Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης επιβεβαίωσε πρόσφατα την πιστοληπτική αξιολόγηση Βa3 για το ελληνικό αξιόχρεο, διατηρώντας τις σταθερές προοπτικές, χωρίς να προχωρήσει σε αναβάθμιση, με την Ελλάδα να παραμένει έτσι τρία «σκαλοπάτια» κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Αιτιολογώντας την απόφασή της, η Moody’s κάνει ιδιαίτερη αναφορά στα πιστωτικά πλεονεκτήματα και τις πιστωτικές προοπτικές που αντιμετωπίζει η χώρα.
Στα πρώτα, περιλαμβάνει το ισχυρό ιστορικό εφαρμογής μιας σειράς απαιτητικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, τις μέτριες ανάγκες δανεισμού εν μέσω συνεχούς πιστωτικής υποστήριξης, αλλά και τα υψηλότερα επίπεδα πλούτου από χώρες σε ανάλογα επίπεδα αξιολόγησης.
Στον αντίποδα, οι προκλήσεις περιλαμβάνουν προ μείωση του υψηλού επιπέδου χρέους, εστίαση στην ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της διακυβέρνησης, καθώς στη βελτίωση του τραπεζικού τομέα, εν μέσω έντονων προκλήσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά, οι όποιες μελλοντικές βελτιώσεις στο υψηλό χρέος και η πλήρης επιστροφή στη χρηματοδότηση μέσω αγοράς εξαρτώνται «μια συνετή δημοσιονομική στάση τα επόμενα χρόνια».
Οι τέσσερις παράγοντες που διαμορφώνουν το πιστωτικό προφίλ
Σύμφωνα με την Moody’s, τέσσερις παράγοντες καθορίζουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας:
- Η οικονομική ισχύς
- Η ισχύς των θεσμών και της διακυβέρνησης
- Η δημοσιονομική ισχύς
- Η ευαισθησία στον κίνδυνο διάφορων γεγονότων (πολιτικών και οικονομικών) εντός και εκτός Ελλάδας
Σε επίπεδο οικονομικής ισχύος, αυτή αξιολογείται με «baa 2». Επισημαίνεται ότι σε διαρθρωτικό επίπεδο παραμένουν σημαντικά εμπόδια για τη διαρκή ισχυρή ανάπτυξη, όπως τα χαμηλά ποσοστά αποταμίευσης και επενδύσεων. Γίνεται λόγος για τις προσπάθειες αντιμετώπισης του θέματος των επενδύσεων από την κυβέρνηση, ενώ χαρακτηρίζεται ως κρίσιμη η αποτελεσματική απορρόφηση των κονδυλίων ανάκαμψης της ΕΕ.
Αναφορά γίνεται στο «εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ» της χώρας, που επιδεινώθηκε από το brain drain την περίοδο της κρίσης, ενώ εκφράζεται προβληματισμός για την μείωση του ποσοστού του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας επί του συνόλου του πληθυσμού κατά 9% έως το 2050. Παράλληλα, το ποσοστό ανεργίας, αν και μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια παραμένει από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Το ίδιο επισημαίνεται και για τα ποσοστά εισοδηματικής ανισότητας τα επίπεδα του πληθυσμού που απειλούνται από τη φτώχεια.
Σε επίπεδο ισχύος θεσμών και διακυβέρνησης, η Ελλάδα αξιολογείται με «ba1», δύο βαθμίδες χαμηλότερα από την αρχική βαθμολογία του “baa2”, με την καθοδική προσαρμογή να εξηγείται από την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους του ιδιωτικού τομέα το 2012.
Η συνολική βαθμολογία ενσωματώνει την εκτίμηση για την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής, νομισματικής και μακροοικονομικής πολιτικής. Τονίζεται ότι τα δημοσιονομικά έχουν τεθεί πλέον σε πολύ πιο σταθερή βάση, με σταθερά και αυξανόμενα πλεονάσματα του προϋπολογισμού μεταξύ 2016 και 2019 και πρωτογενή πλεονάσματα που υπερβαίνουν τους στόχους που έχουν θέσει οι πιστωτές της ευρωζώνης. Η δέσμευση της χώρας για συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης χαρακτηρίζεται ως «αξιόπιστη».
Επιπρόσθετα, η βαθμολογία «baa» για την ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών θεσμών αντικατοπτρίζει την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που έχουν ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση. Πρόοδος συνεχίζει να σημειώνεται όσον αφορά τις εκκρεμείς μεταρρυθμιστικές δεσμεύσεις που συμφωνήθηκαν μεταξύ της προηγούμενης κυβέρνησης και του Eurogroup τον Ιούνιο του 2018. Oι βελτιώσεις αρχίζουν να αντικατοπτρίζονται στους δείκτες διακυβέρνησης, αν και θα χρειαστούν χρόνια για να γίνουν ορατά τα οφέλη από τις αλλαγές που βρίσκονται σε εξέλιξη, όπως επισημαίνεται.
Η δημοσιονομική ισχύς της χώρας αξιολογείται με «ba3». Σε αυτό το επίπεδο, επισημαίνονται η προσδοκία της Moody’s για μείωση του δείκτη χρέους από τα πολύ υψηλά επίπεδά του και το ευνοϊκό προφίλ που παρουσιάζει η δομή του χρέους της κυβέρνησης, όπως η μακροχρόνια μέση διάρκεια λήξης περίπου 18 ετών. Η πολύ μακροχρόνια διάρθρωση του χρέους και η σημαντική και επαναλαμβανόμενη ελάφρυνση του χρέους που παρέχεται από τους πιστωτές της ευρωζώνης αντανακλάται στις μετρήσεις προσιτότητας χρέους (πληρωμές τόκων σε σχέση με το ΑΕΠ και τα δημόσια έσοδα) που είναι σημαντικά ισχυρότερες απ’ ό,τι υποδηλώνουν οι μετρήσεις του χρέους, σημειώνεται επίσης.
Τονίζεται, ωστόσο, ότι η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3 – 5 χρόνια, με την βιωσιμότητα του χρέους να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη στήριξη από τους επίσημους πιστωτές. Αναφορά γίνεται και στις πολύ υψηλές υποχρεώσεις της χώρας, κυρίως από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, γεγονός που οδήγησε την Moody’s σε τελική βαθμολογία δύο βαθμίδες κάτω από την αρχική βαθμολογία «ba1».
Αναφορικά με τα επίπεδα ευαισθησίας της Ελλάδας απέναντι στον κίνδυνο γεγονός η αξιολόγηση ορίζεται ως «ba». Αναφορά γίνεται στους κινδύνους που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα ο οποίος, παρά τις σημαντικές βελτιώσεις, συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από συγκριτικά αδύναμη ποιότητα ενεργητικού, χαμηλή κερδοφορία και μεγάλο μερίδιο κεφαλαίων χαμηλότερης ποιότητας με τη μορφή αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Μαζί με το σχετικά μεγάλο τους μέγεθος, δημιουργούν μια μεγάλη πιθανή υποχρέωση που θα μπορούσε να αντικατοπτριστεί στον ισολογισμό της κυβέρνησης.
Επισημαίνονται επίσης, σε αυτό το επίπεδο, παράγοντες όπως ο πολιτικός κίνδυνος, ο κίνδυνος ρευστότητας και η ευαισθησία σε εξωτερικά σοκ.
Ο πολιτικός κίνδυνος αυξάνεται
Η βαθμολογία σε επίπεδο πολιτικού κινδύνου ορίζεται σε «baa» αντικατοπτρίζοντας μια πιο σταθερή εσωτερική πολιτική κατάσταση μετά τις γενικές εκλογές του Ιουλίου 2019. Η βαθμολογία παραμένει υψηλότερη από ό,τι σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να αντικατοπτρίζει την ανάγκη των επόμενων κυβερνήσεων να ακολουθήσουν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και να εφαρμόσουν περαιτέρω θεσμικές και διαρθρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως συμφωνήθηκε με τους πιστωτές, σε ένα περιβάλλον ακόμη αδύναμης, αλλά βελτιωμένης θεσμικής ικανότητας.
«Ο σχηματισμός κυβέρνησης μετά τις επόμενες εκλογές - που πιθανότατα θα διεξαχθούν σε δύο γύρους γύρω στον Απρίλιο/Μάιο του 2023 - θα είναι δύσκολος, αν κρίνουμε από τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, γεγονός που ενέχει τον κίνδυνο επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής», επισημαίνει ο οίκος.
Ο κίνδυνος ρευστότητας βαθμολογείται στο «a», αντανακλώντας το πολύ υψηλό επίπεδο των ταμειακών διαθεσίμων και τη μεγάλη μέση διάρκεια του χρέους. Οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι χαμηλές για πολλά ακόμα χρόνια ως αποτέλεσμα της δέσμευσης των πιστωτών της ζώνης του ευρώ να εξασφαλίσουν διαχειρίσιμες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα.
Για τους εξωτερικούς κινδύνους, βαθμολογείται επίσης με «a». Σημειώνεται ότι πριν από την πανδημία, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει σημαντικά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από περίπου 15% του ΑΕΠ στην κορύφωσή του το 2008 σε έλλειμμα μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019. «Το σοκ της πανδημίας, ωστόσο, οδήγησε σε μια απότομη διεύρυνση (πάνω από 6% του ΑΕΠ το 2020), ενώ οι υψηλές τιμές ενέργειας θα διατηρήσουν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε έλλειμμα τα επόμενα χρόνια, παρά τη βελτίωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών», καταλήγει η Moody’s.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr