Αναλυτικότερα, οι οικονομίες θα πρέπει να προσαρμοσθούν στη νέα πραγματικότητα των λιγότερων εργαζομένων, αποταμιευτών, φορολογουμένων, ενοικιαστών, αγοραστών κατοικιών, επιχειρηματιών, καινοτόμων, καταναλωτών και ψηφοφόρων. Η μείωση του πληθυσμού θα επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη και θα ασκήσει πίεση στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας των κρατών, αυξάνοντας τις συνταξιοδοτικές δαπάνες και δυσχεραίνοντας, έτσι, τις προοπτικές τους για συνεχή ευημερία. Συνεπώς, θεωρούνται επιβεβλημένες οι αλλαγές στις κοινωνικές δομές και τις κυβερνητικές πολιτικές που αφορούν στη φορολογία και τις κοινωνικές δαπάνες, ώστε οι κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν τη μείωση του εργατικού δυναμικού, την υποχώρηση των αποταμιεύσεων και των επενδύσεων, τις αυξημένες κοινωνικές δαπάνες και, επομένως, τα υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα (“The Age of Depopulation”, Foreign Affairs, Οκτώβριος 2024).
Η μετανάστευση θα αποκτήσει νέα οικονομική σημασία, μεγαλύτερη από αυτή που έχει σήμερα. Ωστόσο, δεν θα είναι όλες οι οικονομίες ικανές να αφομοιώσουν και να εντάξουν στο εργατικό δυναμικό τους νέους μετανάστες. Επίσης, δεν θα είναι όλοι οι μετανάστες τόσο παραγωγικοί, ώστε να συνεισφέρουν αποτελεσματικά στις χώρες υποδοχής, ειδικά δεδομένης της σημαντικής έλλειψης υψηλής εκπαίδευσης και δεξιοτήτων που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος των πολιτών που μεταναστεύουν. Ειδικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), η γήρανση του πληθυσμού ασκεί πίεση στους δείκτες δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ στις περισσότερες χώρες-μέλη, αυξάνοντας τις δημόσιες δαπάνες και μειώνοντας τη δυνητική ανάπτυξη. Η δημογραφική αλλαγή επηρεάζει τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους των κρατών, αφού μεταβάλλει τόσο τον αριθμό των ατόμων σε ηλικία εργασίας, όσο και τα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό διαφόρων ηλικιακών κλιμακίων. Ceteris paribus, ένα συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό σημαίνει χαμηλότερο ΑΕΠ και, ως εκ τούτου, υψηλότερο λόγο χρέους. Η γήρανση του πληθυσμού αυξάνει, επίσης, τις δημόσιες δαπάνες για τους ηλικιωμένους μέσω υψηλότερου συνολικού κόστους συντάξεων και κόστους υγειονομικής περίθαλψης. Προκειμένου οι ευρωπαϊκές χώρες να διατηρήσουν υπό έλεγχο τους δείκτες χρέους και να συμμορφωθούν με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ είναι αναγκαίο να πετυχαίνουν ικανοποιητικά διαρθρωτικά πρωτογενή ισοζύγια (“How demographic change will hit debt sustainability in European Union countries”, Bruegel, Σεπτέμβριος 2024).
Προκειμένου να αποφευχθεί η συμπίεση των κρίσιμων δαπανών των κρατικών προϋπολογισμών, διατηρώντας ταυτόχρονα το χρέος βιώσιμο, οι χώρες αλλά και τα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ θα πρέπει να ασχοληθούν πιο εντατικά με τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων του δημογραφικού στις οικονομίες. Για παράδειγμα, ο συνδυασμός μεταρρυθμίσεων που στοχεύουν στην αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού (συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και των γυναικών), την ενίσχυση της παραγωγικότητας, την αύξηση της μετανάστευσης (εργατικό δυναμικό νεαρότερων ηλικιών) και τα κίνητρα για αύξηση των γεννήσεων, μπορούν να μειώσουν ουσιαστικά τη δημοσιονομική προσαρμογή που απαιτείται για την αντιστάθμιση του υψηλότερου κόστους γήρανσης.
Τέλος, αξίζει να γίνει μία σύγκριση μεταξύ της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Διαχρονικά, οι ΗΠΑ παρουσίαζαν αξιοσημείωτη δυναμική στα δημογραφικά στοιχεία, λόγω της μεγάλης μετανάστευσης και των σχετικά υψηλών ποσοστών γεννήσεων, που είχαν ως αποτέλεσμα την ταχύτερη αύξηση του πληθυσμού σε σχέση με την Ευρώπη. Επιπλέον, οι Αμερικανοί εντός των συνόρων τους ήταν πιο πρόθυμοι από τους Ευρωπαίους να μετακινηθούν μεταξύ των Πολιτειών για την αναζήτηση νέας εργασίας. Αυτός ο δυναμισμός συνέβαλε στη δημιουργία ενός ευέλικτου εργατικού δυναμικού.
Ωστόσο, οι εκάστοτε πολιτικές των κομμάτων και η πανδημική κρίση επιδείνωσαν την παραπάνω δημογραφική τάση των ΗΠΑ που, όμως, εξακολουθεί να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από την ΕΕ. Ενδεικτικά, ο αριθμός των γεννήσεων ανά γυναίκα στις ΗΠΑ έχει μειωθεί, πλησιάζοντας τον αντίστοιχο αριθμό της Ευρώπης, ενώ το ποσοστό του πληθυσμού που υπερβαίνει τα 65 έτη έχει αυξηθεί, παραμένοντας, όμως, σε επίπεδα κάτω του αντίστοιχου ποσοστού της ΕΕ.
Η παγκόσμια οικονομία παραμένει ανθεκτική, παρά τις γεωπολιτικές προκλήσεις, σύμφωνα με το ΔΝΤ
ΗΠΑ:Οι γεωπολιτικές διαταραχές παραμένουν στο επίκεντρο της προσοχής των αγορών, με την αμερικανική οικονομία να παραμένει ανθεκτική, όμως η αβεβαιότητα που επικρατεί σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού, λίγες μέρες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών στις ΗΠΑ. Σύμφωνα, με τις προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), η παγκόσμια ανάπτυξη εκτιμάται στο 3,2%, τόσο το 2024, όσο και το 2025. Μάλιστα, το ΔΝΤ προχώρησε σε ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεών του για την ανάπτυξη των ΗΠΑ, στο 2,8%, το 2024, και στο 2,2%, το 2025, κυρίως λόγω της ισχυρότερης κατανάλωσης που επήλθε από την αύξηση των μισθών. Επιπροσθέτως, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,4%, σε ετήσια βάση, τον Σεπτέμβριο, από 2,5%, τον Αύγουστο, αλλά υψηλότερα από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, ενώ ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, αυξήθηκε στο 3,3% τον Σεπτέμβριο, από 3,2% τον προηγούμενο μήνα. Η διατήρηση του πληθωρισμού σε επίπεδα άνω του στόχου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), καθώς και τα νέα στοιχεία για την αγορά εργασίας αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων της Fed, στις αρχές του επόμενου μήνα.
Ευρωζώνη: Την τρίτη μείωση του βασικού της επιτοκίου για το 2024 πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), συνεχίζοντας έτσι τη χαλάρωση της νομισματικής της πολιτικής, στον απόηχο της αναιμικής ανάπτυξης (0,8%, το 2024, και 1,2%, το 2025), σύμφωνα με το ΔΝΤ) και της επιβράδυνσης του πληθωρισμού, που διαμορφώθηκε στο 1,7%, τον Σεπτέμβριο. Μάλιστα, στο ανακοινωθέν της, η ΕΚΤ αναφέρει ότι η αποπληθωριστική διαδικασία βρίσκεται στον σωστό δρόμο, οδηγώντας τις αγορές στην εκτίμηση ότι και στην επόμενη συνεδρίαση θα προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων.
Διεθνής Οικονομία: Σημαντική αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, στο Ην. Βασίλειο, με τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται στο 1,7%, σε ετήσια βάση, τον Σεπτέμβριο (Γράφημα 3β), από 2,2%, τον προηγούμενο μήνα, κάτω από τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας του Ην. Βασιλείου (BoE), για πρώτη φορά από τον Απρίλιο του 2021. O δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας, των τροφίμων, του αλκοόλ και του καπνού, διαμορφώθηκε στο 3,2%, τον Σεπτέμβριο, από 3,6%, τον Αύγουστο, ενώ και ο πληθωρισμός των υπηρεσιών υποχώρησε στο 4,9%. Στην Κίνα, η κεντρική τράπεζα προχώρησε σε νέα μείωση των δύο από τα βασικά της επιτόκια, με στόχο την αναθέρμανση της οικονομίας. Το πενταετές LPR (Loan Prime Rate) επιτόκιο αναφοράς για τα ενυπόθηκα δάνεια μειώθηκε στο 3,6% από 3,85%, ενώ το ετήσιο LPR επιτόκιο αναφοράς για τις χορηγήσεις των τραπεζών σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις μειώθηκε στο 3,1% από 3,35%. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η απόφαση για μείωση των επιτοκίων λήφθηκε μετά τη δημοσίευση των στοιχείων για ανάπτυξη κατά 4,6% σε ετήσια βάση, το τρίτο τρίμηνο του έτους, από 4,7%, το δεύτερο τρίμηνο, αλλά με τον στόχο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 5%, στο σύνολο του έτους, να παραμένει εφικτός.
Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες και οι αγορές των ομολόγων
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου του Σικάγου, οι συνολικές καθαρές τοποθετήσεις (αγορές μείον πωλήσεις), στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο διατηρήθηκαν θετικές την εβδομάδα που έληξε στις 18 Οκτωβρίου. Οι θετικές θέσεις (υπέρ του ευρώ, ‟long”) μειώθηκαν κατά 21.948 συμβόλαια, με αποτέλεσμα οι συνολικές καθαρές θέσεις να διαμορφωθούν στα 17.150 συμβόλαια από 39.098 συμβόλαια, την προηγούμενη εβδομάδα.
Σταθεροποιητικές τάσεις παρατηρούνται στη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου, με την ισοτιμία, στις 24 Οκτωβρίου, να βρίσκεται στο 1,078 €/$. Η ανθεκτικότητα της οικονομίας των ΗΠΑ και η ενίσχυση της εκτίμησης ότι η Fed δεν θα προχωρήσει σε εκ νέου επιθετική επιτοκιακή κίνηση έχουν ανοδική επίπτωση στο δολάριο και στον δείκτη δολαρίου DXY (104,30) που μετρά το αμερικανικό νόμισμα έναντι άλλων σημαντικών νομισμάτων, κοντά στα υψηλά τριών μηνών.
Ελαφρώς καθοδικές τάσεις καταγράφονται στην ομολογιακή αγορά των ΗΠΑ, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ανέρχεται στο 4,21%, στις 24 Οκτωβρίου, ενώ το 2ετές κινείται στο 4,05%, παραμένοντας κοντά σε υψηλό τριών μηνών, καθώς περιορίζονται οι προσδοκίες για τον αριθμό και το ύψος των επιτοκιακών μειώσεων από την Fed. Στη ΖτΕ, παρατηρούνται καθοδικές τάσεις στις αποδόσεις των ομολόγων. Ενδεικτικά, η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου ανήλθε στο 2,28% στις 24 Οκτωβρίου. Τέλος, η διαφορά απόδοσης μεταξύ του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας και του 10ετούς ομολόγου της Γερμανίας (spread) βρίσκεται στις 85 μ.β.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr