Συλλέγοντας στοιχεία για το θέμα αυτό συνάντησα από γλαφυρά ιστορικά στοιχεία μέχρι στυγνούς αμείλικτους αριθμούς. Μέχρι και την Ιστοσελίδα της Ορθόδοξης Οικογένειας μελέτησα, που αγωνιά για την γήρανση του πληθυσμού που παρατηρείται στον ελλαδικό χώρο και την κρίσιμη συνιστώσα του που είναι η υπογεννητικότητα. Έχουμε και λέμε:
Η Ελλάδα επέζησε της τουρκοκρατίας διότι τότε οι ελληνικές οικογένειες κατά 70% ήσαν πολύτεκνες. Από πολύτεκνες οικογένειες προέρχονταν όλοι οι ήρωες του 1821. Για παράδειγμα ο Παπαφλέσσας είχε 18 αδέλφια. Ο Κολοκοτρώνης 12, όπως και ο Αθ. Διάκος. Ο Σαμουήλ είχε 11 αδέλφια. Ο Καποδίστριας 8. Ο Μακρυγιάννης είχε 12 παιδιά, ο Κανάρης 7 και ο Μιαούλης 5. Στους πολύτεκνους αυτούς οφείλεται το ότι δεν ξεκληρίστηκε το γένος των Ελλήνων παρά τις γενοκτονίες στις οποίες προέβαιναν οι Τούρκοι άλλοτε με σφαγές και άλλοτε με παιδομαζώματα. Επίσης το 1940 οι πολύτεκνες οικογένειες, που αποτελούν το 40% του ελληνικού πληθυσμού, ήταν εκείνες που κυρίως αγωνίζονταν για την ελευθερία όλων των λαών και προκάλεσαν τον παγκόσμιο θαυμασμό. Θα μπορέσουν όμως να ανορθώσουν και πάλι το ανάστημά τους διά να διασώσουν την Ελλάδα από κινδύνους και να την δοξάσουν, αν χρειασθεί την στιγμή που οι πολύτεκνες οικογένειες έχουν συρρικνωθεί και με την υπογεννητικότητα αποτελούν μόλις το 3%;
Οι αμείλικτοι αριθμοί
Και περνάμε στους αριθμούς όπου από τα στατιστικά δεδομένα της Eurostat, φαίνεται ότι ο συντελεστής ολικής γονιμότητας της χώρας μας είναι από τους χαμηλότερους πανευρωπαϊκά.
Η τιμή του συντελεστή ολικής γονιμότητας, δηλαδή του μέσου αριθμού τέκνων ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικία, παρουσιάζει σταδιακή πτώση από 2,4 τη δεκαετία του 1960, σε 2,18 το 1977, 1,58 το 1986, 1,31 το 2001 και 1,28 το 2005 (Ε.Σ.Υ.Ε. 2006).
Το μέγεθος του προβλήματος γίνεται εύκολα αντιληπτό, αν συσταθμίσουμε το ότι για την αύξηση του πληθυσμού, ο συντελεστής απαιτείται να είναι μεγαλύτερος του 2,11. Δηλαδή κάθε ζευγάρι πρέπει να γεννά 2,11 παιδιά, αριθμός πολύ μεγαλύτερος του τελευταίου δεδομένου (το 2005) που είναι 1,28 για τη χώρα μας.
Κύριος παράγοντας που επηρεάζει την πτώση του συντελεστή γονιμότητας αποτελεί η αύξηση ηλικίας γάμου των γυναικών (από την ηλικία των 22,3 ετών τη δεκαετία του 1980 φθάσαμε στα επίπεδα των 25,9 ετών το 1998), η επακόλουθη αύξηση της ηλικίας απόκτησης πρώτου παιδιού (από τα 23,3 έτη το 1980, σε 28,6 έτη το 1998 και στα 29,4 έτη το 2002), η γενικότερα παρατηρούμενη πτώση του αριθμού γάμων και η παράλληλη αύξηση του αριθμού των διαζυγίων, καθώς και διάφορα στερεότυπα συμπεριφοράς της ελληνικής κοινωνίας, όπως π.χ. το γεγονός ότι δεν γίνονται πολλές γεννήσεις εκτός γάμου.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, οι εκτός γάμου γεννήσεις εκτιμώνται στο 1,5% του συνόλου του πληθυσμού το 1956, στο 3,8% το 1980, στο 5,1% του συνόλου το 1998, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι της τάξης του 33%.
Πηγή: Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αναπαραγωγική και Σεξουαλική Υγεία 2008 - 2012 του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης 2008, μια υπηρεσία δηλαδή που εποπτεύεται από τον κ. Αβραμόπουλο.
Δεν μας φθάνουν όλα τα άλλα
Η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στην Ευρώπη σε ότι αφορά στη συχνότητα των εκτρώσεων. Μολονότι δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για τις εκτρώσεις, ο αριθμός τους στην Ελλάδα, σύμφωνα με διάφορους υπολογισμούς, μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ 100 και 250 χιλιάδων ετησίως, από τις οποίες περίπου το 20 - 25% διενεργούνται σε ανήλικα κορίτσια ηλικίας κάτω των 16 ετών. Οι επιπλοκές των εκτρώσεων φαίνεται να αποτελούν μια σημαντική αιτία της παρατηρούμενης υπογονιμότητας στην Ελλάδα. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα 150.000 ζευγάρια δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν, γιατί έχουν στο ιστορικό τους τουλάχιστον μια έκτρωση
(Πηγή: Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αναπαραγωγική και Σεξουαλική Υγεία 2008 - 2012 του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης 2008)
Θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπ όψη ότι σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ κατά μέσο όρο στις χώρες της Ευρώπης το αν
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr