Ποιες είναι οι προκλήσεις για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2020; Στο ερώτημα αυτό επιχειρεί να απαντήσει εκτενής ανάλυση της εφημερίδας Handelsblatt η οποία, σύμφωνα με την DW, κωδικοποιεί τις προκλήσεις της νέας χρονιάς στο τρίπτυχο οικονομία, ασφάλεια και εξωτερική πολιτική και πιο συγκεκριμένα στην ανάπτυξη, το προσφυγικό/μεταναστευτικό και στα ελληνοτουρκικά.
Προχωρώντας καταρχήν σε έναν απολογισμό της έως τώρα θητείας της νέας ελληνικής κυβέρνησης και παραπέμποντας στην αύξηση της δημοτικότητας του πρωθυπουργού, η ΗΒ σημειώνει: «[…] Το ότι ο Μητσοτάκης είναι σε καλύτερη θέση οφείλεται κυρίως ότι σε αντίθεση με τον Τσίπρα τότε, ο ίδιος υλοποίησε τις προεκλογικές του υποσχέσεις. Μείωσε τον αντιδημοφιλή ΕΝΦΙΑ κατά μέσο όρο στο 22% ενώ τη φορολογία επιχειρήσεων ο Μητσοτάκης τη μείωσε ήδη το 2019 από το 28% στο 24% […]. Καλούς βαθμούς δεν αποσπά όμως ο πρωθυπουργός μόνον στις δημοσκοπήσεις. Το 2019 το Χρηματιστήριο Αθηνών κατέγραψε ένα συν της τάξης του 47%».
Εντούτοις και παρά τις επιτυχίες αυτές, όπως σημειώνει η εφημερίδα, «ο ενδιάμεσος απολογισμός της νέας κυβέρνησης είναι μέτριος. «Πρόσφατα το Κίνημα Αλλαγής δημοσίευσε έγγραφα που καταδεικνύουν ότι σε πολυάριθμες περιπτώσεις η κυβέρνηση βόλεψε πιστά κομματικά της μέλη σε ηγετικές θέσεις δημόσιων νοσοκομείων», αναφέρει η εφημερίδα παραπέμποντας στην υπόθεση διορισμού στο Γενικό Νοσοκομείο της Καρδίτσας.
Όπως σχολιάζει η εφημερίδα, «ο Μητσοτάκης δεν έχει περιθώρια για άλλα στραβοπατήματα, καθώς η νέα χρονιά φέρνει μεγάλες προκλήσεις για την κυβέρνηση.
Τα τρία μεγάλα στοιχήματα
Όσον αφορά την οικονομία αναφέρει ότι το μεγάλο στοίχημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και προκειμένου να μπορέσει να υλοποιήσει τη δέσμευσή του για περαιτέρω μείωση της φορολογίας θα είναι να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέσα σε ένα εν γένει ασταθές ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον. «Για να πετύχει τους αναπτυξιακούς στόχους ο Μητσοτάκης θα πρέπει να προσελκύσει ξένους επενδυτές» και προϋπόθεση γι΄ αυτό είναι η υλοποίηση διαρθρωτικών οικονομικών μεταρρυθμίσεων, η συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων και ο εκσυγχρονισμός της απαρχαιωμένης δημόσιας διοίκησης. Η δε επιστροφή σε μια βιώσιμη ανάπτυξη, όπως τονίζεται, προϋποθέτει όμως και την εξυγίανση των τραπεζών που με τη σειρά της προϋποθέτει τη διευθέτηση των κόκκινων δανείων.
Ως το δυσκολότερο στοίχημα της νέας χρονιάς η ΗΒ χαρακτηρίζει την αντιμετώπιση του προσφυγικού, με δεδομένο ότι οι προσφυγικές ροές έχουν αυξηθεί σημαντικά οδηγώντας σε καταστροφικές συνθήκες στους καταυλισμούς. Πρόκειται για ένα ζήτημα που συνδέεται άμεσα με την τρίτη πρόκληση της ελληνικής κυβέρνησης για το 2020 που αφορά στα ελληνοτουρκικά. «Η διαμάχη για τις οικονομικές ζώνες και τα κυριαρχικά δικαιώματα στην ανατολική Μεσόγειο συνιστά κατά την έναρξη της νέας χρονιάς το μεγαλύτερο και πιο άμεσο πρόβλημα του Μητσοτάκη στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής». Πόσο μάλλον που η αποστολή τουρκικού ερευνητικού πλοίου στα ανοικτά Ρόδου και Κρήτης φαίνεται να είναι πλέον απλά θέμα εβδομάδων. Στην περίπτωση αυτή, αναφέρει η εφημερίδα, μπορεί να υπάρξει επικίνδυνη κλιμάκωση της σύγκρουσης, όπως το 1996 με τα Ίμια. «Ο τότε αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον είχε καταφέρει να αποκλιμακωθεί την ύστατη στιγμή η επικίνδυνη κρίση, με νυχτερινά τηλεφωνήματα σε Αθήνα και Άγκυρα. Άγνωστο εάν και αυτή τη φορά θα σήκωνε κάποιος το τηλέφωνο στην Ουάσιγκτον και εάν το απαντήσει κάποιος στην Άγκυρα».
Θα συνεχιστεί το ράλι των ομολόγων;
Στις προοπτικές που διαγράφονται τη νέα χρονιά για την ελληνική αγορά ομολόγων αναφέρεται ανάλυση της Handelsblatt.
Κάνοντας λόγο για ένα «εντυπωσιακό comeback» η οικονομική εφημερίδα αναφέρει ότι «[…] τα ελληνικά ομόλογα έχει ζήτηση όσο ποτέ άλλοτε. Ένας από τους λόγους είναι ότι συγκαταλέγονται στα λίγα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης που συνεχίζουν να έχουν αποδόσεις. Το Δεκέμβριο η απόδοση του 10ετούς ελληνικού χρεογράφου ήταν μάλιστα κατά διαστήματα χαμηλότερη από εκείνη του αντίστοιχου ιταλικού».
Σύμφωνα με την HB αυτό οφείλεται σε τρεις, κυρίως λόγους: «Πρώτον συνδέεται με την ελπίδα των επενδυτών για πολιτική σταθερότητα της χώρας η οποία μετά από τέσσερα χρόνια συγκυβέρνησης αριστερών και εθνολαϊκιστών κυβερνάται από τον περασμένο Ιούλιο από μια συντηρητική κυβέρνηση που έχει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Δεύτερον, η αγορά ποντάρει σε μια φιλικά διακείμενη προς την οικονομία πολιτική του νέου πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ο οποίος θέλει να προσελκύει επενδυτές με μείωση της φορολογίας, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις. Ο τρίτος λόγος: παρότι οι Οίκοι αξιολογούν τα ελληνικά ομόλογα ως ριψοκίνδυνα, κατά την εκτίμηση των επενδυτών το ρίσκο είναι περιορισμένο. Το 81% των ελληνικών χρεογράφων βρίσκεται στα χέρια επίσημων πιστωτών, όπως του ΔΝΤ, του ESM και του προκατόχου του EFSF. Και αυτοί δεν μπορούν να αφήσουν τη χώρα να καταρρεύσει».
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα, «[…] παρά το ράλι που καταγράφηκε το 2019, ειδικοί διακρίνουν και άλλα περιθώρια ανόδου για τα ελληνικά ομόλογα, αναμένοντας περαιτέρω μείωση των αποδόσεων. Αναλυτές της Citygroup προβλέπουν ότι η απόδοση του 10ετούς θα μειωθεί στο ήμισυ από το 1,4% περίπου σήμερα στο 0,7% μέχρι τα τέλη του χρόνου». Ενδεχόμενη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας που θα φέρει στην Ελλάδα την πολυπόθητη «επενδυτική βαθμίδα» θα μπορούσε να δώσει στο μέλλον και νέα ώθηση στο ράλι των ελληνικών ομολόγων, όπως επισημαίνει η ΗΒ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr