«Μπορούμε να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας και οφείλουμε να το κάνουμε, γιατί είμαστε γείτονες και σύμμαχοι. Είναι πολύ πιο λογικό να αντιμετωπίσουμε τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της πανδημίας αντί να αντιμετωπίζουμε ο ένας τον άλλο, καθώς υπάρχουν πολλοί δίαυλοι επικοινωνίας και συνεννόησης μεταξύ των δύο χωρών, ενώ η διεθνείς νομοθεσία μας καθοδηγεί», ανέφερε.
Όπως είπε, κλείνοντας, «χρειάζεται να είμαστε υπομονετικοί, συναινετικοί και ειδικά ειλικρινείς. Τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr