Ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος για την καγκελαρία στις εκλογές του Σεπτεμβρίου δείχνει να απειλεί την Ανγκελα Μέρκελ. Ομως ελάχιστα είναι μέχρι στιγμής τα δείγματα που να δικαιολογούν την αντίληψη ότι στο Βερολίνο θα ανατραπούν πάγιες αρχές και θα αλλάξουν οι εθνικές προτεραιότητες, αν και εφόσον η Ανγκελα Μέρκελ παραδώσει σους Σοσιαλδημοκράτες.
Η αριστερόστροφη καμπάνια του SPD μπορεί να κινείται στον άξονα της «κοινωνικής δικαιοσύνης» και παρεμφερών συνθημάτων, όμως κάποιες λεπτομέρειες θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη στην Αθήνα, ειδικώς από όσους πιστεύουν ότι με μία κυβερνητική αλλαγή στο Βερολίνο θα ξημερώσει μία άλλη ημέρα, χωρίς δεσμεύσεις και μνημόνια και χωρίς τον Σόιμπλε.
Κάποιες παράμετροι που θα πρέπει να αξιολογηθούν:
Η SPD δεν είναι κόμμα της αντιπολίτευσης στην Γερμανία. Μετέχει στον σημερινό συνασπισμό και οι αποφάσεις είχαν την σύμφωνη γνώμη της. Κατά την γενική εκτίμηση, ακόμη και αν είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές, δεν πρόκειται να ακυρώσει τον εαυτό της.
Μεγάλη σημασία θα έχει ο συνασπισμός που θα σχηματιστεί μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Αυτοδύναμη κυβέρνηση στην Γερμανία είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει, οπότε κάποια από τα ενδεχόμενα που συγκεντρώνουν πιθανότητες είναι τα εξής: α) οι Σοσιαλδημοκράτες αν είναι πρώτή δύναμη, να σχηματίσουν μία κυβέρνηση με τους Πράσινους και την Αριστερά (αν και υπάρχουν πολλοί στο Die Linke που δεν βλέπουν με καλό μάτι μία τέτοια εξέλιξη). Πιθανότητες για έναν τέτοιο συνασπισμό υπάρχουν ακόμη και αν η SPD είναι δεύτερο κόμμα, όμως με ένα ποσοστό της τάξης του 31-32% και με το άθροισμα των ποσοστών της με εκείνα των Πρασίνων - Αριστεράς να φτάνει το 48%. β) Αν η CDU είναι πρώτη, να υπάρξει και πάλι ένας μεγάλος συνασπισμός, προκειμένου να αποφευχθεί μία κυβερνητική συμμαχία με την ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD), προς την οποία η Μέρκελ επιδεικνύει μάλλον μία αποστροφή.
Από την μορφή του συνασπσιμού και το ποιος θα είναι πρώτος στις εκλογές θα κριθεί και ποιος θα είναι υπουργός Οικονομικών. Αν κερδίσει η SPD τις εκλογές, σίγουρα δεν θα είναι ο Σόιμπλε. Ομως αυτό δεν σημαίνει πως ένας σοσιαλδημκράτης υπουργός θα ακολουθήσει μία πολιτική διόγκωσης των ελλειμμάτων ή θα πάψει να συμπεριφέρεται στην Ελλάδα ως εκπρόσωπος μίας χώρας-δανειστή.
Από εκεί κι έπειτα, οι αλλαγές που θα έπρεπε να αναμένει κανείς είναι μάλλον ασήμαντες. Οπως άλλωστε επισημαίνει ο Βαγγ. Βενιζέλος, οι συσχετισμοί στην Ευρώπη δεν είναι κομματικοί και ιδεολογικοί, αλλά διακρατικοί. «Η Γαλλική κυβέρνηση θα είναι πάντα Γαλλική ανεξαρτήτως κομματικής ταυτότητας, και η Γερμανική θα είναι πάντα Γερμανική ανεξαρτήτως κομματικής ταυτότητας των κυβερνώντων. Συνιστά επικίνδυνη ψευδαίσθηση για το πως διαμορφώνονται και εξελίσσονται οι συσχετισμοί στη Ευρώπη αν τους δεις ως συσχετισμούς κομμάτων και ιδεολογιών. Και οδηγείς τη χώρα σου σε αδιέξοδο αν διαπραγματεύεσαι έτσι. Πρέπει να διαπραγματεύεσαι επί τη βάση παγίων εθνικών συσχετισμών. Όλες οι χώρες έχουν τη συνείδηση αυτή, πλην της δικής μας», τόνισε ο κ. Βενιζέλος την προηγούμενη Παρασκευή σε ομιλία του για το φαινόμενο του εθνικολαϊκισμού.
Επεσήμανε επίσης ο κ. Βενιζέλος ότι «ούτε το πρόβλημα της Γερμανίας , το πρόβλημα της Ευρώπης είναι η σύγκρουση Μέρκελ – Σούλτς. Το πρόβλημα είναι το πώς τοποθετείται η Γερμανία απέναντι στα πλεονάσματα. Πώς τοποθετείται η Γερμανία απέναντι στους ιδίους πόρους. Πώς τοποθετείται η Γερμανία στη σύγκρουση μεταξύ της ανάμνησης του ισχυρού μάρκου και της επιδίωξης του μαλακού ευρώ. Πώς τοποθετούνται οι χώρες της ΕΕ στα ζητήματα πού έχουν σχέση με την ασφάλεια τώρα υπό την πίεση του Τραμπ, υπό την πίεση ανακατανομών του κόστους ασφάλειας στην Ευρώπη».
Στα ζητήματα αυτά, οι αποκλίσεις μεταξύ Σουλτς και Μέρκελ δεν μοιάζουν, ούτε και μπορούν να είναι διαμετρικά αντίθετες, καθώς πρόκειται για εθνικές προτεραιότητες της Γερμανίας.
Υπό αυτούς τους όρους γίνεται αντιληπτό ότι οι προδοκίες για μία γερμανική «χαλάρωση» μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου θα πρέπει να είναι περιορισμένες.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr