Αυτό αναφέρει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) στην επισκόπησή του επί της πρώτης έκθεσής του (Εαρινή) για το έτος 2022, όπως προβλέπεται από την σχετική νομοθεσία (Ν. 4270/2014, αρ. 2, παρ. 6). Η έκθεση αποτυπώνει την πορεία των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας κατά το έτος 2021 καθώς και τη διαμόρφωσή τους κατά τους πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους.
Η ανάπτυξη σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΕΔΣ, αναμένεται να συνεχιστεί και το 2022 προσεγγίζοντας ρυθμό πλησίον του 3%. Η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι διεθνείς γεωπολιτικές εντάσεις και η ενεργειακή κρίση, επιβαρύνουν αλλά δεν ακυρώνουν τα θετικά μηνύματα που υπάρχουν όπως, η πρόσφατη εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας τον ερχόμενο Αύγουστο, η πρόωρη αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καθώς και οι θετικές αξιολογήσεις επενδυτικών οίκων για το αξιόχρεο της ελληνικής κυβέρνησης, που έχουν φέρει την πιστοληπτική βαθμίδα της σε βραχεία απόσταση από την επενδυτική.
Το ύψος του δημόσιου χρέους, ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), εξακολουθεί να κινείται σε υψηλά επίπεδα αν και μειώθηκε αισθητά το έτος 2021 σε σύγκριση με το 2020. Οι δυνατότητες εξυπηρέτησής του όμως δεν αναμένεται βραχυπρόθεσμα να επηρεαστούν σημαντικά από πιθανή άνοδο των επιτοκίων. Αυτό οφείλεται κυρίως στην υποστηρικτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έναντι των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, στο υψηλό ποσοστό μη διαπραγματεύσιμου χρέους (με μακρά περίοδο αποπληρωμής και προσυμφωνημένα χαμηλά επιτόκια) και στα υψηλά επίπεδα ρευστών διαθεσίμων του κράτους.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα του έτους 2021, κυρίως λόγω των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας παρέμεινε ένα από τα υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα στην Ευρωζώνη, μειώθηκε όμως σε σύγκριση με το 2020 κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης των φορολογικών εισπράξεων. Στον εξωτερικό τομέα, η ανάκαμψη των εξαγωγών συνδυάστηκε με ελαφρά βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, συντηρώντας ωστόσο, τον κίνδυνο επανεμφάνισης μόνιμων δίδυμων ελλειμμάτων, ο οποίος αποτελεί βασική έκφραση των διαρθρωτικών μακροοικονομικών ανισορροπιών της ελληνικής οικονομίας.
Μια σειρά νέων προκλήσεων οδηγούν στην ανάγκη συνέχισης συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, χωρίς να υπονομεύει την πορεία ανάκαμψης της οικονομίας. Τέτοιες είναι, το κόστος της ενέργειας που αναμένεται να συνεχίσει να τροφοδοτεί υψηλό πληθωρισμό τουλάχιστον για το τρέχον έτος, με τις προβλέψεις εγχώριων και διεθνών οργανισμών να έχουν διαμορφωθεί, έπειτα από συνεχείς αναθεωρήσεις προς τα πάνω, σε επίπεδα υψηλότερα του 6%. Η επανεμφάνιση φάσεων της πανδημίας και η επικείμενη λήξη της περιόδου ενισχυμένης εποπτείας. Η μετάβαση σε καθεστώς εποπτείας μετά από πρόγραμμα προσαρμογής΄ θα διαρκέσει μέχρι την αποπληρωμή του 75% του ελληνικού δημόσιου χρέους προς τους επίσημους ευρωπαϊκούς φορείς και σηματοδοτεί τη σταδιακή μετατόπιση της ευθύνης άσκησης δημοσιονομικής εποπτείας εγγύτερα στις εθνικές δημοσιονομικές αρχές. Καθιστά δε, ακόμα πιο αναγκαία την συνεχή επαγρύπνηση όσον αφορά τον συνετό δημοσιονομικό σχεδιασμό και την τήρηση δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Τέλος στις παραπάνω προκλήσεις προστίθενται οι ανάγκες συμμόρφωσης με το υπό διαμόρφωση νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά την απενεργοποίηση της υφιστάμενης ρήτρας διαφυγής από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Θετικό στοιχείο παραμένει, ότι κατά τη διάρκεια της νέας αυτής περιόδου, η παρακολούθηση ως προς την αξιολόγηση των δυνατοτήτων εξυπηρέτησης του ελληνικού δημόσιου χρέους θα συνεχίσει να ασκείται και από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Το γεγονός αυτό συντηρεί τα εχέγγυα πιστοληπτικής αξιοπιστίας της χώρας κατά την περίοδο μετά την ενισχυμένη εποπτεία.
Πιο αναλυτικά:
- Το 2021 χαρακτηρίσθηκε από ισχυρή αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ μεγαλύτερη του 8%. Η μεγέθυνση της οικονομίας συνεχίστηκε για έβδομο συνεχόμενο τρίμηνο προσεγγίζοντας το 7% σε ετήσια βάση κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022. Βασικοί μοχλοί ανάπτυξης για το 2022 από την πλευρά της ζήτησης αναμένεται να αποτελέσουν η αύξηση του τουρισμού, η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις καθώς και η αποτελεσματική χρήση των κονδυλίων του Μηχανισμού Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης.
- Η εικόνα της αγοράς εργασίας εμφανίστηκε βελτιωμένη. Το ποσοστό ανεργίας ένα από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη, παρά την εντεινόμενη ενεργειακή κρίση συνέχισε να κινείται καθοδικά για το 2021 και τους πρώτους μήνες του 2022, φτάνοντας λίγο πιο πάνω από 12%. Σε αυτό συνετέλεσαν τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης (αναστολές συμβάσεων εργασίας, πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ) και το σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας μετά την πανδημία.
- Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κατά το 2021 παρουσίασε ελαφρά βελτίωση σε σχέση με το 2020, παραμένοντας, ωστόσο, κοντά στο 6% του ΑΕΠ και ένα από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη. Παράγοντες όπως, η αύξηση στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, ο τουρισμός (με υπερ διπλασιασμό της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης) και η εισροή πόρων από το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) συνέβαλαν στη βελτίωση αυτή. Το υψηλό επίπεδο ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε συνδυασμό με τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα (της τάξεως του 10% και 7% για τα έτη 2020 και 2021, αντίστοιχα) κάνουν ορατό τον κίνδυνο επανεμφάνισης μόνιμων δίδυμων ελλειμμάτων στην ελληνική οικονομία.
- Οι εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα ήταν θετικές ως προς την σημαντική μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που σημειώθηκε στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών. Ήπιες αυξήσεις ων ρυθμών χρηματοδότησης της οικονομίας σημειώθηκαν από τα τέλη του 2021 και τους πρώτους μήνες του 2022. Σημαντικές προκλήσεις εξακολουθούν ωστόσο να υφίστανται. Η ουσιαστική επαναφορά του διαμεσολαβητικού ρόλου του ελληνικού τραπεζικού συστήματος στη χρηματοδότηση της οικονομικής μεγέθυνσης, το σχετικά υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, η χαμηλή κερδοφορία τους (λόγω της προσπάθειας εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων τους) καθώς και τα χαμηλής ποιότητας κεφάλαια, που τις αποτρέπει από την ανάληψη πρόσθετων πιστωτικών / επενδυτικών κινδύνων.
- Η δημοσιονομική επίδοση το 2021 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος υπήρξε εμφανώς βελτιωμένη λόγω κυρίως της αύξησης / ανάκαμψης του ΑΕΠ και των θετικών επιπτώσεων στα φορολογικά έσοδα. Ανάλογα σενάρια μεγέθυνσης του ΑΕΠ, στηρίζουν προσδοκίες αυξημένων φορολογικών εισπράξεων και για το 2022. Σε διαρθρωτικούς όρους, το ήδη ελλειμματικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης επιδεινώθηκε το 2021 υπό την επίδραση των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας. Τα μέτρα αυτά, ωστόσο, θεωρούνται προσωρινά και αναμένεται να αρθούν σταδιακά στην Ελλάδα όπως και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες με την ομαλοποίηση της πορείας της πανδημίας. Οι προβλέψεις τις Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό το σενάριο της άρσης των περισσότερων υποστηρικτικών μέτρων για την πανδημία και την ενεργειακή κρίση παραπέμπουν σε διαρθρωτικό έλλειμμα 3% και 0.9% για την Ελλάδα το έτη 2022 και 2023, αντίστοιχα.
- Ο κρατικός προϋπολογισμός κατέγραψε έλλειμμα το πρώτο τετράμηνο του 2022 μειωμένο κατά 5,5 δισ. ευρώ, σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2021 και είναι εντός στόχων της εισηγητικής έκθεσης του Προϋπολογισμού 2022. Η βελτίωση αυτή προήλθε κυρίως από το σημαντικό έλεγχο της πανδημικής κρίσης, ο οποίος αφενός περιόρισε σημαντικά τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης, αφετέρου οδήγησε σε ισχυρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και κατά συνέπεια σε σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων. Επιπλέον, όπως αναμενόταν, τα έσοδα από ΦΠΑ αυξήθηκαν κυρίως λόγω του υψηλού πληθωρισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα έσοδα από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) ενεργειακών προϊόντων, παρέμειναν χαμηλότερα σε σχέση με τις προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών, κυρίως λόγω του ότι ο ΕΦΚ εφαρμόζεται επί της ποσότητας του ενεργειακού προϊόντος, και άρα αντανακλά την μειωμένη συνολική κατανάλωση της περιόδου.
- Το δημόσιο χρέος μειώθηκε το 2021 στο 193% του ΑΕΠ, κατά 13 μονάδες χαμηλότερα από το ιστορικά υψηλό επίπεδο στο οποίο είχε ανέλθει το προηγούμενο έτος (206%). Βέβαια η μελλοντική πορεία αποκλιμάκωσής του υπόκειται σε αυξημένη αβεβαιότητα και εξαρτάται από την πορεία μεγέθυνσης της οικονομίας καθώς και τον βαθμό τήρησης δημοσιονομικής πειθαρχίας σε μεσο μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Στους παράγοντες που ευνοούν τις συνθήκες δημοσιονομικής βιωσιμότητας συγκαταλέγονται η συνέχιση της υποστηρικτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία θα διευκολυνθεί περαιτέρω αν οι τίτλοι του ελληνικού δημόσιου χρέους αποκτήσουν επενδυτική βαθμίδα, η υφιστάμενη δομή του ελληνικού δημόσιου χρέους (με μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής και μη διαπραγματεύσιμο το μεγαλύτερο ποσοστό του) και τα υψηλά ρευστά διαθέσιμα του κράτους. Στους ανασχετικούς παράγοντες, συγκαταλέγονται η πραγματοποίηση χαμηλών ρυθμών μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας, ως αποτέλεσμα των αναπτυξιακών περιορισμών που ασκούν οι διαρθρωτικές μακροοικονομικές ανισορροπίες, η εμφάνιση αναγκών για αυξημένη δημοσιονομική στήριξη της οικονομίας, που θα εμποδίσουν την γρήγορη επιστροφή σε συνθήκες δημοσιονομικής πειθαρχίας καθώς και ενδεχόμενη μόνιμη αύξηση των επιτοκίων σε όλο το μήκος της καμπύλης αποδόσεων, η οποία θα αυξήσει το κόστος αναχρηματοδότησης του υφιστάμενου δημόσιου χρέους.
- Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους αναμένεται να κινηθεί εντός των στόχων του ετήσιου Προϋπολογισμού. Οι επιπτώσεις από τον αυξημένο πληθωρισμό στα πραγματικά εισοδήματα επιχειρήσεων και νοικοκυριών ενδεχομένως να έχουν αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο αν οδηγήσουν σε επέκταση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξής τους ή/και προκαλέσουν ελεγχόμενες καταπτώσεις εγγυήσεων εκ μέρους του δημοσίου. Επιπρόσθετες πηγές δημοσιονομικού κινδύνου αποτελούν εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις με ενδεχόμενο δημοσιονομικό κόστος, πιθανές ανάγκες αύξησης δημόσιων αμυντικών δαπανών υπό το φως των αυξημένων διεθνών γεωπολιτικών εντάσεων, πιθανή ανάγκη περαιτέρω στήριξης των εισοδημάτων από την άνοδο του πληθωρισμού.
Η διασφάλιση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών απαιτεί επιπλέον την πλήρη αξιοποίηση των επενδυτικών και μεταρρυθμιστικών δυνατοτήτων που προσφέρονται από τον Προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης.
Με την προϋπόθεση της αποτελεσματικής απορρόφησης των διαθέσιμων πόρων καθώς και την κατά το δυνατό βέλτιστη χρήση των χρηματοδοτικών εργαλείων που προσφέρονται για το προσεχές μεσοπρόθεσμο διάστημα, η ελληνική οικονομία αναμένεται να λάβει σημαντική στήριξη στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών μακροοικονομικών ανισορροπιών. Έτσι, θα μπορέσει να επεκτείνει τις δυνητικές παραγωγικές της δυνατότητες και να μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες πραγματοποίησης διατηρήσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης. Βασικοί στόχοι αποτελούν η εξωστρέφεια και η διεθνής ανταγωνιστικότητα, η παραγωγικότητα, η απασχόληση, καθώς και η προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων.
Η προσήλωση στην τήρηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο και η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας αποτελούν τη βάση για την οικονομική ανάπτυξη και δημοσιονομική βιωσιμότητα της χώρας. Η συμβολή του υπό διαμόρφωση πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να είναι σημαντική έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να αναδείξει την αντοχή και ευελιξία της, σε ένα εξαιρετικά αβέβαιο διεθνές περιβάλλον.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr