Σημειώνεται πως με βάση την ΤτΕ ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,2% το 2024, να επιταχυνθεί σε 2,5% το 2025 και να υποχωρήσει ελαφρά σε 2,3% το 2026.
Βασικές κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα έτη θα συνεχίσουν να είναι οι επενδύσεις, η ιδιωτική κατανάλωση και οι εξαγωγές, ενώ η συμβολή της δημόσιας κατανάλωσης αναμένεται οριακά αρνητική.
Σύμφωνα, επίσης, με τις επικαιροποιημένες προβλέψεις του υποδείγματος παραγόντων του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελλάδας για το έτος 2024 προβλέπεται στο 1,9%.
Παράλληλα, όπως σημειώνει, οι μέχρι στιγμής εκτιμήσεις για την εξέλιξη του ρυθμού ανάπτυξης της ΕΕ το έτος 2024 δείχνουν προς την κατεύθυνση μίας βελτίωσης των συνθηκών, με την ένταση της ανάκαμψης να είναι όμως σε βραχυχρόνιο ορίζοντα περιορισμένη, λόγω των πιέσεων που εξακολουθούν να επηρεάζουν τη Γερμανία και άλλες σημαντικές βιομηχανικές οικονομίες της Ευρώπης.
Ωστόσο, όπως τονίζει το ΚΕΠΕ, η συνολικά ευνοϊκή προοπτική που διαγράφεται για την ελληνική οικονομία, με βάση την παρούσα πρόβλεψη, βρίσκεται αντιμέτωπη με αρκετές προκλήσεις και αβεβαιότητες, οι οποίες σχετίζονται κυρίως με το διεθνές περιβάλλον και ειδικότερα με παράγοντες όπως οι αυξημένοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, η ασθενής εξωτερική ζήτηση, ο πληθωρισμός και τα επιτόκια, αναφέρει το ΚΕΠΕ.
Όπως τονίζει ειδικότερα, και "σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής εκτιμήσεις, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και των επιτοκίων αναφοράς θα είναι σταδιακή, και επομένως οι πιέσεις στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και τις επενδύσεις θα εξακολουθήσουν."
Είναι, συνεπώς, προφανές ότι υπάρχουν ζητήματα με τις απορροφήσεις των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Συγκεκριμένα, ο Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στην την Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, που δημοσιεύτηκε, χθες, αναφέρει ότι η εμπειρία της περιόδου 2021-23 δείχνει ότι ορισμένοι κίνδυνοι υλοποίησης των εθνικών σχεδίων έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, με αποτέλεσμα την υποεκτέλεση των δημόσιων δαπανών που χρηματοδοτούνται από τους πόρους του RRF και την αναβολή τους για τα επόμενα έτη (οπισθοβαρής ανακατανομή δαπανών), παρά το σχετικά ικανοποιητικό βαθμό είσπραξης των κονδυλίων.
Όπως αναφέρεται, σε πολλές χώρες οι πραγματοποιηθείσες δημόσιες δαπάνες που χρηματοδοτούνται από τις επιχορηγήσεις του RRF ήταν αρκετά χαμηλότερες σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις των εθνικών σχεδίων. Η προς τα κάτω αναθεώρηση των συναφών δαπανών (υποεκτέλεση) ήταν ιδιαίτερα σημαντική το 2022 (περίπου 0,6% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο), σχεδόν διπλάσια σε σχέση με το 2021. Την περίοδο 2021-23, σε ορισμένες χώρες μάλιστα όπως η Κροατία, η Ελλάδα και η Βουλγαρία, η υποεκτέλεση εκτιμάται περίπου στο 1% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο.
Υστέρηση σε εκτέλεση δαπανών
Σύμφωνα με την ΤτΕ, καταγράφεται μια αδυναμία να περάσουν οι πόροι στην πραγματική οικονομία. Όπως σημειώνεται, η Ελλάδα καταγράφει σημαντική υστέρηση στην εκτέλεση των συναφών δαπανών σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό (-0,8% του ΑΕΠ το 2021, -1,3% του ΑΕΠ το 2022, -0,8% του ΑΕΠ το 2023).
Τα εμπόδια
Διοικητικά εμπόδια, πολύπλοκες εσωτερικές διαδικασίες, συμμετοχή πολλών φορέων στη διαχείριση και υλοποίηση των εθνικών σχεδίων, πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων και αρμοδιοτήτων, ελλιπής τεχνική κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης, καθυστερήσεις στην κοστολόγηση των έργων, έλλειψη ανταγωνισμού, έλλειψη διαφάνειας στους διαγωνισμούς, καθυστερήσεις στην ανάθεση συμβάσεων, είναι μεταξύ άλλων οι αιτίες για τις αστοχίες που παρατηρούνται σε όλες τις χώρες, της Ελλάδας μη εξαιρουμένης.
Σύμφωνα με την ΤτΕ υπάρχει, μάλιστα, ένας δείκτης που αναδεικνύει την ανάγκη επιτάχυνσης. Στον τελευταίο κύκλο του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου της ΕΕ (Multiannual Financial Framework, MFF) περίπου το 50% των διαθέσιμων δεσμευμένων κονδυλίων των διαρθρωτικών ταμείων τελικά δαπανήθηκε σε έναν χρονικό ορίζοντα αντίστοιχο με αυτόν του μέσου ανάκαμψης NGEU.
Μέχρι στιγμής, ο ρυθμός εκτέλεσης των δαπανών RRF είναι, κατά μέσο όρο, παρόμοιος με εκείνον των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων, γεγονός που δείχνει ότι χρειάζεται σημαντική επιτάχυνση προκειμένου να αξιοποιηθούν στο σύνολό τους οι επιχορηγήσεις του RRF μέχρι το 2026.
Το αρνητικό αποτύπωμα
Ως αποτέλεσμα της υποεκτέλεσής τους, οι δημόσιες δαπάνες που χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς πόρους (συμπεριλαμβανομένου του RRF) προκαλούν μικρότερη δημοσιονομική ώθηση σε σύγκριση με την προβλεπόμενη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η δημοσιονομική πολιτική στις χώρες της Ευρωζώνης ήταν πιο περιοριστική κατά περίπου 0,2 μονάδες του δυνητικού ΑΕΠ κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2021-23 έναντι των αρχικών προβλέψεων, λόγω της υποεκτέλεσης δημόσιων δαπανών RRF. Ειδικότερα στην Ελλάδα και την Ισπανία, η δημοσιονομική πολιτική ήταν πιο περιοριστική κατά 0,3 μονάδες του δυνητικού ΑΕΠ, σε σύγκριση με 0,6 μονάδες στην Πορτογαλία και την Κροατία.
Επίσης, η υποεκτέλεση των σχετικών δαπανών συνετέλεσε ώστε η συμβολή των συνολικών επενδύσεων στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας ήταν μικρότερη. Στην Ελλάδα η σωρευτική συμβολή των συνολικών επενδύσεων στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ την περίοδο 2021-23 ήταν μικρότερη κατά 2,2 μονάδες έναντι των αρχικών προβλέψεων (σε σύγκριση με 6,2 μονάδες στην Κροατία και 5,8 μονάδες στην Ισπανία).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr