Η ανταλλαγή απόψεων, για την κατάσταση της απασχόλησης, των συντάξεων, των κοινωνικών παροχών και της υγείας στην Ελλάδα, θα γίνει επί τη βάση έκθεσης, που έχει συντάξει η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου η οποία, αποτελεί καταπέλτη, για όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, από το 1990 μέχρι και σήμερα, καταλογίζοντας έλλεψη σχεδιασμών, προγράμματος, φροντίδας και αδιαφορία, στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.
Η έκθεση αναγνωρίζει ότι, στις αρχές του 2015, υπήρχε μία διστακτική ανάπτυξη στην Ελλάδα, η οποία όμως, όπως τονίζεται, διακόπηκε από την έλλειψη ρευστότητας και η γενικότερη κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί, όταν θα αρχίσουν να γίνονται ορατές οι επιπτώσεις των ελέγχων κεφαλαίων (κάπιταλ κοντρόλς).
Αν και η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει ευελιξία, η επιστροφή της ανάπτυξης στην χώρα «είναι απίθανο να καταστεί ορατή πριν τα μέσα του 2016», υπογραμμίζεται έντονα στην έκθεση.
Εξετάζοντας την κατάσταση στην ελληνική οικονομία και ειδικότερα στην απασχόληση, στις συντάξεις και στην υγεία, κατά το διάστημα διακυβέρνησης της χώρας από την παρούσα κυβέρνηση, η έκθεση επισημαίνει πως υπάρχει έντονη ανησυχία, για παραβίαση των επιμέρους κοινωνικών, εργασιακών και συνταξιοδοτικών δικαιωματων στο εγγύς μέλλον.
Η έκθεση εστιάζει την κριτικη της, στα διαδικαστικά θέματα που ανέκυψαν μετά την απόφαση να εφαρμοσθούν αλλαγές, που συζητούνταν αρκετά χρόνια, μέσα σε λίγες μέρες και χαρακτηρίζει ιδιαίτερα σημαντικό θέμα, το πως θα διαμοιρασθεί το συνολικό βάρος του τρίτου προγράμματος προσαρμογής, μεταξύ των ομάδων του πληθυσμού και μεταξύ των γενεών.
Εξαιτίας της διοικητικής ανικανότητας στην Ελλάδα, δεν υπάρχει σχεδιασμός για την προσέλκυση επενδύσεων αλλά και απορρόφησης της συνεισφοράς των διαθρωτικών ταμείων της ΕΕ, καταλήγει η έκθεση , υπονοώντας ότι η μοναδική ίσως λύση, για να βγεί η Ελλάδα από την κρίση, είναι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή σχεδίων για την προσέλκυση επενδύσεων.
Εξετάζοντας διαχρονικά το ελληνικό πρόβλημα, η Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου, σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι:
Οι μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του κράτους πρόνοιας και μιας αγοράς εργασίας ευέλικτης και χωρίς περιορισμούς, σταμάτησαν στην δεκαετία του 1990.
Τα χρήματα που εισέρευσαν στην Ελλάδα, μετά την ένταξη της χώρας στο ευρώ, ενθάρρυναν περαιτέρω καθυστερήσεις, για την εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων και στην δεκαετία του 2000.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες, η Ελλάδα εισήλθε στην κρίση, χωρις σύστημα προστασίας της απασχόλησης, των υποδομών και της κοινωνικής πρόνοιας.
Από το 2008 που ξεκίνησε η κρίση μέχρι και το 2014, το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα μειώθηκε κατά το ένα τρίτο, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των ελλήνων.
Η προσπάθεια να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα των συντάξεων, οδήγησε σε υπερβάσεις δαπανών και οι περικοπές που ακολούθησαν, είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί κατά 40% το μέγεθος των συντάξεων. Παρά τις περικοπές αυτές, όμως, υπογραμμίζει η έκθεση, η Ελλάδα είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες συνταξιοδοτικές δαπάνες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σ όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οι εκτεταμμένες αλλαγές στην αγορά εργασίας, χωρίς την ύπαρξη ενός σαφούς και συνεκτικού πλαισίου προσαρμογής, τριπλασίασαν τον αριθμό των ανέργων, οι περισσότεροι των οποίων δεν καλύπτονταν από την κοινωνική πρόνοια και λόγω της ελλείψεως θέσεων εργασίας οδηγήθηκαν στην φτώχεια.
Υπήρξε μία σημαντική μετατόπιση του κινδύνου φτώχειας από τους ηλικιωμένους σε οικογένειες σχετικά νέων που εργάζονταν, χωρίς την αρωγή κοινωνικής προστασίας.
Υπάρχει μία γενική επιδείνωση στην κατάσταση της υγείας του πληθυσμού, που μπορεί να επιδεινωθεί και στο μέλλον.Το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο τομέα της υγείας, που πήγε να εφαρμοσθεί στα τέλη του 2014, ήταν ελλιπές.
Νίκος Ρούσσης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr