Στην ομιλία του σημείωσε τα εξής:
«Με ιδιαίτερη χαρά βρίσκομαι εδώ σήμερα, στο πλαίσιο συζήτησης του νομοσχεδίου για την αναδιάρθρωση της ΕΕΣΥΠ, για να παρουσιάσω τον απολογισμό μίας ιστορικής διαδρομής που ολοκληρώνεται, ενός κύκλου που κλείνει, και μαζί του κλείνει και το μεγάλο κεφάλαιο του ρόλου που διαδραμάτισε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) για την αναδιάρθρωση και την ανάταξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, η σημερινή συζήτηση αποτελεί την πρώτη πινελιά, το άνοιγμα, εάν θέλετε, ενός νέου κύκλου, στον οποίο η τεχνογνωσία του ταμείου και η μετεξέλιξη της συμβολής του θα διατηρηθεί μετεγκαθηστάμενη στους κόλπους της ΕΕΣΥΠ, ως μέρος ενός ευρύτερου συνόλου.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω θυμίζοντας ότι η έναρξη της λειτουργίας του ΤΧΣ συνδέθηκε με μια εξαιρετικά δύσκολη εποχή για την ελληνική οικονομία, και συνέβη εν μέσω μιας από τις μεγαλύτερες κρίσεις δημόσιου χρέους στην ιστορία της χώρας (με την απώλεια της πρόσβασης στις αγορές από το κράτος και την εκτίναξη του δημοσίου χρέους), που εξελίχθηκε σε μια γενικευμένη μακροοικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία απαίτησε εξωτερική χρηματοδότηση συνοδευόμενη από τις αυστηρές διατάξεις των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων που, μεταξύ άλλων, αφορούσαν και τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Σε αυτό το περιβάλλον, και προκειμένου να διασφαλιστούν οι καταθέσεις και η αδιάλειπτη παροχή χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία, ήταν αναγκαία η άμεση θεσμική παρέμβαση για την προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών και των επενδυτών. Αυτό έγινε με την θέσπιση και ενεργοποίηση των διατάξεων του νόμου του ΤΧΣ, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας, σε περίπτωση που θα βρισκόντουσαν σε κατάσταση σημαντικής συρρίκνωσης των κεφαλαίων τους.
Μέσα σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, και υπό την απειλή ενός ενδεχομένου κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το ΤΧΣ επιτέλεσε με απόλυτη επιτυχία τον σκοπό του, διασφαλίζοντας συστηματικά την σταθερότητα και την ανθεκτικότητα του τραπεζικού κλάδου της χώρας. Από την ίδρυσή του ΤΧΣ το 2010 μέχρι και σήμερα, εργαστήκαμε άοκνα, καθώς αρχικά, δρώντας ως όχημα διάσωσης, καλύψαμε το χρηματοδοτικό κενό ύψους 14,4 δις (Funding Gap) των ιδρυμάτων που αξιολογήθηκαν ως μη βιώσιμα από την εποπτική αρχή, τα οποία «έσπασαν» και στη συνέχεια απορροφήθηκαν από τις συστημικές τράπεζες (συνολικά 12 στον αριθμό, μεταξύ των οποίων, θυμίζω, σημαντικές τράπεζες του παρελθόντος όπως η Αγροτική, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο κλπ).
Παράλληλα, ανακεφαλαιοποιήσσαμε και αναδιαρθρώσαμε τις συστημικές τράπεζες εισφέροντας συνολικά 31,8 δις € σε κεφαλαιακές ενισχύσεις. Στη συνέχεια, και στην επόμενη φάση της αποστολής μας, υιοθετήσαμε την πολιτική της «μετοχικής επιμέλειας» (stewardship) ως υπεύθυνος μέτοχος προασπιζόμενοι το δημόσιο συμφέρον, δια της οποίας συμβάλαμε στην συνέχιση της ομαλής χρηματοδότησης της οικονομίας και στην προστασία των καταθέσεων. Κατά το στάδιο αυτό, δηλαδή από το 2018 και μετά ενισχύσαμε, ως ενεργός μέτοχος των τραπεζών, με σημαντικές παρεμβάσεις μας τις δομές της εταιρικής διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων, πρωτοστατήσαμε στη διαδικασία που οδήγησε στη δραστική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ), πραγματοποιήσαμε επενδύσεις με αναπτυξιακό χαρακτήρα για αποφυγή απομείωσης αξίας των συμμετοχών μας. Τέλος, συνεισφέραμε στον μετασχηματισμό, και εν τέλει στην επιστροφή στην λειτουργική κερδοφορία των ελληνικών συστημικών τραπεζών, καθιστώντας αυτές ιδιαίτερα ελκυστικούς επενδυτικούς προορισμούς.
Με την τροποποίηση του νόμου του Ταμείου τον Ιούνιο του 2022, εταιρικός σκοπός και στόχος μας, πέραν της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, αποτέλεσε και η επιστροφή των τραπεζών στην ιδιωτική οικονομία εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, με καταληκτικό χρονικό όριο το τέλος του 2025. Στο πλαίσιο αυτό, προβήκαμε από το τέταρτο τρίμηνο του 2023 έως και το πρώτο τρίμηνο του 2024 σε πλήρη διάθεση των συμμετοχών μας στις 3 από τις 4 συστημικές τράπεζες, και στη μερική αποεπένδυση από την τέταρτη, δηλαδή την Εθνική Τράπεζα, αξιοποιώντας τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες στις διεθνείς αγορές, αλλά και το ιδιαίτερα θετικό μακροοικονομικό και μικροοικονομικό περιβάλλον της χώρας μας, για την επιτυχημένη διάθεση των συμμετοχών μας.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) και η επιστροφή των τραπεζών στον ιδιωτικό τομέα, αποτελούσαν δύο από τις βασικές προϋποθέσεις που έθεταν οι διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας (investment grade) από την Ελληνική Δημοκρατία. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας οδήγησε στη μείωση του κόστους δανεισμού και ενίσχυσε το επενδυτικό προφίλ της χώρας. Για την επίτευξη και των δύο προαναφερθέντων προϋποθέσεων η συμβολή του ΤΧΣ ήταν, αδιαμφισβήτητα, καταλυτική. Να σημειώσουμε, εδώ, ότι η κορύφωση των ΜΕΔ έφτασε το ιλιγγιώδες ποσό των €107,2 δισεκ. τον Μάρτιο του 2016, ενώ τον Μάρτιο του 2024 το αντίστοιχο ποσό ανήλθε σε μόλις €11,1 δισεκ. ,σημειώνοντας μια εκπληκτική μείωση κατά €96,1 δισεκ. ή περίπου 90%.
Στο παραπάνω πλαίσιο, μία από τις κορυφαίες (ίσως και η κορυφαία) πρωτοβουλίες μας, ήταν η μελέτη και εμπεριστατωμένη πρόταση του ΤΧΣ προς το Υπουργείο Οικονομικών το 2018, για τη δημιουργία του συστήματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων με κρατικές εγγυήσεις, στο οποίο βασίστηκε το σχέδιο που στη συνέχεια ονομάστηκε "Ηρακλής".
Το σχέδιο προέβλεπε την τιτλοποίηση μη εξυπηρετούμενων δανείων με τη μερική εγγύηση της Ελληνικής Δημοκρατίας. Συνολικά το «Σχέδιο Ηρακλής» επέτρεψε στις ελληνικές συστημικές τράπεζες να μειώσουν τα ΜΕΔ τους κατά περίπου €51 δισ. ή το 53% της συνολικής μείωσης (€96,1 δισεκ.) των ΜΕΔ από την κορύφωση τους. Κατά συνέπεια, ο δείκτης ΜΕΔ του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το δυσθεώρητο 49,1% (δηλαδή 1 στα δύο δάνεια κόκκινο) τον Σεπτ. 2016 που αποτέλεσε το ανώτατο σημείο του, διαμορφώθηκε στο 7,5% τον Μαρ. 2024. Ωστόσο, θέλω να τονίσω ότι, οι πολλές και σημαντικές δράσεις του ΤΧΣ (που δεν έχω το χρόνο να αναφερθώ αναλυτικά σήμερα), εκτός του σχεδίου «Ηρακλής», συνέβαλαν αποφασιστικά στη συνολική μείωση των ΜΕΔ.
Για να ομιλούμε με νούμερα υπαρκτά, αναφορικά με όλες τι παραπάνω σημαντικές χρηματικές παρεμβάσεις και δράσεις του ΤΧΣ, μέχρι σήμερα έχουμε διαθέσει κεφάλαια 46,2 δισ. ευρώ που αναλύονται σε τρεις κατηγορίες:
α. €14,4 δισ. Ευρώ για την εξυγίανση μη συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων. Το ΤΧΣ συνεισέφερε στο χρηματοδοτικό κενό των 12 τραπεζικών ιδρυμάτων τα οποία ο επόπτης έκρινε ως μη βιώσιμα.
β. €30,9 δισ. ευρώ στην ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών το 2013 και 2015. Το ΤΧΣ ανακεφαλαιοποίησε τις τράπεζες διασφαλίζοντας με απόλυτη επιτυχία το σύνολο των καταθέσεων όλων των πολιτών, συνολικά επταπλασίου ύψους 215 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 100 δις ήταν μη εγγυημένες, βάσει των στοιχείων του Ιουνίου του 2013, όταν και ολοκληρώθηκε η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση.
γ. Μετά το 2021, το ΤΧΣ κατέβαλε συνολικά €0.9 δισ. ευρώ , για τη συμμετοχή του στις λεγόμενες αναπτυξιακές αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου: (€0,44 δισ. ευρώ σε δύο συστημικές τράπεζες και €0,5 δισ. ευρώ στην Τράπεζα Αττικής).
Ταυτόχρονα, το Ταμείο έχει εισπράξει συνολικά από το 2012 έως σήμερα, το ποσό των 7,5 δις., εκ των οποίων α) €3,8 δισ. από τα CoCos του 2015 και τις προμήθειες από την ανακεφαλαιοποίηση του 2013, β) €2,8 δισ. από τις συναλλαγές αποεπένδυσης του 2023 και 2024, και γ) € 0,9 δις εισπράξεις από τις τράπεζες υπό εκκαθάριση. Επιπροσθέτως, η αξία του χαρτοφυλακίου των υπολειπόμενων συμμετοχών του ανέρχεται σε 2,616 δις ευρώ (αποτίμηση με κλείσιμο Παρασκευής 26/7/2024) .
Απομονώνοντας τα νούμερα, είναι απολύτως διακριτό το κόστος που επωμίστηκε το ΤΧΣ για την σταθερότητα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα. Τόσα χρήματα χρειάστηκαν και αξιοποιήθηκαν λοιπόν, για την προστασία των καταθέσεων των Ελλήνων πολιτών, την αιμοδοσία των ελληνικών επιχειρήσεων και νοικοκυριών με ρευστότητα (έστω και τη σε κάποιες περιόδους αναιμική), αλλά και για να έρθουν οι ελληνικές τράπεζες στο επίπεδο που βλέπουμε σήμερα, πλήρως εξυγιασμένες, αποδοτικές και κερδοφόρες, ώστε να προσελκύουν επενδυτές, να στηρίζουν την πραγματική οικονομία και να μοιράζουν μερίσματα.
Είναι, κρίνω, χρήσιμο να υπενθυμίσω στο σημείο αυτό ότι, όπως ανέλυσε τον Απρίλιο 2024 ο κύριος Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος σε αυτήν ακριβώς την αίθουσα, συμπεριλαμβάνοντας το όφελος του δημοσίου από την εθελοντική ανταλλαγή του δημοσίου χρέους (PSI), τα μερίσματα που κατέβαλλε η Τράπεζα της Ελλάδος στο Ελληνικό δημόσιο λόγω της παροχής ρευστότητας στις τράπεζες, αλλά και την απόσβεση του DTC, τότε ο Έλληνας φορολογούμενος έχει ωφεληθεί συνολικά κατά περίπου 3,5 δισ. ευρώ.
Αναφορικά με τις μεταρρυθμιστικές δράσεις του ΤΧΣ για την ενίσχυση των δομών εταιρικής διακυβέρνησης, θέλουμε να επισημάνουμε ότι, με τις τρεις αξιολογήσεις (2016, 2017, 2021) των συστημικών τραπεζών που πραγματοποίησε το ΤΧΣ, σε συνεργασία με υψηλού κύρους ανεξάρτητες διεθνείς εξειδικευμένες εταιρείες, επιβεβαιώθηκε η επίτευξη των εξής:
- Από τον Ιούλιο του 2016 που ολοκληρώθηκε η αξιολόγηση μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2017 το 59% του συνόλου των μελών και το 73% του συνόλου των μη εκτελεστικών μελών ΔΣ των συστημικών τραπεζών αντικαταστάθηκαν με κατάλληλους νέους υποψηφίους με σημαντική διεθνή εμπειρία, δεξιότητες και γνώσεις.
Επισημαίνεται ότι το 1/3 των μελών των ΔΣ που διορίστηκαν ήταν γυναίκες, στοιχείο πρωτόγνωρο για την Ελλάδα, με σκοπό τη σταδιακή επίτευξη ορθολογιστικής εκπροσώπησης των 2 φύλων στα ΔΣ των τραπεζών.
- Οι τράπεζες βελτίωσαν σημαντικά το πλαίσιο, την κουλτούρα διαχείρισης κινδύνων, τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου τους, τη λειτουργία των επιτροπών Διαχείρισης Κινδύνων και Ελέγχου του ΔΣ, υλοποιώντας τις 175 σχετικές συστάσεις του ΤΧΣ εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος.
- Το Μαρτίο του 2018, το ΤΧΣ δημοσίευσε τις «Οδηγίες για τη διαδικασία επιλογής και διορισμού των μελών του ΔΣ», προκειμένου να βοηθήσει τις τράπεζες να βελτιώσουν τις πολιτικές τους, διασφαλίζοντας παράλληλα μια διαφανή διαδικασία επιλογής και διορισμού για τα μέλη του ΔΣ.
- Τον Μάιο του 2018, το ΤΧΣ δημοσίευσε τις «Αρχές για την αμοιβή των μη εκτελεστικών μελών ΔΣ («NED»)» στο ευρύτερο πλαίσιο των συνεχιζόμενων εξελίξεων στην εταιρική διακυβέρνηση.
- Το 2018 το ΤΧΣ πρότεινε τη σύσταση Επιτροπής Δεοντολογίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης στα ΔΣ των τραπεζών. Υιοθετώντας την πρόταση ήδη δύο από τις συστημικές τράπεζες (Εθνική και η Πειραιώς) είχαν συστήσει τις εν λόγω Επιτροπές.
- Το 2021, το ΤΧΣ πρότεινε την εισαγωγή του «The Senior Independent Non-Executive Director» (SINED) του ΔΣ που θεωρείται, από τους διεθνείς επενδυτές, ως ουσιαστικής σημασίας για την εποπτεία του διοικητικού συμβουλίου και τις αποφάσεις σχετικά με τη στρατηγική, τον σχεδιασμό διαδοχής, τις αμοιβές ΔΣ και τη λογοδοσία προς τους μετόχους. Κατά το 2021, η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς καθιέρωσαν τη θέση της SINED.
Περαιτέρω, και αναφορικά με την άσκηση της πολιτικής «μετοχικής επιμέλειας» (stewardship), το ΤΧΣ ως υπεύθυνος μέτοχος:
- συμμετείχε ενεργά μέχρι σήμερα, μέσω των εκπροσώπων του, σε περισσότερες από 950 συνεδριάσεις ΔΣ, καθώς και σε περισσότερες από 2.000 συνεδριάσεις των Επιτροπών των ΔΣ των τεσσάρων συστημικών τραπεζών και της Τράπεζας Αττικής .
- επισκόπησε και παρείχε, μέσω των εξειδικευμένων στελεχών του, σχόλια και οδηγίες για περισσότερα από 15.000 θέματα ημερήσιας διάταξης ΔΣ και επιτροπών ΔΣ σε σχέση με την στρατηγική, τον μετασχηματισμό και την αναδιάρθρωση, τον εσωτερικό έλεγχο, την εταιρική διακυβέρνηση, τη διαχείριση κινδύνων, την κανονιστική συμμόρφωση, την ανάδειξη υποψηφίων, την πολιτική αποδοχών, τα θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και διακυβέρνησης (ESG) και την χρηματοοικονομική απόδοση των τραπεζών.
- επισκόπησε και παρείχε την απόφαση του και κατά τα προβλεπόμενα από το νόμο, μέσω του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού του σε 189 εξειδικευμένα αιτήματα των τραπεζών σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων, την εταιρική διακυβέρνηση και την πολιτική αποδοχών και σε 37 αιτήματα των τραπεζών σχετικά με συναλλαγές συνολικού ύψους περίπου €45 δισ. ευρώ.
Κυρίες και κύριοι, είναι φανερό από τα παραπάνω ότι, κατά την διάρκεια της λειτουργίας του το ΤΧΣ, με το έμπειρο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει, έχει αναπτύξει στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, μία μοναδικής κλίμακας τεχνογνωσία -και σε παγκόσμια κλίμακα θα μπορούσα να πω- σε θέματα ανάλυσης και παρακολούθησης στρατηγικής, αναδιάρθρωσης και μετασχηματισμού, επενδύσεων και στρατηγικών συναλλαγών, διαχείρισης κινδύνων, εταιρικής διακυβέρνησης και ESG, χρηματοοικονομικής διαχείρισης και άσκησης πολιτικής «μετοχικής επιμέλειας» ως υπεύθυνος μέτοχος αναφορικά με τις τράπεζες.
Είναι πολύ σημαντικό δε, η εν λόγω τεχνογνωσία να παραμείνει συγκεντρωμένη σε ένα φορέα και να μην «χαθεί», καθώς η πρόσφατη εμπειρία αποτυχιών τραπεζών σε Ελβετία (θυμίζω Credit Suisse) και ΗΠΑ (θυμίζω οι Silicon Valey Bank, Signature Bank & First Republic Bank) μας διδάσκει ότι οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις δυστυχώς επαναλαμβάνονται. Επισημαίνεται, δε, ότι σε αντίθεση με παρόμοια σχήματα στην Ευρώπη (πχ Μ. Βρετανία, Ισπανία, Ολλανδία), στην Ελλάδα το ΤΧΣ είχε την ευθύνη της αναδιάρθρωσης και παρακολούθησης ως ενεργός και υπεύθυνος μέτοχος του συνόλου του τραπεζικού συστήματος (4 συστημικές τράπεζες και μία μη συστημική) για 14 ολόκληρα χρόνια και όχι κάποιων μεμονωμένων τραπεζών.
Για το λόγο αυτό, θεωρούμε χωρίς αμφιβολία ορθή την επιλογή του νομοθέτη για την διατήρηση και ενίσχυση της εν λόγω τεχνογνωσίας και των αρμοδιοτήτων του ΤΧΣ μέσω της απορρόφησης αυτού από το Υπερταμείο, καθώς το ΤΧΣ μπορεί να «μεταλαμπαδεύσει» την εν λόγω τεχνογνωσία και να προσφέρει σημαντική υποστήριξη στο Υπερταμείο και τις θυγατρικές του, με απώτερο στόχο την δημιουργία πρόσθετης αξίας για τον μέτοχο της, δηλ. το Ελληνικό Δημόσιο.
Αυτή η υποστήριξη που μπορεί να παρέχει η συσσωρευμένη εμπειρία και ετοιμότητα του στελεχιακού δυναμικού του δύναται να διοχετευθεί σε πολλούς τομείς και δραστηριότητες του Υπερταμείου (όπως, μεταξύ άλλων, στην στοχοθεσία και την παρακολούθηση της λειτουργίας και της προόδου των θυγατρικών εταιρειών, στη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των θυγατρικών, στην ολοκληρωμένη οικονομική διαχείριση, αναδιάρθρωση & βελτιστοποίηση του κόστους, στην βελτίωση πολιτικών, διαδικασιών και ανάπτυξης της στρατηγικής κινδύνων, στην ενσωμάτωση ESG κριτηρίων στην στρατηγική των εταιρειών του κλπ κλπ).
Κυρίες και κύριοι, σήμερα, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι ασύγκριτα πιο ισχυρό και ανθεκτικό από ό,τι ήταν στην αρχή της κρίσης. Οι τράπεζες με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του 2024, έχουν θωρακίσει τα κεφάλαια τους, με μέσο συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 19,7%. Στην μερική αποεπένδυση του Ταμείου από την Εθνική Τράπεζα τον περασμένο Νοέμβριο, αλλά και στην πλήρη αποεπένδυση του Ταμείου από την Τράπεζα Πειραιώς τον Μάρτιο, η συνολική ζήτηση ήταν πρωτοφανής και ξεπέρασε κάθε προσδοκία και έφτασε τα €8,6 δις στην περίπτωση της Εθνικής και τα €10,7 δις στην περίπτωση της Πειραιώς (υπερκάλυψη περίπου 8 φορές για κάθε μία). Ιδιαίτερα δε η συναλλαγή της Πειραιώς συνεκτιμώντας πέραν της υπερκάλυψη και άλλα βασικά χαρακτηριστικά της (ποιότητα επενδυτών που συρρεύσαν για να την αποκτήσουν, υπερτίμημα σε σχέση με το κλείσιμο της μετοχής πριν την ανακοίνωση της προσφοράς κλπ) πρόκειται για συναλλαγή άνευ προηγουμένου διεθνώς.
Τέλος, κατά την αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Alpha Bank, το Ταμείο ήρθε σε συμφωνία με την Unicredit, την 2η μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας με παρουσία σε δώδεκα (12) χώρες, και μια από τις παγκοσμίως συστημικά σημαντικές τράπεζες. Η συμφωνία αυτή υπογράμμισε με τον εμφατικότερο τρόπο την επιστροφή, για πρώτη φορά μετά την έναρξη της κρίσης, του ενδιαφέροντος για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από τράπεζες τέτοιας σημαντικότητας. Τι αποδεικνύουν αυτά; Μα τι άλλο, παρά τα γιγαντιαία βήματα βελτίωσης της οικονομίας, αλλά και του τραπεζικού κλάδου, που από ουραγός και παρίας έχει καταστεί περιζήτητος και κοσμεί πλέον τα χαρτοφυλάκια των μεγαλύτερων θεσμικών επενδυτικών διεθνώς.
Κυρίες και κύριοι, το ΤΧΣ διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία αναδιάρθρωσης και ανάταξης του χρηματοπιστωτικού τομέα της χώρας, και συνεχίζει να εργάζεται για την περαιτέρω θωράκιση και ανάπτυξη του. Η ένταξη του όμως, δια της απορροφήσεως στο Υπερταμείο, κληροδοτεί μια σπουδαία παρακαταθήκη αυτή της τεράστιας τεχνογνωσίας που έχει αναπτύξει στη διαχείριση σημαντικών τραπεζικών κρίσεων, που όπως διαπιστώσαμε συμβαίνουν ακόμη και στις ισχυρότερες οικονομίες, εν μέσω ενός τόσο ασταθούς γεωπολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος διεθνώς.
Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω ότι το έργο και η παρακαταθήκη του ΤΧΣ δεν θα ήταν δυνατό να δημιουργηθούν χωρίς την αφοσίωση και τη συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων – των τραπεζών, της κεντρικής τράπεζας της χώρας, της πολιτικής ηγεσίας, των ευρωπαϊκών θεσμών και κυρίως των πολιτών που έδειξαν εμπιστοσύνη στις προσπάθειές μας και δικαιώθηκαν.
Μετά από όλα τα παραπάνω, θέλω να πω ότι ήταν ιδιαιτέρως τιμητική η θέση και η θητεία μου στο ΤΧΣ, ήταν τιμητικό να δουλέψω με αυτή την ομάδα, και να πω ακόμα, ότι όλη η προσπάθεια, προσωπική και όλων των στελεχών ΤΧΣ, ήταν πάντα σε όλες τις φάσεις λειτουργίας του Ταμείου, η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και μόνο, με τράπεζες ζωντανές, βιώσιμες, χάριν όχι μόνο της οικονομίας αλλά, αν όχι πρωτίστως, της κοινωνίας.
Σας ευχαριστώ».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr