Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο κ. Πελαγίδης διευκρίνισε: «Φτάνουμε στο 4% από πέρσι τον Ιούλιο -αν δεν απατώμαι- και επομένως πρόκειται για μια στιγμή στην οποία θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε αυτή η μετάδοση του περιορισμού της ζήτησης, πόσο γρήγορα, για πόσο, ακόμα πιο γρήγορα μπορεί να μεταδοθεί στην οικονομία, έτσι ώστε να φτάσουν οι τιμές σε δύο χρόνια στο 2% (…) Μέχρι τώρα είναι κάπως πιο βατό, πιο εύκολο να μειώσεις από τα ύψη τον πληθωρισμό. Αλλά όταν φτάνεις στο σημείο που πρέπει να πας στο 2%, φαίνεται πως η προσπάθεια πρέπει να είναι πολύ επίμονη και επίπονη, δεδομένου του γεγονότος ότι υπάρχουν διάφορα ζητήματα που αφορούν και τη ζήτηση και την προσφορά».
Ο κ. Πελαγίδης ανέφερε ακόμη:
«Έχουμε εισέλθει σε μια οικονομία των ελλείψεων. Αυτό συμβαίνει παντού. Πάρτε ως παράδειγμα την αγορά εργασίας. 6,4 η ανεργία, 0,2 η αύξηση της απασχόλησης σε ένα περιβάλλον ιδιαιτέρως στάσιμου πληθωρισμού ή το τυπικό στάσιμο. Ο πληθωρισμός περιλαμβάνει αύξηση ανεργίας, πράγμα το οποίο δεν έχουμε δει μέχρι τώρα. Άρα υπάρχει ένα ζήτημα ελλείψεως του εργατικού δυναμικού. Το βλέπουμε και στην Ελλάδα, αλλά και παντού.
Άρα είναι μια περίοδος πολύ δύσκολη, όπου η άνοδος των επιτοκίων μέχρι στιγμής δεν είχε το χρόνο – ή εν πάση περιπτώσει δεν είχε την ίδια αποτελεσματικότητα που είχε όταν συνέβαινε άλλους καιρούς. Άρα μιλούμε για μια εντελώς διαφορετική κατάσταση, δύσκολη, αβέβαιη, με προβλήματα στην προσφορά.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η Ασία φτιάχνει μεσαία τάξη, η μεσαία τάξη έχει διπλασιαστεί και μέχρι το 2030 θα διπλασιάσει το ποσό που ξοδεύει από τα 18 στα 36 τρισ. Μια πίεση από τη ζήτηση, την οποία δεν πρέπει κανείς να αποφεύγει. Τα άλλα τα ζητήματα που υπάρχουν, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, με ζητήματα που αφορούν τα λεγόμενα εμπορεύματα, από τον καφέ μέχρι τη ζάχαρη, η οποία έχει φτάσει σε ένα επίπεδο ρεκόρ πάνω από 800 ευρώ τον τόνο που δεν έχουμε ξαναδεί, τα χτυπήματα είναι από πολλές πλευρές και η κ. Λαγκάρντ θέλει οπωσδήποτε να χτυπήσει τη ζήτηση».
Για το αν οι τράπεζες έχουν μερικούς στόχους να αυξήσουν τα δάνειά τους, επισήμανε:
«Φέτος, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Βλέπουμε μια στασιμότητα, μια μικρή υποχώρηση στα καινούργια δάνεια, στα καθαρά δηλαδή. Είχαμε μια πολύ καλή επίδοση επιχειρηματικά, δηλαδή στα δάνεια προς τις επιχειρήσεις το 2022. Προφανώς είναι μια κατάσταση που φρενάρεται από παντού, ένας δρόμος για να εισέλθει νομισματική πολιτική και να επηρεάσει τις τιμές προς τα κάτω. Είναι ο δρόμος ο χρηματοπιστωτικός, δηλαδή μέσα από τη δανειοδότηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Περιμένουμε μέσα στο 2023 αυτό να επιδράσει στις τιμές προς τα κάτω, αλλά οι προβλέψεις που υπάρχουν και έχουν γίνει από την τράπεζα, την κεντρική, είναι λίγο χειρότερες, δηλαδή λίγο υψηλότερος πληθωρισμός και λίγο χαμηλότερο. Μέχρι οι χώρες που έχουν το βασικότερο πρόβλημα αυτού που λέμε της υποχώρησης του ΑΕΠ, της στασιμότητας, είναι οι χώρες όπως η Γερμανία».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr