H DBRS, τον περασμένο Μάρτιο, είχε, επίσης, διατηρήσει την αξιολόγηση της χώρας στο BBB (low) με σταθερό outlook. Όμως, πέρυσι τον Σεπτέμβριο αποτέλεσε τον πρώτος μεγάλο οίκος αξιολόγησης που έδωσε στη χώρα το investment grade.
Όπως εξηγεί στην ανάλυσή της, η αλλαγή του outlook αντικατοπτρίζει την περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος. Ο τραπεζικός τομέας είναι πιθανό να συνεχίσει να διατηρεί καλή κερδοφορία, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και μειώνοντας τις αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις.
Οι «κληρονομιές» που σχετίζονται με έναν ισχυρό δεσμό των τραπεζών με την κυβέρνηση έχουν, επίσης, υποχωρήσει, ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής απόφασης να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών σε συστημικές τράπεζες, σημειώνει.
Επιπλέον, τα υγιή και αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν περαιτέρω τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ, που αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023.
Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, και αυτές μαζί με υψηλότερες επενδύσεις που υποστηρίζονται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναμένεται να αυξήσουν τη δυναμική και να κάνουν την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοσυντηρούμενη.
Από το 2021, η Ελλάδα ξεπερνά τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ και αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί τα επόμενα δύο χρόνια. Το ΑΕΠ αναμένεται να επεκταθεί κατά περισσότερο από 2% τόσο το 2024 όσο και το 2025.
H αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας στο BBB (low) υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή παλαιότερων θεσμικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του Ταμείου Ανάκαμψης, γεγονός που αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τους ομολόγους της στη ζώνη του ευρώ.
Σημαντικοί πόροι της ΕΕ παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζουν τις επενδύσεις με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. Επιπλέον, υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση για διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στρατηγικής, που αντανακλάται στη ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος παρά τους πολλαπλούς κλυδωνισμούς που έχει αντιμετωπίσει η οικονομία από το 2020.
Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας περιορίζονται από τον ακόμη υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το επίμονο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Υπενθυμίζεται ότι ο μόνος μεγάλος οίκος που διατηρεί τη χώρα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα είναι η Moody’s, η οποία αναμένεται να δημοσιοποιήσει την έκθεσή της για την ελληνική οικονομία την επόμενη Παρασκευή, 13 Σεπτεμβρίου.
Λόγοι πιθανής αναβάθμισης
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω:
- περαιτέρω βελτίωση της κατάστασης του τραπεζικού συστήματος
- συνέχιση των υγιών δημοσιονομικών επιδόσεων, που υποστηρίζονται από διατηρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντική μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους ή
- συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αλλάξει το outlook σε σταθερό, εάν ο τραπεζικός τομέας δεν καταφέρει να μειώσει τις ευπάθειές του, η προβλεπόμενη μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους υποαποδώσει σημαντικά ή εάν η βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης υπονομεύτει.
Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω:
- παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση
- ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
Οι δηλώσεις Χατζηδάκη
Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μετά την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ο πρώτος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που απένειμε, πέρυσι, στην ελληνική οικονομία την επενδυτική βαθμίδα, προχώρησε, σήμερα, σε αναβάθμιση των προοπτικών της από σταθερές σε θετικές. Ακόμα μια θετική είδηση για την Ελλάδα μετά τις σημερινές ανακοινώσεις της Eurostat, που κατατάσσουν την ελληνική οικονομία δεύτερη στην ΕΕ, από πλευράς ανάπτυξης, το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Ακόμα μια θετική είδηση μετά τα αποτελέσματα της δημοπρασίας του ΟΔΔΗΧ για έντοκα γραμμάτια ετήσιας διάρκειας, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα, στις αρχές Σεπτεμβρίου, δανείστηκε με επιτόκιο 2,82%, χαμηλότερο από τη Γαλλία και συγκρίσιμο με το αντίστοιχο Γερμανικό. Ακόμα πιο σημαντικά, ίσως, όμως, είναι όσα γράφει η έκθεση της DBRS για την πρόοδο και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Για την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων. Τον ρυθμό ανάπτυξης που είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ. Τις θετικές εκτιμήσεις για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Τη μείωση του δημοσίου χρέους που – όπως αναφέρεται – στο τέλος του 2024 εκτιμάται πως θα είναι από τις μεγαλύτερες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή. Αλλά και την πολιτική σταθερότητα που εγγυάται τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Η έκθεση της DBRS Morningstar αποτελεί μία ακόμη απόδειξη της ορθότητας της οικονομικής πολιτικής που βασίζεται στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, τις φιλοεπενδυτικές δράσεις και έχει χειροπιαστά αποτελέσματα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Είναι ένας ακόμη λόγος να επιταχύνουμε την προσπάθεια με το ίδιο μείγμα πολιτικής για να ανεβάσουμε την Ελλάδα ψηλότερα.»
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr