Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αρθρογραφία του ο πρώην υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης σημειώνει ότι είναι απαραίτητη η “δέσμευση 10-15 δις για τη διαχείριση των αποζημιώσεων, των μελετών, των σχεδίων και των έργων”, ώστε σε “5 χρόνια να έχει ολοκληρωθεί το πρώτο μεγάλο εγχείρημα ενός Περιφερειακού Σχεδίου που οι μελλοντικές γενιές θα χρησιμοποιούν ως παράδειγμα και οι τωρινές θα μπορούν να επαναλάβουν σε άλλες περιοχές. Μιας αλλαγής, μιας τομής και μιας ρήξης με την «κακοδαιμονία» της πολιτείας, του κράτους, των θεσμών και το αναπόφευκτο της υπαρκτής κλιματικής κρίσης.” Όπως τονίζει “η προέλευση και ο συνδυασμός εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων είναι ένα θέμα που απαιτεί συζήτηση, αλλά η αναγκαιότητα προέχει. Αλλιώς θα δαπανηθούν τα ίδια λεφτά σε αποζημιώσεις και αποκαταστάσεις αφήνοντας πάλι έκθετη την περιφέρεια” συμπληρώνει ο πρώην υπουργός τονίζοντας ότι “στόχος σε κατάρτιση ενός Μακροχρόνιου Σχεδίου για τη Θεσσαλί, όπως γίνεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και σε και πολιτείες των ΗΠΑ την επαύριο μιας μεγάλης φυσικής καταστροφής”.
Ζητούμενο οι πόροι
Ουσιαστικά ένα άμεσο σχέδιο για τον συνολικό ανασχεδιασμό του παραγωγικού μοντέλου με προώθηση παρεμβάσεων στα μέτωπα των έργων προστασίας από πλημμύρες, χρήσεων γής, πολεοδομικών ανατάξεων και ενίσχυσης των υποδομών, αλλά και αποκατάστασης π.χ. της αγροτικής οδοποιίας, σε άμεσο χρόνο, ώστε να σωθεί ό,τι σώζεται, προβάλλει “εκ των ων ουκ άνευ”. Όμως, αυτό έρχεται σε μια περίοδο που η χώρα, ναι μεν καταγράφει σημαντικές δημοσιονομικές υπερβάσεις, ωστόσο εισέρχεται σε μια διαδικασία δημοσιονομικού μαζέματος, λόγω των κοινοτικών κανόνων.
Σημειώνεται ότι με βάση τις προτάσεις για αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας είναι ξεκάθαρο, με βάση αναφορές τόσο της Κομισιόν, όσο και των “σκληρών” της ΕΕ, που ήδη έχουν περάσει την κεντρική γραμμή, ότι είναι προτάσσεται η υιοθέτηση μιας σφιχτής διαχείρισης στα έσοδα και τις δαπάνες, ώστε να διασφαλιστεί η δημοσιονομική ισορροπία και η επίτευξη υψηλών πλεονασμάτων στους κρατικούς προϋπολογισμούς .
Η πρόκληση
Με άλλα λόγια., το νέο αυτό σκηνικό, αποτελεί πρόκληση για την Ελλάδα, κι όχι μόνο, που καλείται το επόμενο διάστημα να ισορροπήσει, ανάμεσα στην ανάγκη για δημοσιονομική πειθαρχία, στη διασφάλιση ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά κι ένα πρόγραμμα μεγάλων έργων αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, που ειδικά για τις Μεσογειακές χώρες, όπως η Ελλάδα, “χτυπά” κόκκινο (πυρκαγιές, ερημοποίηση, πλημμύρας, ανοδική στάθμη της θάλασσας κτλ).
Να σημειωθεί, πάντως, ότι όλα αυτά τα έργα που με ουσιαστικά εντάσσονται σε ένα καθολικό “πράσινο μετασχηματισμό” επιφέρουν τεραστια δημοσιονομικά βάρη, όχι μόνο για την Ελλάδα. Με βάση, όσα αναφέρει στο Reporter.gr ο Δημήτρης Λιάκος, Οικονομολόγος, πρώην Υφυπουργός παρά το Πρωθυπουργώ, μόνο, η Ιρλανδία, η Σουηδία, η Δανία και η Λετονία μπορούν να αυξήσουν κατά 3% τις “πράσινες δαπάνες” χωρίς να παραβιάσουν τους όρους του Συμφώνου. Ακόμη και η Γερμανία, εάν ανεβάσει τον πήχη των “πράσινων δαπανών” κατά 1% μπορεί να διακινδυνεύσει ενδεχόμενη παραβίαση των δημοσιονομικών κανόνων. Κάτι που είναι βέβαιο για την Ελλάδα κι άλλες Μεσογειακές χώρες, που ήδη βρίσκονται στο “μάτι του κυκλώνα”.
Είναι προφανές, όπως σημειώνει ο κ. Λιάκος, ότι εάν δεν ενσωματωθούν τα νέα δεδομένα που φέρνει η κλιματική κρίση στις συζητήσεις για το Σύμφωνο, κάτι για το οποίο ο ίδιος έχει επανειλημμένα έχει αρθρογραφήσει, σύντομα η χώρα αλλά και συνολικά η ΕΕ θα βρεθεί προ οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού αδιεξόδου. Κι αυτό σε μια περίοδο που η πανδημία έχει επιφέρει όξυνση των ανισοτήτων και βέβαια άνοδο του ακροδεξιού ριζοσπαστισμού.
Το πλαίσιο
Να σημειωθεί, ότι ακόμη, πάντως, κι αν οι συζητήσεις για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας δεν ολοκληρωθούν, μέχρι το φθινόπωρο, είναι ανοιχτό, όπως αναφέρουν πηγές των Βρυξελλών, το 2024 να μην είναι ένα μεταβατικό έτος αλλά να ισχύουν οι δημοσιονομικοί κανόνες του παρελθόντος.
Έτσι, με βάση το Μεσοπρόθεσμο 2023-2026, που κατατέθηκε τον Απρίλιο στην Κομισιόν, ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα αναθεωρήθηκε στο 1,1% του ΑΕΠ για το 2023 από 0,7% του ΑΕΠ που ήταν η εκτίμηση στον προϋπολογισμό για να ανέβει στο 2,1% του ΑΕΠ για το 2024, στο 2,3% το 2025 και στο 2,5% το 2026.
Επίσης, με βάση, την πρόταση που έχει καταθέσει η Κομισιόν προβλέπεται ένα αυστηρό πλαίσιο για την πορεία αύξησης των δαπανών για χώρες με υψηλό δείκτη χρέους. Δηλαδή, τονίζεται ότι η ετήσια αύξηση των δημοσίων δαπανών δεν θα ξεπερνά το 2,6%, πράγμα που σημαίνει ότι στη χώρα μας θα κινείται αυστηρά στα 2,6-2,7 δισ. ευρώ στο θέμα των παροχών καθώς το συνολικό ύψος των πρωτογενών δαπανών αγγίζει τα 106 δις. ευρώ, πράγμα που μειώνει τον διασκελισμό για αυξημένες φοροελαφρύνσεις.
Βέβαια, δίνεται δυνατότητα για νέες παρεμβάσεις, εφόσον υπάρχουν αντίστοιχες αλλαγές στο μείγμα των φόρων, ενώ προβλέπεται η άρση οριζόντων κανόνων για τα κράτη - μέλη και η θέσπιση διμερών συμφωνιών μεταξύ Βρυξελλών και κρατών – μελών, έτσι ώστε οι προϋπολογισμοί να οδηγούν σε καθοδική τροχιά το χρέος τους. Αν οι δείκτες υποδηλώνουν βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα, τότε τα κράτη θα έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής, δηλαδή για μειώσεις φόρων, κοινωνικές ενισχύσεις κ.α.
Το μήνυμα της DBRS
Πάντως, έχει σημασία, ειδικά στη δεδομένη συγκυρία, όπου οι δαπάνες θα “φουσκώσουν” λόγω καταστροφών, η αναφορά του οίκου DBRS στην έκθεση για την αναβάθμιση της οικονομίας,,ότι η σημαντική βελτίωση, όσον αφορά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα και το χρέος ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή μίας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής που ωθεί το αξιόχρεο ανοδικά. Όπερ σημαίνει ότι ο "κορσές" στις δαπάνες, παρά τις καταστροφές, θα είναι στενός, ώστε η χώρα να συνεχίσει σε ρότα αποδεκτή από τους οίκους αξιολόγησης. Πώς όμως θα γίνει κάτι τέτοιο εφικτό,σε περίοδο κλιματικής κρίσης;
Εξαίρεση δαπανών από έλλειμμα
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Δημήτρης Λιάκος" “θα πρέπει να μπει στον προβληματισμό που θα αναπτυχθεί και στις επισημάνσεις που θα θέσει η χώρα κατά τις διαπραγματεύσεις για το νέο Σύμφωνο “η μη υιοθέτηση του «χρυσού κανόνα» της εξαίρεσης δημόσιων επενδύσεων για την κλιματική αλλαγή, την παιδεία, την ασφάλεια κ.α.” Παράλληλα σημειώνει ότι ήδη υπάρχει μια “ασάφεια σχετικά με την προσθήκη ή μη στον ετήσιο υπολογισμό του ελλείμματος, δημοσίων δαπανών που συνδυάζονται με την κοινοτική συνδρομή για την πολιτική συνοχής, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και άλλες κοινές πρωτοβουλίες.”
To IOBE
Παράλληλα, σε μελέτη του ΙΟΒΕ, που δημοσιεύθηκε μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο με θέμα “Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή: Προκλήσεις και προοπτικές της για την ελληνική οικονομία” υπογραμμίζεται ότι η αύξηση της συχνότητας αλλά και της έντασης ακραίων καιρικών φαινόμενων οδηγεί σε ζημιές των περιουσιακών στοιχεία των επιχειρήσεων, επηρεάζει το κόστος ασφάλισης και φυσικά την ομαλή λειτουργία τους αλλά και τις κοινωνικές και οικονομικές ανισορροπίες.
Επόμενη μέρα
“Τέτοιες περιπτώσεις επηρεάζουν σημαντικά το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων και καθώς αυτές έχουν κυρίως τοπικό χαρακτήρα μπορεί να ενισχύσουν το κενό ανταγωνιστικότητας μεταξύ επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον ίδιο κλάδο οικονομικής δραστηριότητας σε περιοχές χαμηλότερης τρωτότητας από την κλιματική αλλαγή” αναφέρει η μελέτη του ΙΟΒΕ.
Νέος προϋπολογισμός
Με αυτό το δεδομένο, φορείς, ήδη, η κυβέρνηση, πέρα από μέτρα, όπως π.χ. παράταση πέραν του 6μήνου της αναστολής φορολογικών- ασφαλιστικών υποχρεώσεων, πρόβλεψη ειδικών ρυθμίσεων οφειλών, “πάγωμα” υποχρεώσεων, επιταγών κτλ, αναζητεί πόρους, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να στηρίξει τα μεγάλο και άκρως κοστοβόρο έργο ανάταξης της περιοχής.
Όπως φαίνεται και με δεδομένους τους περιορισμούς που υπάρχουν σε σχέση με κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, ο Προϋπολογισμός θα κληθεί να σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος για την αποκατάσταση των ζημιών από φυσικές καταστροφές.Ήδη, εξετάζεται η κατάθεση συμπληρωματικού προϋπολογισμού με τις νέες δαπάνες, που ωστόσο θα επιχειρήσει να μην “πειράξει” τη δημοσιονομική στοχοθεσία. Στο πλάνο φαίνεται να είναι μια έξτρα δαπάνη σε πρώτη φάση της τάξης των 700 εκατ. ευρώ, πέρα από το καταγεγραμμένο, στον υπάρχοντα προϋπολογισμό, αποθεματικό για τις έκτακτες περιπτώσεις, που έχει ήδη εξαντληθεί. Ποσό, που βέβαια, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί επαρκής, και, ικανή μόνο να επουλώσει κάποιες πρώτες πληγές.
Το ζήτημα, μάλιστα, είναι ότι το Υπ. Οικονομικών, δεν μπορεί να ανοίκει τους “κρουνούς” καθώς, ναι μεν φέτος, υπάρχει δημοσιονομικό απόθεμα, αλλά για του χρόνου, θα πρέπει να είναι άκρως προσεκτικό, καθώς, βέβαια, και τα επόμενα έτη θα απαοτηθούν σημαντικά ποσά. Κι αυτό, εν όψει και της νέας αξιολόγησης του ελληνικού αξιόχρεου από τον οίκο Moody’s, που όπως και οι άλλοι οίκοι δεν θέλουν “διαταραχές” στη δημοσιονομική στοχοθεσία.
Στο φόντο αυτό ο Πρωθυπουργός μεταβαίνει στο Στρασβούργο, συνοδευόμενος από ένα ,μεγάλο υπουργικό κλιμάκιο, ώστε να δει τι βοήθεια μπορεί να αναμένει και βέβαια τι δαπάνες μπορεί να κάνει χωρίς να επιβαρύνει τα δημοσιονομικά.
Η Ευρώπη και οι εναλλακτικές πηγές
Πάντως με βάση όσα είπε για το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ ο αρμόδιος Επίτροπος Τζεντιλόνι, για φέτος είναι περιορισμένες οι όποιες δυνατότητες από τον “κουμπαρά” του, που δεν ξεπερνά ετησίως τα 1,2 δισ ευρώ. Έτσι, το βάρος πέφτει στα άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, που ωστόσο, όμως, έχει μια σειρά από πρόνοιες και κανόνες, που δεν είναι εύκολο να παρακαμφθούν. Γιαυτό, ενδέχεται, να εστιαστεί η όλη προσπάθεια στο ΕΣΠΑ και τα τα 26,2 δισ ευρώ, που δικαιούται η Ελλάδα για την προγραμματική περίοδο 2021- 2027. Από αυτά, τα 2,978 δισ ευρώ αφορούν στο πεδίο “Περιβάλλον- Κλιματική Αλλαγή” και άλλα 470 εκ ευρώ προορίζονται για το Περιφερειακό Πρόγραμμα της Θεσσαλίας. Στόχος είναι και τα δύο πεδία να ενισχυθούν. Όσο για τα κονδύλια από τα Γεωργικά Ταμεία, επί του παρόντος η Ελλάδα έχει λαμβάνειν περί τα 13,5 δισ ευρώ από τις Βρυξέλλες.
Πάλι το “μαξιλάρι”
Άλλη μια πιθανή πηγή για κάλυψη των δαπανών, θα μπορούσε να είναι και το “μαξιλάρι” των 38 δισεκ. που έχτισε η προηγούμενη κυβέρνηση (ΣΣ με υπουργό Οικονομικών τον νυν υποψήφιο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλ. Τσακαλώτο) και συντήρησε με επιμέλεια η επόμενη της Ν.Δ. Πλέον, με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η μείωση των αναγκών διακράτησης πόρων στο εν λόγω “μαξιλάρι” ή εξοικονόμηση άλλων χρημάτων από τη μείωση εκδόσεων εντόκων, όπως έχουν αναφέρει αρμόδιοι παράγοντες, μπορεί να δίνει μια σχετική λύση για τον “αναγκαίο κουμπαρά” για την αντιμετώπισης των τεράστιων αναγκών.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr