Στη συζήτηση συμμετείχαν οι Μαριέττα Γιαννάκου, Βουλευτής Επικρατείας ΝΔ, πρώην Υπουργός, Τάσος Γιαννίτσης, Ομοτ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην Υπουργός και Νίκος Δεμερτζής, Πρόεδρος του ΕΚΚΕ και Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών υπό τον συντονισμό του Θοδωρή Γεωργακόπουλου, Διευθυντή Περιεχομένου της διαΝΕΟσις.
Ο Τάσος Γιαννίτσης επεσήμανε τις πολλαπλές, παγκόσμιες κρίσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η χώρα μας ακόμη και μετά το τέλος της πανδημίας, οι οποίες δεν περιορίζονται μόνο στην επερχόμενη οικονομική κρίση. Προστίθενται σε αυτή η κλιματική αλλαγή, η διασφάλιση της ενεργειακής μας βάσης, η γήρανση του πληθυσμού, το χρέος, η ανεργία, οι αυξανόμενες μεταναστευτικές ροές και τα γεωπολιτικά ζητήματα της χώρας.
Παρότι οι αντιλήψεις μας για την αντιμετώπιση των κρίσεων μπορεί να άλλαξαν μέσα στην περίοδο της πανδημίας, οι υπερβάσεις που κάναμε θα πρέπει να συνεχιστούν απέναντι στις αλλεπάλληλες δυσκολίες που πλησιάζουν.
Σημαντική ήταν και η σημείωσή του για το ασφαλιστικό: Η Ελλάδα δαπανά 9,5-10% του ΑΕΠ για τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος, όμως έχει ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει την επικείμενη πτώση του ΑΕΠ, σε συνδυασμό με μία ευρωπαϊκή δέσμευση για το πλεόνασμα και τη γήρανση του πληθυσμού. Όπως έχει αναδείξει στο παρελθόν και η διαΝΕΟσις, η χρηματοδότηση των συντάξεων θα αποτελέσει μία σημαντική απειλή για το μέλλον.
Παρόλα αυτά ο πρώην Υπουργός έκλεισε με μία αισιόδοξη σκέψη: «Όταν έχουμε τόσες συλλογικές απειλές, πολύς κόσμος καταλαβαίνει ότι η αλληλεγγύη δεν σημαίνει μόνο βοήθεια προς τον άλλον, αλλά βοήθεια και προς τον εαυτό». Έτσι, μπορεί η αλληλεγγύη να επιτευχθεί για μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μέσα στα επόμενα χρόνια.
Η Μαριέττα Γιαννάκου συμφώνησε για τον ρόλο της συλλογικότητας στο κοινό μας μέλλον. Όπως είπε, ελπίζει πως η «πανδημία έφερε πολύ κόσμο μπροστά στο ερώτημα ποιο είναι το δημόσιο συμφέρον». Όσο, επίσης, τα προβλήματα παραμένουν παγκόσμια, δεν μπορεί οι λύσεις να βρίσκονται μόνο σε εθνικό επίπεδο. Εκεί, όμως, που έχουν ευθύνη οι ελληνικές κυβερνήσεις είναι η υπόσχεση υποστήριξης του ΕΣΥ.
Υπογράμμισε δε, τη σημασία των μονάδων ΠΦΥ, καθώς τα ελληνικά νοσοκομεία δέχονται ετησίως 25 εκατομμύρια επισκέψεις πρωτοβάθμιας ανάγκης, άποψη που συμφωνεί με πρόταση στην οποία καταλήγει η πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις για την ανασυγκρότηση του ΕΣΥ.
Αντί επιλόγου, η κα. Γιαννάκου εξέφρασε την ελπίδα της ότι τα αισθήματα της σύμπνοιας και της αλληλεγγύης θα συνεχιστούν, αν και αυτό «θα εξαρτηθεί μεν από τις επιχειρήσεις και την πολιτική εξουσία», αλλά θα πρέπει και από μόνοι μας να αντιληφθούμε το χρέος μας απέναντι στους συνανθρώπους μας, ιδίως με την απουσία «αυστηρών εντολών».
Τη συζήτηση έκλεισε ο Νίκος Δεμερτζής, ο οποίος μέσα από το έργο του στο ΕΚΚΕ, κρίνει πως «η οικονομική κρίση που έρχεται θα υπονομεύσει το σημερινό υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης και θα μας θυμίσει την προηγούμενη δεκαετία». Όπως λέει, «η ανθρώπινη ιστορία είναι μία ιστορία πανδημιών», που όμως η εμπειρία δείχνει ότι ξεχνιούνται από τις κοινωνίες. Επομένως, δεν είναι πιθανό να μεταφραστεί η πανδημία του κορωνοϊού σε κοινωνικό τραύμα τέτοιου μεγέθους που θα μπορούσε να αλλάξει τις δομές.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η ανθεκτικότητα της ελληνικής κοινωνίας θα εξαρτηθεί από τον τρόπο που οι μελλοντικές κυβερνήσεις θα πραγματοποιήσουν τον σχεδιασμό τους. «Αν το πολιτικό προσκήνιο ανταποκριθεί στο καθήκον του», έκλεισε, «θα ενισχυθεί η κοινωνία, θα ενδυναμωθούν οι πολίτες, θα αναστραφεί η χρόνια αίσθηση δυσπιστίας και θα νιώσουν οι πολίτες ότι μετρά ο λόγος τους».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr