Τα παραπάνω επισημαίνει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στο τετραμηνιαίο του περιοδικό «Οικονομικές Εξελίξεις», ενώ μεταξύ άλλων αναφέρει:
Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε σταθερή τροχιά ανάπτυξης
Στον απόηχο των πρόσφατων εκλογών, μια πληθώρα διεθνών εκθέσεων και αναλύσεων από διάφορους φορείς (π.χ. CNBC, Die Welt, Κομισιόν) καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα: στα επόμενα χρόνια η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί ως μια χώρα «πρότυπο» για την υπόλοιπη Ευρώπη, με την οικονομία της να πρωτοστατεί και να παρουσιάζει εξαιρετική δυναμική. Το εκλογικό σώμα έδωσε το δικό του μήνυμα, δίνοντας αυτοδυναμία στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και απομακρύνοντας έτσι το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας. Με τη σειρά της, η πολιτική σταθερότητα επιβεβαιώνει τη σταθερή τροχιά ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του δομικού υποδείγματος παραγόντων του ΚΕΠΕ, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ για το σύνολο του 2023 προβλέπεται στο 2,2%, και οι σχετικοί ρυθμοί μεταβολής για το πρώτο και το δεύτερο εξάμηνο του 2023, σε σχέση με τις αντίστοιχες περιόδους του 2022, εκτιμώνται στο 1,9% και 2,5%, αντίστοιχα. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε μία φάση ομαλοποίησης της οικονομικής της δραστηριότητας, έχοντας ανακάμψει από το σοκ της πανδημίας και έχοντας επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στις σημαντικές αναταράξεις που σημειώθηκαν στην ευρωπαϊκή οικονομία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Η χρηματιστηριακή αγορά κινείται θετικά
Παρά τις συνεχιζόμενες προκλήσεις για την αγορά, το πρώτο τετράμηνο του 2023 ολοκληρώθηκε με θετικές αποδόσεις, τόσο για τη μεγάλη, όσο και για τη μεσαία και μικρή κεφαλαιοποίηση, αλλά και για την πλειονότητα των κλαδικών δεικτών. Παράλληλα, καταγράφεται αυξημένη η κεφαλαιοποίηση και αξία συναλλαγών για την ίδια περίοδο. Ταυτόχρονα, αν και οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των βασικών επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες επηρέασαν την αγορά ομολόγων, φαίνεται να ανακόπτεται ο ρυθμός αύξησης των αποδόσεων που παρατηρήθηκε το 2022 και παρατηρείται μια σχετική σταθεροποίηση των αποδόσεων των ομολόγων, σύμφωνα με τα εξεταζόμενα δεδομένα για το πρώτο τετράμηνο του 2023.
Στις 21 Απριλίου 2023, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s αναβάθμισε την προοπτική (outlook) της Ελλάδας από σταθερή σε θετική, διατηρώντας την αξιολόγηση στο ΒΒ+, μόλις μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Σύμφωνα με τoν Standard & Poor’s, η θετική προοπτική βασίζεται «στο πρόσφατο ισχυρό ιστορικό εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» και στο γεγονός ότι «η κυβέρνηση έκλεισε το δημοσιονομικό έλλειμμα πιο γρήγορα από ό,τι αναμενόταν, μέσω βελτιώσεων που (ο οίκος αξιολόγησης) θεωρεί γενικά βιώσιμες». Παράλληλα, ο Standard & Poor’s συνδέει την ενδεχόμενη αναβάθμιση της χώρας με τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και με τη διατήρηση του ρυθμού των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Η ύφεση στη Γερμανία δεν επηρεάζει την ελληνική οικονομία
Οι κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη, προκειμένου να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό, έθεσαν στη μάχη τα επιτόκια. Η άνοδός τους κρίθηκε απαραίτητη, καθώς διαπιστώθηκε ότι ο πληθωρισμός δεν ήταν παροδικό αλλά επίμονο φαινόμενο. Είναι γνωστό, όμως, ότι η άνοδος των επιτοκίων μαζί με τον πληθωρισμό ζημιώνει και την οικονομία. Αυτό διαπιστώθηκε ήδη στη Γερμανία, το ΑΕΠ της οποίας μειώθηκε κατά 0,3% το πρώτο τρίμηνο, καταγράφοντας το δεύτερο συναπτό τρίμηνο συρρίκνωσης, ενώ θα μπορούσε να εμφανιστεί και στις ΗΠΑ που, εκτός των επιπτώσεων των επιτοκίων, η οικονομία της είναι αντιμέτωπη και με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος. Όμως, η Fed ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να αυξήσει άλλο τα επιτόκια και το ίδιο θα κάνει και η ΕΚΤ σε μεταγενέστερο χρόνο.
Σε αυτή την περίπτωση, η ύφεση δεν θα έχει βάθος, θα είναι πρόσκαιρη και θα οδηγήσει τον πληθωρισμό στα επιθυμητά επίπεδα, γύρω στο 2%. Το ερώτημα βέβαια είναι κατά πόσον θα επηρεαστεί η Ελλάδα από τις παραπάνω εξελίξεις. Η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν σημαντικούς εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας, και η ύφεση που αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν αυτές οι χώρες προκαλεί ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Οικονομικοί δεσμοί, όπως οι εξαγωγές και οι επενδύσεις, μπορεί να επηρεαστούν από την αβεβαιότητα που δημιουργείται σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω της ύφεσης. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία έχει δείξει σημαντική ανθεκτικότητα και δυναμισμό μετά τις απανωτές κρίσεις. Κατάφερε να διαφοροποιήσει την οικονομία της και να ενισχύσει τις εξαγωγές της σε άλλες αναδυόμενες αγορές. Ο τουρισμός αποτελεί σημαντικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας.
Παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν από την πανδημία της COVID-19, η Ελλάδα αντιμετώπισε με επιτυχία την κατάσταση και έδειξε ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Η χώρα έχει λάβει μέτρα για την ασφάλεια των τουριστών και την προώθηση της εγχώριας τουριστικής κίνησης. Τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, με αύξηση του αριθμού των τουριστών και των εσόδων από τον τουρισμό. Μπορεί τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου να δείχνουν μείωση των αφίξεων από Γερμανία και Γαλλία, όμως αυξήθηκαν κατά 159% οι αφίξεις από τις χώρες εκτός Ευρωζώνης και από τις ΗΠΑ.
Επιπλέον, η Ελλάδα έχει επωφεληθεί από την παγκόσμια τάση για την αειφόρο ανάπτυξη και τη μετάβαση σε πράσινες τεχνολογίες. Έχουν γίνει σημαντικές επενδύσεις στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της αποκέντρωσης της ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης. Αυτό έχει ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιπλέον, έχουν γίνει επενδύσεις στην ανανέωση των υποδομών, όπως οι ενεργειακοί κλάδοι και οι ψηφιακές τεχνολογίες, που καθιστούν την Ελλάδα πιο ανθεκτική σε παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις.
Οι προοπτικές της αγοράς εργασίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Παραδοσιακά, το τελευταίο τρίμηνο του έτους, ο αριθμός των ανέργων και, συνήθως, το ποσοστό ανεργίας, αυξάνονται λόγω εποχικότητας, ενώ ο αριθμός των απασχολουμένων μειώνεται. Το τέταρτο τρίμηνο του 2022 δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Ωστόσο, η εικόνα είναι διαφορετική σε ετήσια βάση. Οι περισσότερες νέες θέσεις απασχόλησης καταλήφθηκαν από άνδρες, άνω των 25 ετών, με ελληνική υπηκοότητα. Σε σχετικούς όρους, όμως, τις μεγαλύτερες αυξήσεις κατέγραψαν οι νέοι απασχολούμενοι 15-24 ετών και οι αλλοδαποί. Επίσης, μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση κατέγραψαν οι απασχολούμενοι απόφοιτοι λυκείου και ακολούθησαν οι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου. Αντίθετα, οι απασχολούμενοι απόφοιτοι ανώτερης τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης μειώθηκαν.
Σημαντικές απώλειες σε ετήσια βάση κατέγραψαν κλάδοι που πρωταγωνιστούν στην ελληνική οικονομία, όπως το εμπόριο και ο τουρισμός, ενώ οι απασχολούμενοι στην εκπαίδευση, που συνδέεται με τον δημόσιο τομέα, εμφάνισαν τη μεγαλύτερη αύξηση. Η μισθωτή απασχόληση κατέγραψε νέο ρεκόρ τους πρώτους μήνες του 2023, καθώς τον Μάρτιο το ισοζύγιο ήταν θετικό κατά 61,9 χιλ. θέσεις, ενώ και το πρώτο τρίμηνο συνολικά η επίδοση έθεσε νέο μέγιστο. Αρνητικό στοιχείο είναι η συστηματική αύξηση των μετατροπών συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε εκ περιτροπής χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του απασχολούμενου, αν και απέχει ακόμη από τα επίπεδα του παρελθόντος. Το πρώτο τρίμηνο του 2023 τα μηνύματα είναι μικτά για την αγορά εργασίας συνολικά. Οι απασχολούμενοι τον Μάρτιο είναι λιγότεροι από εκείνους ένα έτος πριν, αλλά το ίδιο ισχύει και για τους άνεργους. Κατά τα άλλα, οι προοπτικές της αγοράς εργασίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η μέχρι τώρα πορεία της τουριστικής βιομηχανίας αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, αλλά επισκιάζεται από τις κενές θέσεις σε διάφορους τομείς, μεταξύ των οποίων και ο τουρισμός.
Γενικά, η ανεργία παραμένει σημαντικό πρόβλημα και η μείωσή της υψηλή προτεραιότητα πολιτικής. Παρά τη συστηματική υποχώρηση της ανεργίας τα τελευταία χρόνια, το γενικό ποσοστό ανεργίας ανερχόταν τον Μάρτιο του 2023 στο 10,9%. Παράλληλα, οι προοπτικές απασχόλησης στην Ελλάδα εξακολουθούν να υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ27, ενώ η κατάσταση είναι πιο επιβαρυμένη για κάποιες κοινωνικές ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι νέοι 15-24 ετών και οι αλλοδαποί. Στο πλαίσιο αυτό οι μεταρρυθμίσεις και οι δράσεις που υλοποιούνται στην αγορά εργασίας τα τελευταία έτη και αυτές που σχεδιάζονται σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα είναι σημαντικές και έχουν ως κύριους στόχους τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υφιστάμενων θέσεων σε περιόδους κρίσης και τη μεταρρύθμιση των ενεργητικών και παθητικών πολιτικών απασχόλησης, ώστε να βελτιωθεί η προστασία έναντι της ανεργίας.
Οι στόχοι αυτοί επιδιώκονται κατ’ αρχάς μέσα από στοχευμένες παρεμβάσεις για τη στήριξη της απασχόλησης και τη συστηματική ένταξη των ανθρώπων στην αγορά εργασίας, παράλληλα με την αναβάθμιση των υπηρεσιών και συστημάτων στήριξης της απασχόλησης και ελέγχου της αγοράς εργασίας. Επιπλέον, οι στόχοι αυτοί ενισχύονται μέσα από μια σειρά άλλων δράσεων που ωφελούν έμμεσα το ανθρώπινο δυναμικό, βελτιώνοντας τις προοπτικές απασχόλησής του.
Τέτοιες είναι οι παρεμβάσεις που αφορούν την εκπαίδευση και την ανάπτυξη δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, περιλαμβανομένων των ψηφιακών δεξιοτήτων, αλλά και οι δράσεις για τη στήριξη και την προώθηση της Έρευνας και Τεχνολογίας στο πλαίσιο της αύξησης της ζήτησης για ανθρώπινο δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης.
Οι τρεις βασικές προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας
Πρώτη πρόκληση: Η διαφύλαξη της οικονομικής σταθερότητας
Τα τελευταία χρόνια, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν μεγαλώνει συνεχώς και μάλιστα με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με το αντίστοιχο στην Ευρωζώνη. Το 2022, για παράδειγμα, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν 6% στην Ελλάδα έναντι 3% στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα επέδειξε υψηλές αντοχές την περίοδο της πανδημίας. Δημιουργήθηκαν βέβαια, λόγω ανωτέρας βίας, πρωτογενή ελλείμματα. Όμως, από το 2022 η χώρα εισήλθε και πάλι σε πορεία πρωτογενούς πλεονάσματος. Η αύξηση των φορολογικών εσόδων είναι αποτέλεσμα των υψηλότερων τιμών λόγω ακρίβειας, αλλά συνδέεται και με το γεγονός της διεύρυνσης της οικονομικής δραστηριότητας. Το δημόσιο χρέος, μετά την εκτίναξή του ως ποσοστού του ΑΕΠ πάνω από το 200% το 2020, καταγράφει ραγδαία αποκλιμάκωση φτάνοντας στο 170% με προοπτικές περαιτέρω μείωσής του. Ως αποτέλεσμα, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης πραγματοποίησαν 12 αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία 4 περίπου χρόνια, παρά τις διαδοχικές, εξωγενείς κρίσεις. Ουσιαστικά, οι συνθήκες είναι ώριμες για την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του έτους.
Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια επιτεύχθηκε ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων. Παρόμοια, οι εξαγωγές, από 33 δις ευρώ το 2018, έφτασαν 54,9 δις το 2022, αύξηση 66,3%. Η Ελλάδα είναι πλέον πρωταθλήτρια στη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, ανεβαίνοντας 16 θέσεις μεταξύ 34 πλούσιων ευρωπαϊκών χωρών. Σε ό,τι αφορά την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, αυτά τα 4 χρόνια η χώρα βρέθηκε στις πρώτες θέσεις ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Η απορρόφηση ανήλθε στο 85% στα τέλη του 2022, έναντι 24% το 2019, και αυτό το ποσοστό μεταφράζεται σε ποσό 12 δισ. ευρώ στην πραγματική οικονομία. Στον τομέα της καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, 1.500 επιχειρήσεις υλοποιούν πλέον δράσεις έρευνας και καινοτομίας, 1.400 επιχειρήσεις συνεργάζονται με ερευνητικά ιδρύματα, ενώ 2.500 επιχειρήσεις ενισχύονται για να εισάγουν νέα προϊόντα, και δημιουργούν 14.200 νέες θέσεις εργασίας. Επίσης, ο τουρισμός αναμένεται φέτος να επιτύχει διπλό ρεκόρ, σε επίπεδο τόσο αφίξεων όσο και εισπράξεων. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της ανεργίας από το 17% το 2019 στο 11,4% το 2022. Αυξήθηκαν κατά 300 χιλ. οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, που σημαίνει ότι ένας ολόκληρος κόσμος που βρισκόταν στο περιθώριο χωρίς κανένα εισόδημα, εντάχθηκε στην παραγωγική οικονομία, έχει μισθό και εισόδημα. Πολλοί νέοι που έφυγαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των μνημονίων, έχουν αρχίσει και επιστρέφουν. Τα παραπάνω δεν ήταν ούτε εύκολα, ούτε αυτονόητα. Χρειάστηκε συνεχής προσπάθεια και ισχυρή πολιτική βούληση. Χρέος της νέας κυβέρνησης είναι, μέσω των πολιτικών της, να συνεχίσει την πορεία οικονομικής σταθερότητας της χώρας.
Δεύτερη πρόκληση: Η καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού
Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης της Eurostat δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά για την Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτά, η Ελλάδα κατατάσσεται ως η χώρα με το τρίτο υψηλότερο ποσοστό (28,3%) φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην ΕΕ, μετά τη Ρουμανία (34,5%) και τη Βουλγαρία (31,7%). Είναι απαραίτητο να αναστραφεί η τάση επιδείνωσης της θέσης της χώρας σε σχέση με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, προτού αυτή πάρει χαρακτηριστικά μονιμότητας.
Τρίτη πρόκληση: Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων
Προκειμένου να αποκτήσει η οικονομική σταθερότητα χαρακτηριστικά βιωσιμότητας αλλά και να αναστραφούν η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός, θα χρειαστούν μεταρρυθμίσεις. Ξεχωρίζουν τρεις:
(α) Επιτάχυνση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης. Στην Ελλάδα η οριστική επίλυση μιας δικαστικής διαφοράς για τις επιχειρήσεις ξεπερνάει τα 4,5 χρόνια (στοιχεία 2020). Πρόκειται για τον μεγαλύτερο χρόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών-μελών, ο οποίος είναι υπερδιπλάσιος ακόμη και σε σύγκριση με την Πορτογαλία και τη Σλοβακία, που έχουν εκσυγχρονίσει τα συστήματά τους. Οι δύο αυτές χώρες προσεγγίζουν, πλέον, τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (455 ημέρες). Το γεγονός ότι η Δικαιοσύνη παραμένει ακόμη στην «εποχή του χαρτιού» περιορίζει τη δυνατότητα διαχείρισης του απαραίτητου αριθμού υποθέσεων, με αποτέλεσμα ο ρυθμός επίλυσης αστικών και εμπορικών υποθέσεων να διαμορφώνεται στην 24η θέση στην Ε.Ε. Οι καθυστερήσεις που δημιουργούνται στα πρωτοβάθμια δικαστήρια μεταφράζονται σε τρεις εκκρεμείς υποθέσεις για κάθε 100 πολίτες στο τέλος κάθε χρονιάς (21η θέση της Ε.Ε.), δεδομένου ότι συχνά απαιτούνται 18 μήνες για μια αστική ή εμπορική υπόθεση. Η μεγάλη αναμονή για εκδίκαση δυσχεραίνει τις ελληνικές επιχειρήσεις αλλά και την επενδυτική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Λειτουργεί σε βάρος των φτωχών και υπέρ των πλουσίων, αφού χρειάζεται να έχει κάποιος χρόνο, χρήματα και αντοχές για να πληρώνει δικηγόρους.
(β) Φορολογική μεταρρύθμιση με ταυτόχρονη «κήρυξη πολέμου» στη φοροδιαφυγή. Το σημερινό φορολογικό σύστημα είναι άδικο και αναποτελεσματικό. Φορολογεί υπέρμετρα τη μισθωτή εργασία από την οποία αντλεί και τα περισσότερα φορολογικά έσοδα, ενώ αποτυγχάνει παταγωδώς να αντλήσει έσοδα από τους αυτοαπασχολούμενους. Βασίζεται επίσης σε πολύ υψηλούς συντελεστές έμμεσης φορολογίας, ενώ η φοροδιαφυγή έχει γίνει δομικό στοιχείο πλουτισμού (και όχι επιβίωσης) της οικονομικής δραστηριότητας.
(γ) Μεταρρύθμιση του κράτους. Τα τελευταία χρόνια έγιναν αποφασιστικά βήματα για την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης του δημόσιου τομέα. Όμως, χρειάζονται περισσότερες στοχευμένες δράσεις στην Υγεία, την Παιδεία και τους Θεσμούς. Η βελτίωση της Υγείας δεν σημαίνει μόνο ποιοτικότερες υπηρεσίες στους πολίτες αλλά και δημιουργία ενός ανθεκτικού κράτους που μπορεί να εξασφαλίσει δισεκατομμύρια στο ελληνικό ΑΕΠ. Η μεταρρύθμιση της Παιδείας, με την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δημοσίων πανεπιστημίων και την εκμετάλλευση του τριγώνου της γνώσης (εκπαίδευση-έρευνα-καινοτομία), μπορεί να φέρει μια νέα γενιά επιστημόνων στη χώρα, αλλά και να δώσει σημαντική αύξηση στο ΑΕΠ. Η αναβάθμιση του χαμηλού επιπέδου θεσμικής ανάπτυξης της χώρας, καταπολεμώντας οπισθοδρομικές πελατειακές νοοτροπίες και διαμορφώνοντας ισχυρούς και αξιόπιστους θεσμούς, που κατοχυρώνουν την αξιοκρατία, τη διαφάνεια και την κοινωνική δικαιοσύνη, μπορεί επίσης να φέρει περισσότερες επενδύσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr