Με δεδομένο ότι οι 14 από τις 27 χώρες της ΕΕ αντιμετωπίζουν ελλείμματα στον προϋπολογισμό τους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάζει όριο 2,6% στην αύξηση των δαπανών ενώ θέτει μια σειρά από κατευθύνσεις που πρέπει να ακολουθήσουν όλα τα κράτη μέλη.
Έτσι, η Ελλάδα που με βάση το ότι έχει εγγράψει δαπάνες στον φετινό προϋπολογισμό ύψους 100 δισεκ. για το 2024 δε θα πρέπει να αυξήσει πάνω από 2,5-2,6 δισ. ευρώ τον «πήχη».
«Λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, θα ήταν σκόπιμη μια βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου κατά τουλάχιστον 0,3% του ΑΕΠ για το 2024. Για να διασφαλιστεί μια τέτοια βελτίωση, η αύξηση των καθαρών εθνικών χρηματοδοτούμενων πρωτογενών δαπανών το 2024 δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 2,6%», σημειώνει η Κομισιόν στη σύσταση της προς τα κράτη μέλη.
Βέβαια, με βάση, το κείμενο των δημοσιονομικών κατευθύνσεων, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι ελληνικές στοχεύσεις, που έχουν αποτυπωθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, που απέστειλε στα τέλη Απριλίου στις Βρυξέλλες, η απερχόμενη ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, είναι πιο κάτω από τον «πήχη» των Βρυξελλών, παρά την ενσωμάτωση των προβλέψεων για το νέο Μισθολόγιο στο Δημόσιο.
Σημειώνεται ότι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έστειλε στις Βρυξέλλες η Αθήνα, στις 30 Απριλίου, το Υπουργείο Οικονομικών προβλέπονται μια σειρά από παροχές και νέα μέτρα. Συγκεκριμένα, έχουν εγγραφεί, μεταξύ άλλων, αυξήσεις μισθών, ύψους μισού δισ. ευρώ, στους δημοσίους υπαλλήλους, νέες αυξήσεις συντάξεων ύψους περίπου 4% από 1.1.2024 και επιπλέον μέτρα ύψους 0,1% του ΑΕΠ για το 2024, όπως η αύξηση κατά 8% στο Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (κόστος 49 εκατ. ευρώ ετησίως), μείωση ασφαλιστικών εισφορών, το επίδομα μητρότητας σε ελεύθερες επαγγελματίες και αγρότισσες, μόνιμη απαλλαγή πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από φαρμακευτική δαπάνη κλπ.
«Υποθέτοντας ότι οι πολιτικές θα μείνουν αμετάβλητες, η εαρινή πρόβλεψη της Επιτροπής για το 2023 προβλέπει ότι οι “καθαρές” εθνικά χρηματοδοτούμενες πρωτογενείς δαπάνες θα αυξηθούν κατά 0,7% το 2024, ποσοστό χαμηλότερο από το συνιστώμενο ρυθμό ανάπτυξης» αναφέρεται σχετικά. Με άλλα, λόγια, κάθε σκέψη για άλλες παροχές ή δαπάνες, που υπερβαίνουν τον «κόφτη» της αύξησης, αυτομάτως παίρνουν «κόκκινη» κάρτα από την Κομισιόν.
Οι συστάσεις
Αναλυτικά, η Κομισιόν αναφέρει ότι:
- Τα κράτη μέλη που έχουν επιτύχει τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό τους στόχο (ο δημοσιονομικός στόχος που έχει τεθεί για κάθε χώρα ως μέρος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης), με βάση τις εαρινές προβλέψεις του 2023, καλούνται να διατηρήσουν μια υγιή δημοσιονομική θέση το 2024.
- Ζητείται από όλα τα άλλα κράτη μέλη να διασφαλίσουν μια συνετή δημοσιονομική πολιτική, ιδίως περιορίζοντας την ονομαστική αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών που χρηματοδοτούνται σε εθνικό επίπεδο το 2024.
- Όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν τις εθνικές χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις και να διασφαλίσουν την αποτελεσματική απορρόφηση των επιχορηγήσεων στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, και άλλων κονδυλίων της ΕΕ, ιδίως για την προώθηση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
- Όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταργήσουν τα μέτρα ενεργειακής στήριξης που ισχύουν έως το τέλος του 2023.
- Εάν καταγραφούν νέες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας που απαιτούν την εφαρμογή μέτρων στήριξης, αυτά θα πρέπει να στοχεύουν στην προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, να είναι δημοσιονομικά ανεκτά και να διατηρούν τα κίνητρα για εξοικονόμηση ενέργειας.
Για την περίοδο μετά το 2024, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν να επιδιώκουν μια μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική σταδιακής και βιώσιμης σύσφιξης, σε συνδυασμό με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που συμβάλλουν σε υψηλότερη βιώσιμη ανάπτυξη, για να επιτύχουν μια συνετή μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική θέση
Προσοχή στις μεταρρυθμίσεις - Καμπανάκι για πλειστηριασμούς
Παράλληλα, σε σχέση με την Ελλάδα, η Κομισιόν, εστιάζει σε μια σειρά από χρόνιες ουσιαστικά εκκρεμότητες, όπου η πρόοδος θα πρέπει να είναι πιο έντονη. Συγκεκριμένα επισημαίνει την ανάγκη για την μείωση των κρατικών χρεών προς τους ιδιώτες (συντάξεις κτλ), τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, την έγκαιρη κατάθεση του κεφαλαίου με προτάσεις δράσεων στο REPowerEU, με σκοπό την ταχεία έναρξη της εφαρμογής του, την ενίσχυση των δομών πρωτοβάθμιας Υγείας, την ολοκλήρωση του Κτηματολογίου, τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, τη μεταρρύθμιση του Δημοσίου, την μείωση των κόκκινων δανείων και την ανάπτυξη της δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά και την εντατικότερη προσπάθεια στο μέτωπο των πλειστηριασμών.
«Το ενδιαφέρον των οφειλετών εξακολουθεί να είναι μέτριο για την πλατφόρμα 2ης ευκαιρίας (δηλαδή τις βασικές διαδικασίες αφερεγγυότητας) και ακόμη πιο περιορισμένο για τη διαδικασία εξυγίανσης (δηλαδή αναδιάρθρωση εντός δικαστηρίου) και τον μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης», παρατηρεί η Κομισιόν σημειώνοντας ότι: «Αυτό θα μπορούσε εν μέρει να αποδοθεί στην αντίληψη περί έλλειψης αξιόπιστης απειλής κατάσχεσης».
Στο «μάτι» η ρύθμιση των 72 δόσεων
Να σημειωθεί ότι στη 2η Έκθεση Μεταπρογραμματικής Εποπτείας για την Ελλάδα η Κομισιόν εκφράζει την αντίθεσή της για την έκτακτη ρύθμιση των 72 δόσεων και την αναβίωση των 120 δόσεων που προώθησε η κυβέρνηση για ανακούφιση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από για τα χρέη της ενεργειακής κρίσης προς την Εφορία και τα ασφαλιστικά Ταμεία.
«Οι αρχές άνοιξαν ξανά τα προγράμματα ρύθμισης οφειλών και δημιούργησαν ένα νέο σχήμα διακανονισμού, πέραν την μόνιμη «πάγια ρύθμιση» τονίζει η Έκθεση συμπληρώνοντας τα εξής: «Η επαναλαμβανόμενη δημιουργία έκτακτων ρυθμίσεων (…) θα μπορούσε να υπονομεύσει την αξιοπιστία της πάγιας ρύθμισης και είναι επιζήμια για την πειθαρχία των πληρωμών» .
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr