Όπως επισημαίνεται στην ανάλυση της Τράπεζας Πειραιώς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ενδιάμεση έκθεση “Winter 2022 Economic Forecasts” αναθεώρησε ανοδικά την εκτίμησή της για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2021 στο 8,5% (εκτίμ. Νοέ. ‘21: 7,1%). Σύμφωνα με την Ε.Ε, η αξιοσημείωτη ανάκαμψη των τουριστικών εισροών βοήθησε την οικονομία να ανακτήσει σημαντικό μέρος των προηγούμενων απωλειών λόγω των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας και ο βιομηχανικός τομέας ανέκαμψε δυναμικά. Παράλληλα η Ε.Ε. εκτιμά ότι το 2022 το ΑΕΠ θα αναπτυχθεί με ρυθμό 4,9% και το 2023 με 3,5%.
Η Ε.Ε προχώρησε ωστόσο σε σημαντική αναθεώρηση των προβλέψεων της για τον πληθωρισμό. Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός προβλέπεται πλέον στο 3,1% το 2022 (εκτίμ. Νοέ. ‘21: 1,0%) ενώ το 2023 αναμένεται στο 1,1% (εκτίμ. Νοέ. ‘21: 0,4%). Η ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για τον πληθωρισμό οφείλεται κυρίως στις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας και των καυσίμων, οι οποίες με βάση την Ε.Ε., αναμένεται να κορυφωθούν κατά τη διάρκεια του α’ τριμήνου του 2022 για να αρχίσουν να υποχωρούν σταδιακά μέσα στο έτος.
Σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία του δείκτη οικονομικού κλίματος με περίοδο βάσης 2000-2021, το 2021 ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 105,1 μνδ έναντι 96,1 το 2020 (2019: 105,4). Τον Ιανουάριο, ο δείκτης οικονομικού κλίματος αυξήθηκε στις 114,2 μνδ από 110 μνδ το Δεκέμβριο. Η τάση αυτή συνδέεται με την σημαντική βελτίωση του δείκτη στη βιομηχανία, (13,2 μνδ, Δεκ. ’21: 7,5 μνδ) κυρίως λόγω της ενδεχόμενης ρευστοποίησης των αποθεμάτων, ενώ οι προσδοκίες για την πορεία της παραγωγής παρέμειναν θετικές. Επίσης, αύξηση σημείωσε ο δείκτης στις υπηρεσίες (39,4 μνδ, Δεκ. ’21: 37,5 μνδ) και ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτών (-42,2 μνδ, Δεκ. ’21: -43,2 μνδ). Αντίθετα, υποχώρηση σημείωσαν ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο (11,3 μνδ, Δεκ. ’21: 19,2 μνδ) και στις κατασκευές (-14,8 μνδ, Δεκ. ’21: -7,0 μνδ).
Το Δεκέμβριο, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής αυξήθηκε κατά 8,1% ΥοΥ (Δεκ. ’20: 3,8%), κυρίως λόγω της θετικής συμβολής των κλάδων «μεταποίησης» (5,6% ΥοΥ) και «ηλεκτρισμού» (17,4% ΥοΥ), ενώ οι αυξήσεις σε «ορυχεία» (7,9% YoY) και «νερό» (2,9% YoY) δεν επηρέασαν σημαντικά τη μεταβολή του γενικού δείκτη. Συνολικά, το 2021 ο δείκτης παραγωγής στη βιομηχανία αυξήθηκε κατά 9,9% (2020: -2,0%) λόγω της θετικής - έναντι προ έτους αρνητικής - συμβολής των κλάδων της μεταποίησης και του ηλεκτρισμού.
Στο λιανικό εμπόριο (εκτός καυσίμων και λιπαντικών) οι δείκτες κύκλου εργασιών και όγκου αυξήθηκαν τον Νοέμβριο κατά 15,5% και 13,3% σε ετήσια εποχικά εξομαλυμένη βάση αντίστοιχα, οδηγώντας το 11μηνο σε αύξηση της τάξεως του 9,4% σε όρους κύκλου εργασιών και 9,8% σε όρους όγκου. Τέλος, στις κατασκευές, ο αριθμός των νέων οικοδομικών αδειών αυξήθηκε τον Οκτώβριο κατά 18,4% σε ετήσια βάση, σημειώνοντας ετήσια μεταβολή της τάξεως του 25,9% το 10μηνο.
Τον Ιανουάριο 2022, ο εθνικός πληθωρισμός (Δ.Τ.Κ) ανήλθε στο 6,2% σε ετήσια βάση, συνεχίζοντας την ανοδική πορεία που ξεκίνησε στα μέσα του 2021 και αποτυπώνοντας τις αυξήσεις κυρίως σε ενεργειακά αγαθά και διατροφή. Ωστόσο αν και με μικρότερη ένταση σαφώς ανοδική πορεία φαίνεται να ακολουθεί και ο δομικός πληθωρισμός (εξαιρ. διατροφή, ποτά, καπνός, ενέργεια) φτάνοντας στο 1,3%. Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 5,5% (Ιαν. ’21: -2,4% YoY). Το 2021, οι αυξήσεις στους δείκτες τιμών εισαγωγών και παραγωγού στη βιομηχανία κατά 20% και 13,8% σε ετήσια βάση αντίστοιχα συνδέονται κυρίως με την αύξηση στους δείκτες ενέργειας κατά 59,4% και 26,4% αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία μη χρηματοοικονομικών λογαριασμών το γ’ τρίμηνο του 2021, το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ) αυξήθηκε σε τρέχουσες τιμές στα €33,5 δισεκ. (6,2% ΥοΥ). Ταυτόχρονα, η καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 9,9% σε ετήσια βάση, φτάνοντας στα €33,9 δισεκ., επίπεδα που υπερβαίνουν ελαφρά το διαθέσιμο εισόδημα. Συνακόλουθα, το ποσοστό της ακαθάριστης αποταμίευσης ως προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε στο -1,0%.
Τον Δεκέμβριο του 2021, το ποσοστό ανεργίας σε εποχικά εξομαλυμένη βάση υποχώρησε στο 12,8% από 15,5% τον Δεκ. ’20 και οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 4,9% σε ετήσια βάση. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η ΕΛΣΤΑΤ, η αγορά εργασίας επηρεάστηκε από την εφαρμογή ειδικών κανόνων λειτουργίας στις επιχειρήσεις καθώς και από την εφαρμο- -γή μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19.
Τον Ιανουάριο του 2022, με βάση τα προσωρινά στοιχεία σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, ο κρατικός προϋπολογισμός, παρουσίασε έλλειμμα ύψους €1.196 εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα ύψους €2.243 εκατ. και πρωτογενές πλεόνασμα €17 εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα €1.145 εκατ.. Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε €3.857 εκατ. μειωμένα κατά €608 εκατ. έναντι του στόχου, κυρίως λόγω των μειωμένων εσοδών από φόρους και από το ΠΔΕ. Τα έσοδα ΠΔΕ κατέγραψαν υστέρηση κατά €358 εκατ. έναντι του στόχου και τα έσοδα από φόρους κατά €224 εκατ. έναντι του στόχου, ως αποτέλεσμα της παράτασης, της προθεσμίας πληρωμής φορολογικών υποχρεώσεων, στις περιοχές που επλήγησαν από τις χιονοπτώσεις. Οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε €5.054 εκατ. μειωμένες κατά €1.654 εκατ. έναντι του στόχου, καθώς στο σκέλος του Τακτικού Προϋπολογισμού παρουσιάζεται υστέρηση έναντι του στόχου κατά €1.916 εκατ., κυρίως λόγω του ετεροχρονισμού των πληρωμών των εξοπλιστικών προγραμμάτων (κατηγορία απόκτήσεων παγίων περιουσιακών στοιχείων). Οι δαπάνες του ΠΔΕ ήταν αυξημένες σε σχέση με τον στόχο κατά €261 εκατ.
Τον Δεκέμβριο το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε στα €1.707 εκατ. έναντι €639 εκατ. το Δεκέμβριο του 2020. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται κυρίως με την επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών και, σε μικρότερο βαθμό, του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από τη βελτίωση των ισοζυγίων υπηρεσιών και δευτερογενών εισοδημάτων.
Το 2021 το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε στα €10,6 δισεκ. έναντι €11,0 δισεκ. το 2020. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται κυρίως με την αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών (κατά €5,9 δισεκ.), και την βελτίωση των ισοζυγίων πρωτογενών (κατά €919 εκατ.) και δευτερογενών εισοδημάτων (κατά €677 εκατ.), οι οποίες αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών (κατά €7,1 δισεκ.).
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών αυξήθηκε (κατά €7,1 δισεκ.), καθώς αυξήθηκαν τα ελλείμματα στα επιμέρους ισοζύγια αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία (κατά €4,5 δισεκ.) και καυσίμων (κατά €2,7 δισεκ.) κυρίως λόγω της μεγαλύτερης αύξησης των εισαγωγών σε σχέση με εκείνη των εξαγωγών. Αντίθετα, η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών συνδέεται σχεδόν αποκλειστικά με την αύξηση του πλεονάσματος στο ισοζύγιο ταξιδιωτικών υπηρεσιών (κατά € 6 δισεκ.) ενώ το πλεόνασμα του ισοζυγίου μεταφορών περιορίστηκε (κατά €235 εκατ.).
Το 2021 το ταξιδιωτικό πλεόνασμα διαμορφώθηκε σε €9,5 δισεκ. (2020 : €3,5 δισεκ., 2019 : €15,4 δισεκ.). Ο ι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν στα €10 ,65 δισεκ. (2020 : €4,3 δισεκ., 2019 : €18,2 δισεκ.), αποτελώντας το 58,6% των συνολικών εισπράξεων του 2019. Αντίστοιχα η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση περιορίστηκε στο 46.9% του συνόλου του 2019.
Τον Δεκέμβριο, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα διαμορφώθηκε σε 1,3% από 1,1% τον προηγούμενο μήνα.
Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών τον Δεκέμβριο αυξήθηκαν κατά €4.290 εκατ. έναντι αύξησης κατά €1.833 εκατ . τον προηγούμενο μήνα και διαμορφώθηκαν στα €180 δισεκ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr