Του Γιώργου Χατζηδημητρίου
Ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας συνδέθηκε εξαρχής με τις Πολιτειακές αβεβαιότητες μιας εύθραυστης Μεταπολίτευσης που έβγαινε βαθειά τραυματισμένη από τις στάχτες της δικτατορίας.
Το παραδέχθηκε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και το επιβεβαίωσε και ο αείμνηστος Κ. Τσάτσος, ότι ο τότε πρωθυπουργός στην Αναθεώρηση του 1975 που έβαλε τις σύγχρονες Συνταγματικές βάσεις στη χώρα, σκοπίμως περιέβαλε με αυξημένες αρμοδιότητες τον ρόλο του Προέδρου, επειδή ακριβώς μη έχοντας καταλήξει στα πολιτικά του σχέδια, δεν είχε αποφασίσει εάν ο χαρακτήρας του Πολιτεύματος θα ήταν αμιγώς κοινοβουλευτικός ή «ημιπροεδρικός».
Μπορεί ο Κ. Καραμανλής όταν μεταπήδησε στην Προεδρία να μην άσκησε ποτέ καμία από αυτές τις επίφοβες αρμοδιότητες, ωστόσο, η ανησυχητική γνώση ότι δυνητικά «μπορούσε να διορίσει πρωθυπουργό ακόμα και τον κηπουρό του», όπως είχε διαπιστώσει χαρακτηριστικά ο Ανδρέας Παπανδρέου, οδήγησε το ΠΑΣΟΚ κατά την Συνταγματική Αναθεώρηση του 1986, στην απόφαση να αποφλοιώσει τον θεσμό από τα «σκληρά» πολιτικά του στοιχεία, αναγνωρίζοντας στον ανώτατο Πολιτειακό Άρχοντα τον συμβολικό ρόλο του εκφραστή της εθνικής ενότητας.
Έκτοτε, το Πολίτευμα βαθμιαία υπέστη καθοριστική αλλοίωση, καθώς ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατέστη οιονεί διακοσμητικός, ενώ όλες οι εξουσίες συγκεντρώθηκαν στο παντοδύναμο πλέον πρωθυπουργικό γραφείο. Η σημασία του Κοινοβουλίου, ως εκφραστή της λαϊκής κυριαρχίας, συρρικνώθηκε δραματικά, καθώς η Βουλή έχει μετατραπεί σε βιομηχανία επικύρωσης ειλημμένων αποφάσεων, χάνοντας την δυνατότητα να νομοθετεί.
Το πολιτικό σύστημα, τροχοπέδη του εκσυγχρονισμού της χώρας, πληρώνει βαρύ τίμημα στις μεταπολιτευτικές αμφιβολίες, τον άκαρπο δικομματικό ανταγωνισμό και τις κομματικές και προσωπικές υστεροβουλίες. Και είναι αλήθεια, ότι η διάταξη σύμφωνα με την οποία για την εκλογή προέδρου χρειάζονται 200 ψήφοι στις πρώτες δύο ψηφοφορίες ή 180 στην Τρίτη, σε συνδυασμό με την πρόβλεψη για διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εκλογών σε περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού Προεδρικής πλειοψηφίας, δεν ευνόησε την καλλιέργεια ευρύτερων συναινέσεων,. Αντίθετα, έγινε όχημα για την επίτευξη στενά κομματικών επιδιώξεων και συχνά προκάλεσε συμπεριφορές που ευτέλισαν την διαδικασία και οξείδωσαν το κύρος του θεσμού.
Η πρώτη εκλογή Κ. Καραμανλή με μετεγγραφές από το Κέντρο και Ακροδεξιά
Με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974, καταργήθηκε η Βασιλεία στη χώρα και η Βουλή ανέδειξε προσωρινό Πρόεδρο τον τέως δικαστικό, πανεπιστημιακό και βουλευτή Επικρατείας της ΝΔ Μιχαήλ Στασινόπουλο , τον οποίο- μετά την έγκριση, τον Ιούνιο του 1975, του νέου Συντάγματος- διαδέχθηκε στο αξίωμα ο επίσης βουλευτής της ΝΔ και ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Τσάτσος , στενός συνεργάτης του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο τελευταίος ήδη από τις εκλογές του 1977, στις οποίες περιορίστηκε η ευρύτατη πλειοψηφία του κόμματός του (η ΝΔ κατέκτησε 172 έδρες), ετοίμαζε μεθοδικά την μετάβασή του στην Προεδρία. Για να το πετύχει όμως χρειάστηκε να αποσκιρτήσουν τρεις βουλευτές από την ακροδεξιά «Εθνική Παράταξη» και να υποστηριχθεί από μετεγγραφέντα κεντρογενή στελέχη, όπως ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος της φυλλοροούσας ΕΔΗΚ (Ένωσης Δημοκρατικού Κέντρου), υπό τον Γ. Μαύρο, έναν βουλευτή του νεοπαγούς ΚΟΔΗΣΟ (Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού, υπό τον Γ. Πεσματζόγλου) και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ο οποίος είχε εκλεγεί με το κόμμα των Φιλελευθέρων στην Κρήτη και για τον οποίον παρεμπιπτόντως, ο Κ. Καραμανλής έχει γράψει στα ογκώδη απομνημονεύματά του, ότι μετάνιωσε που τον κάλεσε στη ΝΔ.
Στις πρώτες δύο ψηφοφορίες τον Απρίλιο του 1980, η υποψηφιότητα Καραμανλή συγκέντρωσε 179 και 181 ψήφους αντίστοιχα, ενώ στην Τρίτη, στην οποία δεχόμενος πλήγμα γοήτρου, έσπευσε να ψηφίσει και ο ίδιος ώστε να εκλεγεί Πρόεδρος με 183 ψήφους. «Όλα έγιναν σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον κανονισμό της Βουλής» δήλωσε γενναιόδωρα την επομένη ο Ανδρέας Παπανδρέου που εφορμούσε ήδη στην εξουσία. Το ΠΑΣΟΚ πάντως, είχε αρνηθεί να ψηφίσει, ενώ το ΚΚΕ ψήφισε λευκό και κάποιοι βουλευτές όπως ο «Νέστορας» της Αριστεράς, Ηλίας Ηλιού από την ΕΔΑ και ο αείμνηστος Λεωνίδας Κύρκος από το ΚΚΕ- Εσωτερικού, έγραψαν πάνω στα ψηφοδέλτια άλλα ονόματα για να καταδείξουν την διαφωνία τους.
Εκλογή Σαρτζετάκη: Ιστορικά, η πιο επεισοδιακή
Σε εκρηκτική ατμόσφαιρα στις 9 Μαρτίου του 1985 και με τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να προπηλακίζονται έξω από κεντρικό ξενοδοχείο της πλατείας Συντάγματος όπου συνεδρίαζε η Κ.Ε του ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας Παπανδρέου αιφνιδίασε τους πάντες και εκεί που όλοι περίμεναν πως θα ανακοίνωνε ανανέωση της θητείας του Κ. Καραμανλή, εκείνος πρότεινε τον εν ενεργεία Αρεοπαγίτη Χ. Σαρτζετάκη, γνωστό στην δημοκρατική κοινή γνώμη από την θαρραλέα στάση του ως ανακριτή στη δολοφονία Λαμπράκη, δημοσιοποιώντας ταυτόχρονα και την απόφασή του για Συνταγματική Αναθεώρηση. Στο άκουσμα της είδησης ο Κ. Καραμανλής, παραιτήθηκε αμέσως από το αξίωμα, και εγκατέλειψε το Προεδρικό Μέγαρο, εμφανώς χολωμένος, θεωρώντας-και σωστά κατά πολλούς- ότι είχε πέσει θύμα πολιτικού εμπαιγμού.
Κατά το Σύνταγμα, καθήκοντα Προέδρου, ανέλαβε ο Πρόεδρος της Βουλής Ιωάννης Αλευράς, ο οποίος ακούσια δίχασε τον συνταγματικό κόσμο της χώρας, καθώς κορυφαίοι επιστήμονες, όπως ο Αριστόβουλος Μάνεσης υποστήριξαν-σε αντίθεση με άλλους, όπως ο Δημήτρης Τσάτσος- ότι δεν είχε δικαίωμα ψήφου.
Η αγωνία κορυφώθηκε ήδη από την πρώτη ψηφοφορία, δεδομένου ότι οι 13 βουλευτές του ΚΚΕ, το οποίο έκτοτε δεν υπερψήφισε πρόεδρο και η Κ.Ο του ΠΑΣΟΚ, έδιναν οριακή πλειοψηφία 182 ψήφων. Η έκπληξη όμως ήταν ηχηρή όταν στην κάλπη βρέθηκαν 180 ψήφοι.
Η δεύτερη ψηφοφορία, έμεινε στην ιστορία, όταν ο αντιπρόεδρος της Βουλής Μιχάλης Στεφανίδης σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει πιθανές «διαρροές», έδωσε εντολή να μοιραστούν «έγχρωμα» ψηφοδέλτια με το όνομα του υποψηφίου, τινάζοντας τη συνεδρίαση στον αέρα. Σε κάποια στιγμή και εν μέσω πρωτοφανών αντεγκλήσεων, ο βουλευτής Ιωαννίνων της ΝΔ Ε. Καλογιάννης φόρτωσε την κάλπη στην πλάτη και τη μετέφερε στα γραφεία του κόμματός του! Όταν η κάλπη επιστράφηκε η ψηφοφορία ολοκληρώθηκε ομαλά, αλλά οι εκπλήξεις καραδοκούσαν στην τρίτη ψηφοφορία, όπου χάρη στη μυστικότητα της ψήφου, συμπληρώθηκαν οριακά 180 ψήφοι, στις οποίες όμως περιλαμβανόταν και η ψήφος Αλευρά. Η πολιτική ένταση είχε απλωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε επιταχύνθηκαν οι εξελίξεις και τον Ιούνιο η χώρα οδηγήθηκε εσπευσμένα σε εκλογές.
Ο Καραμανλής επιστρέφει
Σε κλίμα πολιτικών παθών, τα οποία οξύνθηκαν υπέρμετρα από την επιλογή Μητσοτάκη να διώξει ποινικά τον πολιτικό του αντίπαλο Ανδρέα Παπανδρέου, η προεδρική εκλογή του 1990, αποτέλεσε ιδανικό όχημα για τον τότε πρόεδρο της ΝΔ, να προκαλέσει την πτώση της οικουμενικής κυβέρνησης που είχε σχηματιστεί με συμμετοχή υπουργών ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ενιαίου Συνασπισμού, υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα.
Μπροστά στον ορατό κίνδυνο μιας ενδεχόμενης συνεργασίας ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμού που υποστήριξαν ανανέωση της θητείας Σαρτζετάκη, ο κ. Μητσοτάκης έριξε το χαρτί του Κ. Καραμανλή, ο οποίος το επέστρεψε, μάλλον ενοχλημένος, λέγοντας τη μνημειώδη φράση «δεν συμμετέχω σε αυτό που λέγεται σήμερα δημόσιος βίος».
Την άνευρη και ανούσια διαδικασία, χρωμάτισε παρόλα αυτά, ο ακτιβισμός της βουλευτού των Οικολόγων Μαρίνας Δίζη, η οποία στην τρίτη ψηφοφορία και την ώρα που οι σύντροφοί της την έραιναν με λουλούδια από τα θεωρεία, ύψωσε στην αίθουσα ένα πανό που έγραφε «Φθάνει πια η κοροϊδία με το συν ένα, τον Πρόεδρο και το νέφος». Σε έξαλλη κατάσταση η βουλευτής της ΝΔ και κορυφαία τραγωδός Άννα Συνοδινού διαμαρτυρόταν ότι «δεν είναι Βουλή αυτή» και όταν η προτροπή της στον πρόεδρο του Κοινοβουλίου Αθανάσιο Τσαλδάρη να συνετίσει την βουλευτή δεν εισακούστηκε, αποχώρησε από την αίθουσα και εγκατέλειψε οριστικά την πολιτική.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πέρασε ξανά τον Ρουβίκωνα μετά τις κάλπες του Απριλίου και ύστερα από δύο άκαρπες ψηφοφορίες -και μολονότι οι Μητσοτάκης- Παπανδρέου δεν την θεωρούσαν την ευτυχέστερη κατάληξη- εξελέγη Πρόεδρος στην τρίτη με 153 ψήφους της ΝΔ, δύο ανεξάρτητων μουσουλμάνων βουλευτών και του Θ. Κατσίκη της ΔΗ.ΑΝΑ (υπό τον Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο) ο οποίος τελικώς προσχώρησε στη ΝΔ.
1995: Ο Σαμαράς στυλοβάτης του ΠΑΣΟΚ
Μπορεί από την πολιτική να αποκόμισε πολλές πικρίες, αλλά, η ζωή στάθηκε γενναιόδωρη με τον Κωστή Στεφανόπουλο. Η αποτυχία να εκλεγεί ευρωβουλευτής το 1994 τον οδήγησε στην απόφαση να διαλύσει το κόμμα του, αλλά, αίφνης του άνοιξε τον δρόμο για την Προεδρία, ύστερα από πρόταση του Αντώνη Σαμαρά ο οποίος έχοντας αποχωρήσει από τη ΝΔ, ίδρυσε την Πολιτική Άνοιξη με δύναμη 10 βουλευτών. Πρακτικά πρόσφερε σανίδα σωτηρίας στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο ο αείμνηστος αρχηγός τότε της ΝΔ Μιλτιάδης Έβερτ, απειλούσε με εκλογές, μόλις 1,5 χρόνο από τις προηγούμενες κάλπες. Στην τελευταία ψηφοφορία ο κ. Στεφανόπουλος εξελέγη με τις 181 ψήφους των ΠΑΣΟΚ, ΠΟΛ.ΑΝ και αποδείχθηκε ένας ακέραιος και ανεπίληπτος Πρόεδρος.
2000: Καντρίλιες με Πρόεδρο και κάλπες
Έχοντας πάρει αέρα εξουσίας μετά τη νίκη στις ευρωεκλογές του 1999 ο Κώστας Καραμανλής, στη συζήτηση του Προϋπολογισμού στη Βουλή, πρότεινε να συμφωνήσουν τα δύο μεγαλύτερα κόμματα στην επανεκλογή Στεφανόπουλου και αμέσως μετά σε ημερομηνία για εκλογές μέσα στον Μάρτιο, προκειμένου να αποφασίσουν οι πολίτες ποιος θα έβαζε τη χώρα στην ΟΝΕ.
Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης χαρακτήρισε το διπλό αίτημα «ανεπίτρεπτη πρόταση συναλλαγής» σημειώνοντας εκνευρισμένος, ότι «Από πουθενά μα πουθενά μέσα στο Σύνταγμα δεν προκύπτει ότι τα κόμματα μπορούν να συμφωνούν στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας αλλά επειδή διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική να μην αποδέχονται τον Πρόεδρο και να μην τον ψηφίζουν».
Τον Φεβρουάριο του 2000, με τη συμφωνία για πρώτη φορά των δύο μεγάλων παρατάξεων στο ίδιο πρόσωπο, ο κ. Στεφανόπουλος επανεξελέγη πανηγυρικά από την πρώτη ψηφοφορία συγκεντρώνοντας 269 ψήφους (10 βουλευτές του ΣΥΝ ψήφισαν τον κ. Λ. Κύρκο, ενώ οι 19 του ΚΚΕ και του ΔΗΚΚΙ επέλεξαν το «παρών»). Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, ωστόσο, ο κ. Σημίτης ανατρέποντας τα δεδομένα προχώρησε σε πρόωρες κάλπες…
2005:Το νέο ρεκόρ Παπούλια
Άλλη μια απόδειξη του αξιώματος, πως όποιος χάνει στην πολιτική κερδίζει στην προεδρία, είναι ο Κάρολος Παπούλιας, ο οποίος, σε μια ατμόσφαιρα πρωτοφανούς συναίνεσης και μετά από πρόταση Κώστα Καραμανλή, εκλέχθηκε τον Φεβρουάριο Κορυφαίος Πολιτειακός Άρχοντας με τις ψήφους 279 βουλευτών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
2010: Με το βλέμμα στραμμένο στην κρίση
Για μια ακόμα φορά, η χώρα οδηγήθηκε σε πρόωρες κάλπες τον Οκτώβριο του 2004, με τον πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, να επικαλείται σε τηλεοπτικό του διάγγελμα, την δυσχερή κατάσταση της Οικονομίας, λόγω της διεθνούς κρίσης και την αμετακίνητη άρνηση του Γιώργου Παπανδρέου να ψηφίσει ανανέωση της θητείας Παπούλια. Οι κάλπες ήταν καταλυτικές για τη ΝΔ, η οποία υπέστη στρατηγική ήττα και μετά από έντονη εσωκομματική μάχη, έφεραν και στην αρχηγία τον Αντώνη Σαμαρά. Η ανανέωση της θητείας του κ. Παπούλια στις 3 Φεβρουαρίου του επόμενου έτους, (266 ψήφοι των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑ.Ο.Σ) έμοιαζε μονόδρομος.
Κάνοντας μια σύντομη ιστορική αναδρομή στις «περιπέτειες» του θεσμού, μένει κανείς με την ισχυρή αίσθηση πως όσα συμβαίνουν σήμερα στο πολιτικό σκηνικό, κάπου τα έχει ξαναδεί…
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr