H επίδοση αυτή, επισημαίνει η Alpha Bank στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων, επιβεβαιώνει την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας, πρώτον, στην ενεργειακή κρίση της διετίας 2021-2022 που οδήγησε σε επίμονες πληθωριστικές πιέσεις, δεύτερον, στις γεωπολιτικές εντάσεις εντός και πλησίον της ευρωπαϊκής επικράτειας, τρίτον, στα αυξημένα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τέταρτον, στην επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας και, τέλος, στις φυσικές καταστροφές που έπληξαν τη χώρα, κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου.
Από την άλλη πλευρά, οι ιστορικά υψηλές επιδόσεις του τουρισμού, η αύξηση της απασχόλησης και η εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ενίσχυσαν την ιδιωτική κατανάλωση, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές υπηρεσιών, οι οποίες αποτέλεσαν τους βασικούς πυλώνες της οικονομικής μεγέθυνσης.
Το 2024, αναμένεται η διατήρηση αυτής της δυναμικής της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα. Η αναμενόμενη ανθεκτικότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης εδράζεται στην περαιτέρω ενίσχυση της απασχόλησης και την εν εξελίξει αποκατάσταση των απωλειών στην αγοραστική δύναμη που επέφερε ο υψηλός πληθωρισμός της περασμένης διετίας.
Η επενδυτική δαπάνη, με αρωγούς τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αναμένεται να αυξήσει τη συμβολή της στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Παράλληλα, η δυναμική του ελληνικού τουρισμού για το 2024 παρουσιάζεται ισχυρή (βλ. Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της 05.03.2024), στηρίζοντας τη συμβολή των εξαγωγών υπηρεσιών στην οικονομική δραστηριότητα και, συνεπώς, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Οι εκτιμήσεις αυτές υποστηρίζονται από την πορεία των πρόδρομων δεικτών οικονομικής δραστηριότητας (Δείκτης Οικονομικού Κλίματος και PMI στη μεταποίηση), τους τελευταίους μήνες του 2023 και το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου του 2024. Πιο αναλυτικά, ο δείκτης προσδοκιών των υπευθύνων για τις προμήθειες στη μεταποίηση (Purchasing Managers’ Index-PMI) διαμορφώθηκε στις 55,7 μονάδες, τον Φεβρουάριο του 2024, που αποτελεί την υψηλότερη τιμή από τον Μάρτιο του 2022 και μετά, όταν κατέγραψε σημαντική κάμψη εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Ο PMI ενισχύθηκε, κυρίως, από τη μεγάλη αύξηση στις νέες παραγγελίες και την παραγωγή, η οποία είναι η υψηλότερη που έχει καταγραφεί την τελευταία διετία.
Παράλληλα, εξαιτίας της ενισχυμένης ζήτησης καταγράφηκε ισχυρή αύξηση της απασχόλησης και μείωση των αποθεμάτων. Στο τελευταίο συνέβαλαν και οι πρόσφατες εντάσεις στην Ερυθρά Θάλασσα, που οδήγησαν στην αύξηση του μέσου χρόνου παράδοσης των εμπορευμάτων αλλά και στην αύξηση των τιμών εισροών.
Οι θετικές προοπτικές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνονται και στον Δείκτη Οικονομικού Κλίματος (Economic Sentiment Indicator-ESI). Το 2023, παρατηρήθηκε αύξηση σε σχέση με το 2022 κατά 2,7 μονάδες (κατά μέσο όρο). Επιπλέον, ο εν λόγω δείκτης συνέχισε τη δυναμική του άνοδο και τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, όταν διαμορφώθηκε στις 107,2 μονάδες (Γράφημα 2). Παρά το γεγονός ότι τον Φεβρουάριο καταγράφηκε μια μικρή πτώση στον δείκτη του οικονομικού κλίματος, ο εν λόγω δείκτης ήταν ο δεύτερος υψηλότερος μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σημειώνοντας σημαντική πρόοδο σε σχέση με τον Μάρτιο του 2018 όταν ήταν ο χαμηλότερος.
Αναφορικά με τον δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών για την απασχόληση (Employment Expectation Indicator-EEI), κατέγραψε οριακή άνοδο, το πρώτο δίμηνο του 2024, πρωτίστως λόγω των περισσότερο αισιόδοξων εκτιμήσεων των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου. Ο εν λόγω δείκτης διαμορφώθηκε στις 116 μονάδες και ήταν, επίσης, ο δεύτερος υψηλότερος μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ-27.
Τέλος, η στατιστική επίδραση βάσης (carry-over effect) του ρυθμού μεγέθυνσης του 2023 επί του προσδοκώμενου ετήσιου ρυθμού μεγέθυνσης του 2024 -η οποία υπολογίζεται ως η ποσοστιαία διαφορά μεταξύ του επιπέδου του ΑΕΠ στο τέταρτο τρίμηνο του 2023 και του μέσου επιπέδου του ίδιου έτους- εκτιμάται στο 0,3%.
Ανάλυση συνιστωσών ενεργού ζήτησης για το ΑΕΠ του 2023
Το 2023, η ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας προήλθε, πρωτίστως, από την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αυξήθηκε κατά 1,8% σε σχέση με το 2022, συμβάλλοντας 1,3 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) στον ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ και, δευτερευόντως, από τις επενδύσεις, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 4%, έχοντας τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά στον ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ (0,6 π.μ.).
Επιπρόσθετα, θετική ήταν η συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών (0,5 π.μ.), καθώς η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (3,7%) υπερέβη την αντίστοιχη αύξηση των εισαγωγών (2,1%). Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 3,2%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών κατά 4,2% ως απόρροια των ιστορικά υψηλών τουριστικών εισπράξεων, ενώ οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 1,9% και 2,8%, αντίστοιχα.
Τέλος, η δημόσια κατανάλωση αυξήθηκε κατά 1,7%, το 2023, συμβάλλοντας κατά 0,3 π.μ. στην αύξηση του ΑΕΠ. Αντίθετα, τα αποθέματα (συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών διαφορών) μειώθηκαν σημαντικά, αφαιρώντας από τον ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ 0,6 π.μ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr