Συγκεκριμένα, η DBRS αναβάθμισε την Ελλάδα στη βαθμίδα BBB (low) με σταθερές προοπτικές (trend), κάνοντας ένα «βήμα» παραπάνω απ’ ότι αναμενόταν. Προηγουμένως, βαθμολογούσε τη χώρα με BB (high) και σταθερές προοπτικές, δηλαδή ένα «σκαλοπάτι» κάτω από το investment grade.
Ο καναδικός οίκος είναι ο πρώτος από τους τέσσερις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναγνωρισμένους (μαζί με τους αμερικανικούς Standard and Poor’s, Moody’s και Fitch), που «ανεβάζει» την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα μετά την οικονομική κρίση και τα μνημόνια. Είχε προηγηθεί στις 4 Αυγούστου η γερμανική Scope Ratings (μη αναγνωρισμένη από την ΕΚΤ), η οποία αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ-, ενώ επίσης άλλαξε το outlook από θετικό σε σταθερό. Πριν την Scope, σε ανάλογη κίνηση είχε προβεί ο ιαπωνικός οίκος R&I.
Μετά την ιστορική απόφαση της DBRS, ακολουθεί στις 15 Σεπτεμβρίου η Moody’s η οποία όμως κρατά την Ελλάδα τρία «σκαλοπάτια» μακριά από την επενδυτική βαθμίδα (Ba3 με θετικές προοπτικές). Οι άλλοι δύο οίκοι διατηρούν τη χώρα ένα «βήμα» μακριά από το investment grade, με τον S&P να προχωρά σε αξιολόγηση στις 20 Οκτωβρίου και τη Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
Η αξιολόγηση της DBRS
Όπως αναφέρεται στην σχετική έκθεση, η DBRS Ratings GmbH (DBRS Morningstar) αναβάθμισε τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος της Ελληνικής Δημοκρατίας από BB (high) σε BBB (low). Ταυτόχρονα, η DBRS Morningstar αναβάθμισε τις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος από R-3 σε R-2 (middle). Οι προοπτικές σε όλες τις αξιολογήσεις παραμένουν σταθερές (stable).
Βασικά στοιχεία του credit rating
Η αναβάθμιση αντανακλά στην άποψη της DBRS ότι, σύμφωνα με το εντυπωσιακό ιστορικό της Ελλάδας, οι τοπικές αρχές θα παραμείνουν προσηλωμένες στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, διασφαλίζοντας ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε πτωτική τάση. Τα μέτρα στήριξης που σχετίζονται με την ενέργεια δεν εμπόδισαν το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο να φτάσει σε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ το 2022. Αναμένεται πλεόνασμα 1,1% φέτος και 2,1% το 2024. Από την κορύφωσή του το 2020, ο δείκτης δημόσιου χρέους έχει υποχώρησε κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.), εκ των οποίων οι 23 π.μ. πέρυσι, επωφελούμενος από τη δημοσιονομική αποκατάσταση και την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ. Η σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και του χρέους ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή ενός συνετού δημοσιονομικού σχεδίου που οδηγεί στην αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες το 2022, η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα, σημειώνοντας ανάπτυξη 5,9% με συνεχείς βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις, αλλά και την ανάκαμψη στον τουριστικό τομέα. Καθώς το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0) συνεχίζει να εφαρμόζεται, οι επενδύσεις θα παραμείνουν σημαντική πηγή ανάπτυξης, αν και υπάρχουν εξωτερικοί καθοδικοί κίνδυνοι. Η βελτιωμένη πιστοληπτική ικανότητα αντικατοπτρίζει επίσης την ενίσχυση σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τους θεσμούς του ευρωσυστήματος, που προέρχεται από παλαιότερες δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και μεταρρυθμίσεις. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα συνεχίζει να στηρίζεται από ισχυρά οφέλη χρηματοδότησης σε περιόδους κρίσεων, ιδίως με τα νέα εργαλεία και μέσα του συστήματος ΕΕ/ευρώ που έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια. Οι βελτιώσεις στα δομικά στοιχεία «Δημοσιονομική Διαχείριση και Πολιτική» και «Χρέος και Ρευστότητα» είναι οι βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Η αξιολόγηση BBB (low) και οι σταθερές προοπτικές της Ελλάδας υποστηρίζονται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στην ευρωζώνη και από την εφαρμογή προηγούμενων οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του RRP της, το οποίο αποτελείται από μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και τις επενδύσεις, μειώνοντας έτσι το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στην ευρωζώνη. Η DBRS Morningstar πιστεύει ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζει την ανάπτυξη των επενδύσεων με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. Οι αξιολογήσεις περιορίζονται από τις οικονομικές ατασθαλίες που κληρονόμησαν από την παρατεταμένη κρίση της Ελλάδας, δηλαδή τον πολύ υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το ακόμη σημαντικό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και το υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Που βασίζεται η βαθμολόγηση
Οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν περαιτέρω εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω:
(1) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές
(2) διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, που οδηγεί σε διαρκή μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους
Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω:
(1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση
(2) αντιστροφή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
(3) ανανέωση της αστάθειας του χρηματοπιστωτικού τομέα
Αιτιολόγηση
Η νέα κυβέρνηση διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής η οποία ενισχύει την εφαρμογή του RRP και με τη σειρά της υποστηρίζει την οικονομία
Μετά από δύο διαδοχικές γενικές εκλογές, τον Ιούνιο του 2023, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) εξασφάλισε την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το εκλογικό αποτέλεσμα φέρνει άλλη μια περίοδο πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα και διασφαλίζει την πολιτική συνέχεια. Η κυβερνητική πλειοψηφία είναι σταθερή και θα παράσχει νομοθετική σταθερότητα σε μια εποχή που η Ελλάδα χρειάζεται να εκπληρώσει τους στόχους και τα ορόσημα του RRP της, με στόχο την τόνωση των οικονομικών της προοπτικών. Η DBRS Morningstar θεωρεί ότι η πολιτική ατζέντα της νέας κυβέρνησης ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τις προσδοκίες. Επιπλέον, η νέα κυβέρνηση αναμένεται να παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι το χρέος θα μειωθεί στο 162,6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 και στο 135,2% μέχρι το τέλος του 2026. Η Ελλάδα αποπληρώνει επίσης το γενικό χρέος και αυξάνει το μερίδιό της στο χρέος του ιδιωτικού τομέα. Οι κυβερνητικές προτεραιότητες επικεντρώνονται στην επιτυχή εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος Greece 2.0, με αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις να έρχονται. Επιπλέον, η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει να εκσυγχρονίσει το σύστημα δικαιοσύνης και το σύστημα δημόσιας υγείας, το οποίο μαζί με τις βελτιώσεις στην εκπαίδευση θα συμβάλει στην επίτευξη μακροπρόθεσμων οφελών. Η DBRS Morningstar θεωρεί ότι η βελτίωση του πολιτικού περιβάλλοντος και η δέσμευση της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τις μακροχρόνιες προκλήσεις της Ελλάδας δικαιολογεί μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου του «Πολιτικού Περιβάλλοντος».
Η ανάπτυξη των επενδύσεων καθοδηγεί τις οικονομικές επιδόσεις φέτος
Μετά από την ισχυρή ανάκαμψη το 2021, η ελληνική οικονομία συνέχισε σε σταθερή βάση το 2022 με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 5,9%, ξεπερνώντας τους μέσους όρους της ΕΕ και της ευρωζώνης. Το 2021, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 8,4%, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ανάπτυξη των επενδύσεων και των εξαγωγών, καθώς και από την κλειστή ιδιωτική κατανάλωση. Η οικονομία παρέμεινε ισχυρή το 2022 σημειώνοντας αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 5,9% λόγω των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και των κρατικών μέτρων στήριξης. Φέτος, η ανάπτυξη προβλέπεται να μετριαστεί, αν και αναμένεται να ξεπεράσει το 2%, καθώς τα σταθερά έσοδα από τον τουρισμό και η επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας θα στηρίξουν την οικονομία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 2,3% φέτος, κυρίως λόγω των επενδύσεων. Υποστηριζόμενες επίσης από τα Ταμεία Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), οι επενδυτικές δαπάνες αυξάνονται από το 2019, αυξάνοντας το μερίδιο των επενδύσεων στο ΑΕΠ από 10,7% σε 13,7% στο τέλος του 2022. Σύμφωνα με την άποψη της DBRS Morningstar, η εφαρμογή των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων έχει ενισχύσει την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει ικανοποιητική πρόοδο με την εφαρμογή του σχεδίου Greece 2.0 αξιοποιώντας τόσο τη συνιστώσα επιχορήγησης όσο και τη συνιστώσα δανείου NGEU. Αυτό βοηθά επίσης στην αύξηση του κεφαλαιακού αποθέματος, το οποίο το 2022 έγινε θετικό, για πρώτη φορά από το 2009. Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει λάβει 5,75 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 5,35 δισ. ευρώ για τη συνιστώσα του δανείου. Στα τέλη Αυγούστου, η κυβέρνηση ζήτησε να τροποποιήσει το σχέδιό της και να προσθέσει επιπλέον κονδύλια στο κεφάλαιο REPowerEU. Το συνολικό κονδύλι αναμένεται να φτάσει σχεδόν τα 36 δισ. ευρώ για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, γεγονός που προβλέπεται να συμβάλει στη κάλυψη του επενδυτικού χάσματος μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στην ΕΕ και στη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης. Αυτό αποτελεί παράγοντα που συμβάλλει στις πιστωτικές βελτιώσεις κατά την άποψη της DBRS Morningstar. Η διάθεση κονδυλίων της ΕΕ, εάν συνδυαστεί με την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας και θα δικαιολογήσει μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου «Οικονομική Δομή και Απόδοση». Επιπλέον, το αποτέλεσμα του εκλογικού αποτελέσματος του Ιουνίου θα φέρει άλλα τέσσερα χρόνια πολιτικής σταθερότητας, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να προχωρήσει με ταχύτητα στις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις.
Βελτιώθηκε η δημοσιονομική θέση το 2022 - Η δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη είναι ένας βασικός παράγοντας που συμβάλλει στη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας
Από το 2009, η Ελλάδα πέρασε μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, με τη σωρευτική βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου να ξεπερνά τις 14 π.μ. έως το 2019. Μετά από χρόνια δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, η Ελλάδα κατέγραψε υψηλά ελλείμματα το 2020 και το 2021 λόγω της βαθιάς οικονομικής συρρίκνωσης και των μέτρων στήριξης για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Το δημοσιονομικό έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 9,7% του ΑΕΠ το 2020, το τρίτο μεγαλύτερο στην ΕΕ, πριν μειωθεί στο 7,1% του ΑΕΠ το 2021. Πέρυσι, οι δημοσιονομικοί λογαριασμοί κατέγραψαν σημαντική βελτίωση με το πρωτογενές ισοζύγιο να μετατρέπεται σε μικρό πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ. Το 2023, οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και η θετική ανάπτυξη αναμένεται να οδηγήσουν σε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ. Η DBRS Morningstar είναι της άποψης ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει τη δέσμευσή της για δημοσιονομική ευθύνη. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2023, η κυβέρνηση προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% του ΑΕΠ από το 2024 έως το 2026.
Αν και υποχώρησαν, οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές παραμένουν και σχετίζονται με βραδύτερη ανάπτυξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασθενέστερα δημοσιονομικά έσοδα, την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόσθετες δαπάνες που θα προκύψουν από υψηλότερες τιμές ενέργειας από τις προβλεπόμενες σήμερα και την ενεργοποίηση εγγυήσεων του κράτους που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο στην ευρωζώνη, αλλά η ευνοϊκή δομή και το μειωμένο κόστος των επιτοκίων μετριάζουν τους κινδύνους
Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας κορυφώθηκε στο 206,4% του ΑΕΠ το 2020 πριν υποχωρήσει στο 171,3% το 2022, λόγω των βελτιωμένων δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και της υψηλής αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Στον κρατικό προϋπολογισμό του 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει την πτωτική του τάση στο 162,6% το 2023, καταγράφοντας πτώση 43,8 ποσοστιαίων μονάδων από το 2020 και κάτω από τα επίπεδα του 2012. Οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν μετά την καταγραφή ιστορικών χαμηλών επιπέδων το 2021, αλλά πρόσφατα υποχώρησαν κάτω από το 4%. Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες μετριασμού του κινδύνου που σχετίζονται με την ευνοϊκή δομή χρέους της Ελλάδας, καθώς ο επίσημος τομέας κατέχει περισσότερο από το 70% του δημόσιου χρέους με πολύ μεγάλη σταθμισμένη μέση διάρκεια λήξης 20 ετών στο τέλος του 2022 και με 100% του χρέους σε σταθερά επιτόκια . Επιπλέον, ο ΟΔΔΗΧ έχει εφαρμόσει μια προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους χρησιμοποιώντας αντισταθμίσεις επιτοκίων για να μετριάσει τον κίνδυνο αύξησης του κόστους χρηματοδότησης μεσοπρόθεσμα. Το 2023, το μέσο πραγματικό επιτόκιο του μεσοπρόθεσμου έως μακροπρόθεσμου (medium to long term) δανεισμού αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,2%.
Η Ελλάδα έχει αποπληρώσει πλήρως τα δάνειά της από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και προπλήρωσε 2,7 δισ. ευρώ της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης (δάνεια GLF) το 2022. Αναμένεται μια περαιτέρω πρόωρη αποπληρωμή μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Παρά το ευνοϊκό προφίλ χρέους, η DBRS Morningstar σημειώνει ότι η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας βασίζεται κυρίως στην ικανότητά της να επιστρέφει και να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα και σε σταθερούς ρυθμούς αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, καθώς μακροπρόθεσμα το χρέος του επίσημου τομέα θα αντικατασταθεί με χρέος που χρηματοδοτείται από την αγορά, το οποίο θα είναι ευαίσθητο στην αστάθεια της αγοράς. Τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα ύψους περίπου 35 δισ. ευρώ εξακολουθούν να χρησιμεύουν ως απόθεμα ρευστότητας και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά. Αυτά τα αποθεματικά συνδυάζονται με την προληπτική στρατηγική διαχείρισης χρέους για την επίτευξη του χαμηλότερου δυνατού επιτοκιακού κόστους, μειώνοντας έτσι σημαντικά τους κινδύνους αποπληρωμής και ενισχύοντας τον θετικό ποιοτικό παράγοντα στο δομικό στοιχείο «Χρέος και Ρευστότητα». Ταυτόχρονα, κατά την άποψη της DBRS Morningstar, η δημοσιονομική ευθύνη και η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη είναι βασικά σε σχέση με τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας.
Σημαντική πρόοδος στη μείωση των ΜΕΔ, αλλά τα υψηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητα αποπληρωμής των οφειλετών
Σημαντική προσπάθεια έχει γίνει για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ελλάδας. Ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε στο 8,8% στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2023 από 12,1% το πρώτο τρίμηνο του 2021, μειωμένος κατά 40,3 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017. Αυτή η μείωση οφείλεται κυρίως στις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του προγράμματος Hercules Asset Protection (HAPS), το οποίο έληξε τον Οκτώβριο του 2022. Η ποιότητα ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών συνέχισε να βελτιώνεται, ωθούμενη κυρίως από δραστηριότητες οργανικής προπόνησης. Στο πλαίσιο του RRF, η Ελλάδα θα συνάψει δάνεια ύψους 12,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 11,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω των ελληνικών τραπεζών. Η DBRS Morningstar σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και κατανομή των κεφαλαίων RRF από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των NPLs που έχει σημειωθεί, τοποθετεί καλά τις τράπεζες στην αύξηση της παροχής πιστώσεων προς τις ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη. Ωστόσο, βασική πρόκληση παραμένει η επίλυση των ιδιωτικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην πραγματική οικονομία και πλέον διαχειρίζονται οι εταιρείες εξυπηρέτησης πιστώσεων. Ταυτόχρονα, το δυσκολότερο μακροοικονομικό περιβάλλον και το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών και να οδηγήσουν σε νέα NPLs. Αυτό εξηγεί την αρνητική ποιοτική προσαρμογή της DBRS Morningstar στην αξιολόγηση δομικών στοιχείων «Νομισματική Πολιτική και Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα».
Σε επίπεδα ρεκόρ οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ)
Ο χαμηλότερος τουρισμός και οι υψηλές τιμές εισαγωγής ενέργειας οδήγησαν σε επιδείνωση το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η βελτίωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας, η ανάκαμψη του ταξιδιωτικού ισοζυγίου και οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας αποτελούν ελαφρυντικούς παράγοντες. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε το 2020 και το 2021, φθάνοντας στο 6,6% και στο 6,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, κυρίως λόγω της σημαντικής επιδείνωσης του ταξιδιωτικού ισοζυγίου ως αποτέλεσμα των περιορισμών της πανδημίας. Πέρυσι, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έφτασε το 9,7% του ΑΕΠ λόγω της υψηλής εξάρτησης της Ελλάδας από τις εισαγωγές ενέργειας σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών της ενέργειας. Αυτό συνέβη παρά τις ισχυρές επιδόσεις των εξαγωγών, ιδιαίτερα των υπηρεσιών, λόγω της ανάκαμψης των διεθνών τουριστικών ροών. Μέρος του ελλείμματος εξηγείται από διαρθρωτικούς παράγοντες που σχετίζονται με το υψηλό ενεργειακό κόστος και την πράσινη μετάβαση και κάποιοι κυκλικά σχετίζονται με τη μειωμένη ζήτηση και τον επενδυτικό κύκλο μεσοπρόθεσμα.
Ο τουριστικός τομέας ανέκαμψε έντονα το 2022 με τις διεθνείς αφίξεις τουριστών να φτάνουν σχεδόν το 90% των επιπέδων του 2019 και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις στο 99% των επιπέδων του 2019. Ο ξένος τουρισμός συνεχίζει να έχει καλές επιδόσεις φέτος με τις διεθνείς αφίξεις το πρώτο εξάμηνο του έτους να ξεπερνούν τα επίπεδα του 2019 και του 2022. Οι πρόσφατες πυρκαγιές σε ορισμένα νησιά αναμένεται να μην έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα ούτε στα δημόσια οικονομικά το 2023, αλλά εάν υπόκεινται σε υψηλή συχνότητα και αντίκτυπο θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν τις τουριστικές ροές τα επόμενα χρόνια. Η μακροοικονομική προσαρμογή από το 2010 και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας του 2012 έχουν βελτιώσει την εξωτερική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας έχουν βελτιωθεί σημαντικά, με τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών να αυξάνονται από 9% του ΑΕΠ το 2010 σε περίπου 27% το 2022. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αντιπροσωπεύουν πλέον περίπου το 50% του ΑΕΠ από 22% το 2010.
Τα τελευταία δύο χρόνια, η Ελλάδα σημείωσε σημαντική αύξηση στις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ), οι οποίες κατέγραψαν υψηλό δύο δεκαετιών το 2022, φτάνοντας τα 7,2 δισ. ευρώ. Οι αυξημένες εισροές στην ΕΕ και εισροές ΑΞΕ θα συμβάλουν στην αντιστάθμιση του ισοζυγίου πληρωμών στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Από την άποψη των μετοχών, οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις της Ελλάδας διαμορφώθηκαν σε υψηλά επίπεδα στο 141,3% του ΑΕΠ το 2022 από 171,9% το 2021, κυρίως λόγω της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Αυτό αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα λόγω του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των ξένων επισήμων δανείων προς το δημόσιο τομέα.
Η δήλωση Χατζηδάκη
Αμέσως μετά την ανακοίνωση της DBRS Morningstar για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για την πατρίδα μας, σε μια στιγμή που η σκέψη όλων μας είναι στα θύματα των άνευ προηγουμένου φυσικών καταστροφών και τις οικογένειές τους, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα μετά από πολλά χρόνια, είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη για τη χώρα μας.
Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ένας από τους τέσσερις διεθνείς οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δίνει στην Ελλάδα τη λεγόμενη επενδυτική βαθμίδα και με αυτόν τον τρόπο την κατατάσσει σε μια διαφορετική πλέον κατηγορία από πλευράς πιστοληπτικής αξιολόγησης. Το άλμα αυτό δεν ήταν εύκολο, αλλά ούτε και τεχνικού χαρακτήρα. Προϋπέθετε αφενός τη συστηματική προσπάθεια που έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε οικονομικό επίπεδο και η οποία είχε επιβραβευτεί μέχρι τώρα με αλλεπάλληλες πιστοληπτικές αναβαθμίσεις. Σημαίνει επίσης περαιτέρω βελτίωση των όρων δανεισμού, μεγαλύτερες επενδύσεις στη χώρα, ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας.
Η ανακοίνωση του οίκου DBRS είναι αρκετά εύγλωττη για να γίνουν πολλά περαιτέρω σχόλια. Μιλάει τόσο για την επιτυχία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης σε διαφορετικά επίπεδα (αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών, μείωση της ανεργίας, μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ), όσο και για τον συνδυασμό της πολιτικής σταθερότητας με την υπεύθυνη οικονομική πολιτική που δημιουργεί ένα κατάλληλο κλίμα για την περαιτέρω ενδυνάμωση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Δουλειά μας είναι να συνεχίσουμε με σοβαρότητα τις προσπάθειές μας στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής όσο και των διαρθρωτικών αλλαγών, για να πείσουμε τόσο τους οίκους αξιολόγησης, όσο και τις αγορές και τους επενδυτές ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που αξίζει κανείς να επενδύει και να ανοίγει καινούργιες δουλειές. Το οφείλουμε σε όλους τους Έλληνες πολίτες, το οφείλουμε στην πατρίδα μας».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr