Συγκεκριμένα:
■ το 11,9% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα εισοδήματά του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές του ανάγκες, εύρημα που καταδεικνύει πως ένα υψηλό ποσοστό νοικοκυριών διαβιοί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, και είναι ελαφρώς αυξημένο σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό της έρευνας του 2021 (11,5%).
■ Σχεδόν 6 στα 10 νοικοκυριά (57,3%) δηλώσαν πως χρειάζεται να κάνουν περικοπές για να καλύψουν τα αναγκαία, ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σχέση τόσο με την έρευνα του 2021 (42,3%) όσο και με τις έρευνες του 2020 (47,9%) και του 2019 (48,7%).
Από την άλλη μεριά, με βάση την έρευνα, το 24,7% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα καταφέρνει χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, ποσοστό που είναι σημαντικά μειωμένο σε σχέση με τις προηγούμενες έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για τα έτη 2021, 2020 και 2019. Τέλος, μόλις το 6% των νοικοκυριών δήλωσε ότι ζει άνετα. Από τα επιμέρους στοιχεία της έρευνας, τα σημαντικά υψηλότερα ποσοστά των νοικοκυριών που φαίνεται ότι διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας παρατηρούνται στα νοικοκυριά με τουλάχιστον ένα άνεργο μέλος (23%), στα πολυμελή (με 5 άτομα και άνω) νοικοκυριά (19,5%) και στα νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα έως 10.000 € (25,2%).
Όσον αφορά τα νοικοκυριά που χρειάζεται να κάνουν περικοπές για να καλύψουν τα αναγκαία τα σημαντικά υψηλότερα ποσοστά των νοικοκυριών που φαίνεται πως διαβιούν υπό αυτές τις συνθήκες παρατηρούνται στα νοικοκυριά με τουλάχιστον ένα άνεργο μέλος (64%), στα νοικοκυριά που αποτελούνται από 3 μέλη (65,1%), στα νοικοκυριά με εισόδημα έως 10.000€ (63,5%) και στα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό (60,2%).
Σε εισοδηματική επισφάλεια συνεχίζει να βρίσκεται ένα σταθερά υψηλό ποσοστό νοικοκυριών, το οποίο είναι μάλιστα αυξημένο σε σχέση με τα τρία προηγούμενα έτη. Συγκεκριμένα, στο ενδεχόμενο ενός έκτακτου αλλά απολύτως αναγκαίου εξόδου της τάξης των 500€, το 18,7% δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να το αντιμετωπίσει, ενώ το 40,5% θα κάλυπτε αυτήν τη δαπάνη με μεγάλη δυσκολία (Γράφημα 8). Από τα επιμέρους στοιχεία, τα σημαντικά υψηλότερα ποσοστά των νοικοκυριών που φαίνεται ότι δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο έξοδο παρατηρούνται στα νοικοκυριά με εισόδημα έως 10.000€ (35,2%), και στα νοικοκυριά με τουλάχιστον ένα άνεργο μέλος (25,9%).
Η αποταμίευση
Σταθερά συντριπτικό και μάλιστα αυξημένο παραμένει το ποσοστό των νοικοκυριών που αδυνατεί να αποταμιεύσει. Συγκεκριμένα, πάνω από 8 στα 10 νοικοκυριά (85,3%) δήλωσαν ότι δεν καταφέρνουν να αποταμιεύσουν. Το ποσοστό των νοικοκυρών που μπορεί να αποταμιεύσει εμφανίζεται μειωμένο τόσο σε σχέση με την έρευνα του 2021, όσο και με εκείνες του 2020 και του 2019. Σημειώνεται ότι στην έρευνα του 2019 είχε καταγραφεί μια σημαντική αύξηση κατά δέκα μονάδες του ποσοστού των νοικοκυριών που μπορούσε να αποταμιεύσει.
Εκτός από το σταθερά υψηλό ποσοστό των νοικοκυριών που αδυνατεί να αποταμιεύσει, από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει πως και το 2022 η αύξηση της αποταμίευσης αποτέλεσε δυνατότητα κυρίως των νοικοκυριών με υψηλά εισοδήματα (άνω των 30.000€), καθώς το 37,1% αυτών αποταμίευσε, ενώ σε σχέση με την κύρια πηγή εισοδήματος το υψηλότερο ποσοστό αποταμίευσης παρουσίασαν τα νοικοκυριά με κύρια πηγή τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα (20,4%). Από τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνεται πως οι κρίσεις όξυναν τις ανισότητες, ανεξάρτητα από τα μέτρα στήριξης. Η διαχρονική αδυναμία των νοικοκυριών να αποταμιεύσουν, εκτός από τις χαμηλές προσδοκίες για το μέλλον που προκαλεί, εντείνει και τις ήδη σημαντικές δυσκολίες χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας και των νοικοκυριών από τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος σημειώνεται ότι, παρά την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού που παρατηρήθηκε το 2022, προσέφερε σχεδόν μηδενικά επιτόκια καταθέσεων.
Βασικές ανάγκες
Από την άλλη μεριά, καταγράφεται εκτίναξη του ποσοστού των νοικοκυριών που αύξησε τις δαπάνες του για την κάλυψη βασικών αναγκών, προφανώς λόγω της σχετικής αύξησης των τιμών. Ειδικότερα, το 73,7% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού, το 64,8% για είδη διατροφής, το 60,7% για θέρμανση και το 51% για μετακινήσεις. Επιδεινούμενοι σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές και σημαντικά υψηλοί παραμένουν οι δείκτες που αφορούν στην καθυστέρηση κάλυψης κάποιας βασικής ανάγκης, εξ αιτίας οικονομικής αδυναμίας (Γράφημα 13). Ειδικότερα, πάνω από 3 στα 10 (36,3%) νοικοκυριά καθυστέρησαν να αναζητήσουν την κατάλληλη θεραπεία για κάποιο ιατρικό πρόβλημα, 1 στα 4 νοικοκυριά (25,6%) καθυστερεί να πληρώσει το ηλεκτρικό ρεύμα και το 18,8% καθυστερεί την πληρωμή λογαριασμών θέρμανσης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr