Πάντως, το τι συμβαίνει με τις τιμές ρεύματος και τις τιμές φυσικού αερίου υποδηλώνει και το δύσκολο του εγχειρήματος ενός εμπάργκο στις ρωσικές πηγές ενέργειας αλλά και τις σύνθετες μεταβλητές μιας ενεργειακής στροφής σε άλλες πηγές.
Ο Τζεντιλόνι
Από την πλευρά του, ο Πάολο Τζεντιλόνι χαρακτήρισε «προφανή» τον αντίκτυπο του πολέμου στην Ουκρανία και τόνισε ότι η ενέργεια παραμένει ο βασικός λόγος για τον πληθωρισμό. Ο επίτροπος Οικονομικών αναγνώρισε τον κίνδυνο δευτερογενών συνεπειών από τον πληθωρισμό, που όμως ακόμα δεν είναι ορατές.
«Κοστίζει, αλλά θα πρέπει να μειώσουμε τη στρατηγική μας εξάρτηση από τη Ρωσία». Ο ίδιος αναγνώρισε ότι υπάρχουν πολλοί άγνωστοι παράγοντες που δεν επιτρέπουν μεσοπρόθεσμες προβλέψεις (σ.σ.: διάρκεια πολέμου, επέκταση κυρώσεων κ.τ.λ.) Σύμφωνα με τον Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM, όλοι οι δείκτες εμπιστοσύνης υποχωρούν και οι αγορές πιστεύουν ότι θα υπάρξει αρνητική ανάπτυξη το β’ τρίμηνο της χρονιάς. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα είναι συνολικά αρνητικό το 2022. Επεσήμανε παράλληλα ότι υπάρχουν και θετικοί παράγοντες, όπως το γεγονός ότι πολλά νοικοκυριά στην Ευρωζώνη συσσώρευσαν καταθέσεις που τώρα είναι χρήσιμες για την αντιμετώπιση του κόστους ζωής
Η σκληρή πραγματικότητα
Είναι χαρακτηριστικό ότι την άρνησή του σε διακοπή κάθε εισαγωγής πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου από τη Ρωσία εξέφρασε χθες ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και αρχηγός του κεντρώου, συγκυβερνώτος Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ, επικαλούμενος το τεράστιο κόστος που θα είχε κάτι τέτοιο στην οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως σημείωσε ο Κρ. Λίντνερ, που όντας επικεφαλής του κόμματος με τις στενότερες σχέσεις με το βιομηχανικό κατεστημένο της Γερμανίας, εκφράζει μια κυρίαρχη τάση στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, η άμεση διακοπή εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου από τη Ρωσία "θα έπληττε οικονομικά περισσότερο την ΕΕ και λιγότερο τη Μόσχα".
Ο Γερμανός υπ. Οικονομικών τόνισε ότι δεν θα ήθελε να εικάσει το κατά πόσον η ΕΕ θα αποφασίσει συνολική απαγόρευση εισαγωγών ρωσικών ενεργειακών προϊόντων. Σημείωσε ότι ο ίδιος και η γερμανική κυβέρνηση στηρίζουν τη διακοπή όλων των οικονομικών δεσμών ΕΕ - Ρωσίας, ωστόσο οι κλάδοι του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και του άνθρακα θα έπρεπε να εξαιρεθούν, κατά την άποψη του Βερολίνου, από μια τέτοια κίνηση.
Την ίδια ώρα προειδοποίηση ότι η Γερμανία θα βρεθεί αντιμέτωπη με βαθιά ύφεση εάν σταματήσουν οι εισαγωγές ή η παράδοση φυσικού αερίου και πετρελαίου, έστειλαν οι γερμανικές τράπεζες.
Όπως αναφέρουν δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τη Ρωσία για την ενέργεια, και οι εθνικές τράπεζες εκφράζουν ανησυχία για μια πιθανή διαταραχή στον κλάδο της ενέργειας, όπως εκφράστηκε από μεγάλα ονόματα του κλάδου τις τελευταίες ημέρες. Ο Christian Sewing, ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, ανέφερε ως πρόεδρος της ένωσης τραπεζών της Γερμανίας BDB, ότι οι τράπεζες αναμένουν κατακόρυφα χαμηλότερη ανάπτυξη φέτος στο 2% περίπου, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. "Η κατάσταση θα γίνει ακόμη χειρότερη εάν οι εισαγωγές ή η προσφορά ρωσικού πετρελαίου ή φυσικού αερίου ανακοπεί. Τότε μια μεγάλη ύφεση στη Γερμανία θα ήταν ουσιαστικά αναπόφευκτη”, τόνισε στους δημοσιογράφους. "Το ζήτημα των μέτρων κρατικής βοήθειας για τις εταιρείες και τους κλάδους, θα γίνει τότε ακόμη πιο επείγον”, δήλωσε. Ο Sewing, κάλεσε για άλλη μια φορά την ΕΚΤ να αναλάβει δράση για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό. Δήλωσε πως η ΕΚΤ θα πρέπει να τερματίσει σύντομα τις αγορές asset και θα πρέπει να στείλει ένα σήμα με τα επιτοκια.
Το δύσκολο στοίχημα του λιγνίτη
Στο μεταξύ με τις εξορύξεις λιγνίτη να έχουν πέσει κατακόρυφα η επανάκαμψη του εθνικού πόρου είναι μια δύσκολη υπόθεση για να καλύψει το πανάκριβο αέριο.
Με βάση τα μηνιαία στοιχεία του ΑΔΜΗΕ η παραγωγή ρεύματος από φυσικό αέριο καλύπτει περίπου το 40% του εθνικού μίγματος, όντας τέσσερις φορές υψηλότερη, σε σχέση με το λιγνίτη. Έτσι, πέρυσι η ενέργεια από λιγνίτη έφερε 5.340,79 Gwh όταν από το φυσικό αέριο υπήρξαν 20.873,30 Gwh και από ΑΠΕ 17.192 Gwh. Με βάση επίσης τον Σύνδεσμο Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων και τον Απολογισμό που εξέδωσε πέρυσι για το 2020, στις 5.722 GWh, δηλαδή, 13,9%, ανέρχεται το ποσοστό συμμετοχής στο διασυνδεδεμένο σύστημα του λιγνίτη, το 2020. Δηλαδή υπήρξε μια περαιτέρω αποκλιμάκωση σε δυο χρόνια.
Επιπλέον, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία το 2014 η ΔΕΗ παρήγαγε ενέργεια από λιγνίτη στα επίπεδα των 31.297 Gwh για να μειωθεί η παραγωγική του ικανότητα σε 19.417 Gwh στα τέλη του 2015 και να πέσει σε 5000 Gwh το 2021, σημειώνοντας πτώση 83% από το 2014. Χθες πάντως η παραγωγή από λιγνίτη ήταν στις 8.738 GWh στο 7% υτου συνολικού μίγματος με το φυσικό αέριο να είναι στις 52.279 GWh (στο 49% του μίγματος) και τις ΑΠΕ στις 47.667 GWh (στο 39% του μίγματος).
Εξορύξεις
Παράλληλα οι δυνατότητες εξόρυξης έχουν μειωθεί δραματικά τα τελευταία οκτώ χρόνια.Με βάση τον απολογισμό του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων για το 2020 η παραγωγή λιγνίτη μειώθηκε κατά 48%, σε λιγότερο από 15 εκατομμύρια τόνους, λόγω της σταδιακής παύσης λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων. Σήμερα δε φτάνουν τα 10 εκατ. τόνους περίπου. Το,δε, καλοκαίρι λόγω της “επιστράτευσης” μονάδων υπήρξαν με βάση αναφορές συνδικαλιστών της ΓΕΝΟΠ μεταλλεύματος από τις γειτονικές χώρες. Τώρα βέβαια επικρατεί “συναγερμός” στα εργοτάξια των ορυχείων (ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑ, ΦΛΩΡΙΝΑ, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ, ΣΕΡΒΙΑ ΚΟΖΑΝΗΣ) για να συσσωρευτούν αποθέματα.
Με βάση και τις αποφάσεις της συνεδρίασης της Επιτροπής Διαχείρισης Κρίσεων του ΥΠΕΝ την περασμένη εβδομάδα αποφασίστηκε να ζητηθεί από τη ΔΕΗ η αύξηση της παραγωγής, κάτι που πάντως δεν είναι και εύκολο. Πάντως, με βάση πληροφορίες, εξετάζεται το πώς θα “κλειδώσει” ο διπλασιασμός της παραγωγής λιγνίτη ώστε να γίνει εφικτή η πλήρης αξιοποίηση των λιγνιτικών μονάδων με εθνικό πόρο, για την κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια.
Οι άλλες κινήσεις
Εναλλακτικά και τα εργοστάσια φυσικού αερίου θα “γυρίσουν” σε πετρέλαιο εφόσον κριθεί αναγκαίο και γιαυτό προγραμματίζονται δοκιμές..
Παράλληλα βέβαια σήμερα αναμένεται να καταθέσει ο ΔΕΣΦΑ την προκαταρκτική μελέτη κόστους - οφέλους για την προσθήκη νέας αποθήκης στις εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας ενώ προβλέπεται και σενάριο αγοράς αντί ενοικίασης της πλωτής αποθήκης. Επίσης, ο ΔΕΣΦΑ μέσα στην επόμενη εβδομάδα θα πρέπει να ενημερώσει το υπουργείο και για την πορεία των συζητήσεων με την ιταλική Snam για την αποθήκευση 1 δισ. κ.μ. αερίου. Παράλληλα, ο ΑΔΜΗΕ βάσει ιστορικών στοιχείων καταρτίζει σενάρια εξέλιξης της ζήτησης για ρεύμα σε ορίζοντα εξαμήνου, έναντι δεκαημέρου.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr