Πρόκειται για τη δεύτερη παρέμβαση του Χάρη Μαμουλάκη για το ίδιο ζήτημα σε διάστημα τριών μηνών - είχε προηγηθεί τον Οκτώβριο του ’20 Ερώτησή του με τη συνυπογραφή 48 ακόμα Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Ανάπτυξης & Επενδύσεων - χωρίς όμως ουσιαστική ανταπόκριση από την πλευρά της Κυβέρνησης.
«Επανέρχομαι σε ένα σοβαρό πρόβλημα που απασχολεί χιλιάδες συμπολίτες μας, οι οποίοι καθημερινά έρχονται αντιμέτωποι με τις υπέρογκες χρεώσεις των τραπεζών» αναφέρει σε δήλωσή του ο Χάρης Μαμουλάκης, τονίζοντας: «Ειδικά υπό τις παρούσες συνθήκες, με την κοινωνία να δοκιμάζεται σκληρά από τις οικονομικές συνέπειες τις πανδημίας, οι χρεώσεις που επιβλήθηκαν από τις Τράπεζες τον Ιούλιο του 2019, με την ανάληψη των καθηκόντων της Κυβέρνησης της ΝΔ, δεν είναι μόνο άδικες αλλά και δυσβάσταχτες. Γι’ αυτό και καλώ τον αρμόδιο Υπουργό στη Βουλή, για να δώσει απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα:
1) Σε τι στάδιο βρίσκεται ο έλεγχος της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τις χρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων και πότε αναμένεται η εισήγηση και η απόφαση της ολομέλειας της Επιτροπής;
2) Τι μέτρα προτίθεται να πάρει η κυβέρνηση για τον περιορισμό αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων, αναφορικά με τις χρεώσεις των ηλεκτρονικών συναλλαγών και των λοιπών ηλεκτρονικών υπηρεσιών που παρέχουν στους πολίτες;».
Όπως είναι γνωστό, στις 7/11/19 κλιμάκια της Επιτροπής Ανταγωνισμού διενήργησαν έλεγχο στα κεντρικά γραφεία της Εθνικής Τράπεζας, της Alpha Bank, της Τράπεζας Πειραιώς, της Eurobank, της Τράπεζας Αττικής, της Διατραπεζικά Συστήματα «ΔΙΑΣ» και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ). Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή» της ίδιας περιόδου, ο έλεγχος της Ε.Α. ήταν αποτέλεσμα αυτεπάγγελτης έρευνας κατόπιν καταγγελιών στην Επιτροπή λόγω των οιωνοί καταχρηστικών χρεώσεων που επιβλήθηκαν από τις Τράπεζες τον Ιούλιο του 2019, με την ανάληψη των καθηκόντων της νέας κυβέρνησης.
Οι καταγγελίες αφορούσαν τόσο τις χρεώσεις που επιβάλλονταν κατά την ανάληψη μετρητών μέσω του διατραπεζικού συστήματος ΔΙΑΣ και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές με τη χρήση πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών, όσο και τις λοιπές υπηρεσίες των τραπεζών με τους πολίτες, πολλές εκ των οποίων μέχρι τότε δεν τιμολογούνταν (π.χ. αντικατάσταση κάρτας με υπαιτιότητα του πελάτη, αύξηση ενοικίου θυρίδων, αλλαγή pin, μεταφορές χρημάτων μέσω κινητών, πληρωμές ασφαλιστικών εισφορών κ.α.). Υπενθυμίζεται ότι ο Κανονισμός (ΕΕ) 2015/751 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, περιορίζει τις μέγιστες χρεώσεις στο 0,3% και 0,2% εκάστης συναλλαγής για πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες αντίστοιχα, όρια τα οποία παραβιάζονται από τις ελληνικές συστημικές τράπεζες.
Μέσω αυτών των πρακτικών, όχι μόνο επιβαρύνονται δυσανάλογα οι καταναλωτές, αλλά, ταυτόχρονα, υπονομεύεται και η προσπάθεια της πολιτείας για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής μέσω της αύξησης των ηλεκτρονικών πληρωμών.
Τέλος, σημειώνεται ότι με δεδομένη την εκτίναξη των ηλεκτρονικών συναλλαγών και του ηλεκτρονικού εμπορίου από την πρώτη περίοδο επιβολής περιοριστικών μέτρων στην κυκλοφορία των πολιτών εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19, οι τράπεζες έχουν ωφεληθεί διπλά από τις ανορθολογικές χρεώσεις στις διαφορετικές μορφές ηλεκτρονικών συναλλαγών με τις οποίες τιμολογούν τις υπηρεσίες τους.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr