Επίσης στο κλάδο των ανελκυστήρων με τα εκατομμύρια των ιδιοκτητών να ενημερώνονται από τις εταιρίες ότι επιβαρύνονται οι μηνιαίες συντηρήσεις για το 2022 τουλάχιστον κατά 2 ευρώ μετά τις μεγάλες ανατιμήσεις του 2022 που φέρνει η αύξηση 38% της τιμής του χάλυβα, κατά 19% του χαλκού και 17% των καυσίμων.
Γαλακτοκομικά, ζυμαρικά, άλευρα, έλαια, κρέατα, κατεψυγμένα προϊόντα, μπίρες, σνακ, όσπρια, σαρακοστιανά, κ.ά. βρίσκονται στη πρώτη γραμμή των ανατιμήσεων που θα διαπιστώσουν από αύριο τα ελληνική νοικοκυριά.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών της αγοράς, οι τιμές των τροφίμων αλλά και άλλων βασικών προϊόντων όπως είναι τα είδη προσωπικής υγιεινής θα αυξηθούν μεσοσταθμικά γύρω στο 10%-15% τους επόμενους μήνες. Δηλαδή ποσοστιαία αύξηση πολλαπλάσια από τις ανατιμήσεις που έχουν περάσει μέχρι σήμερα στο σύνολο των προϊόντων.
Aυτό ίσως οδηγήσει κάποια προϊόντα όπως η φέτα να φύγουν τελείως από το τραπέζι καθώς η τιμή έχει ξεφύγει. Η φέτα όμως δεν είναι το μοναδικό προϊόν που η τιμή του έχει «πετάξει» ακόμη και στα 17 ευρώ το κιλό, λόγω έλλειψης στην πρώτη ύλη και αύξησης στην τιμή παραγωγού. Σε όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα οι αυξήσεις που έχουν περάσει και αυτές που έρχονται, με βάση τους νέους τιμοκαταλόγους, ξεπερνούν το 10. Η λίστα των προϊόντων, οι τιμές των οποίων έχουν αυξηθεί ήδη πάνω από 5% και αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο μέσα στις επόμενες ημέρες δεν περιορίζεται μόνο στα γαλακτοκομικά - τυροκομικά προϊόντα.
Άλευρα, ζυμαρικά, αναψυκτικά, μπίρες, κατεψυγμένα προϊόντα, κρέας, πουλερικά, αλλά και τα σαρακοστιανά είδη όπως είναι π.χ. το χταπόδι που εισάγεται, παίρνουν σειρά για νέο γύρο ανατιμήσεων. Ειδικά στα σαρακοστιανά και συγκεκριμένα στο χταπόδι, οι ποσότητες που θα εισαχθούν θα είναι περιορισμένες και οι τιμές που θα φθάσει το προϊόν στο ράφι ίσως να είναι απαγορευτικές.
Οι υψηλότερες τιμές, και όχι μόνο του σούπερ μάρκετ αλλά και των πάγιων ανελαστικών δαπανών όπως είναι οι λογαριασμοί των παρόχων ενέργειας, ασκούν πίεση στους προϋπολογισμούς πολλών καταναλωτών, αναγκάζοντάς τους να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο ψώνιζαν μέχρι χθες. Στρέφονται σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας -το μερίδιό τους έχει αυξηθεί από 22,4% που ήταν τον Ιούλιο στο 23,2% τον Οκτώβριο-, στην αναζήτηση φθηνότερων προϊόντων άλλης μάρκας και στον περιορισμό των αγορών. Κάτι που φάνηκε ήδη στο ταμείο των σούπερ μάρκετ τον Νοέμβριο, όπου οι πωλήσεις υποχώρησαν άνω του 5,5% σε αξία και 8,5% σε όγκο.
Aυτό αποτελεί τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο για τα επιτελεία των σούπερ μάρκετ και των προμηθευτών. Γιατί γνωρίζουν, με βάση τις έρευνες που έχουν στα χέρια τους, πως 1 στους 2 καταναλωτές είναι διατεθειμένος να αλλάξει μάρκα, εάν αυτή που επέλεγε ακριβύνει, 4 στους 10 θα αγοράσουν ό,τι βρίσκεται σε προσφορά ανεξαρτήτως μάρκας και θα αναζητήσουν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Και αυτό θα «χτυπήσει» όχι μόνο στον τζίρο και στον όγκο πωλήσεών τους αλλά και στην τελική γραμμή.
Βέβαια εκτός από τις φανερές ανατιμήσεις υπάρχουν και οι κρυφές. Δηλαδή μέσω του περιορισμού των προσφορών ή της μείωσης των συσκευασιών. Ήδη τους τελευταίες μήνες έχουν μειωθεί οι προωθητικές ενέργειες. Ενώ το πρώτο τετράμηνο του 2021 το 62,2% των επώνυμων ταχυκίνητων προϊόντων διατέθηκαν σε προσφορά, το ποσοστό αυτό υποχώρησε τον Ιούνιο στο 44,1%, για να πέσει στο 35,2% τον περασμένο Οκτώβριο. (Στοιχεία Nielsen IQ).
Τα όσπρια και το ρύζι έχουν λάβει αυξήσεις οι οποίες ανέρχονται μεσοσταθμικά στα επίπεδα του 4%-5%, καλύπτοντας μόνο ένα μικρό μέρος του συνολικού λειτουργικού και παραγωγικού κόστους, ήτοι κάτω του 50% εκ του συνολικού κόστους που απορρέει από παράγοντες όπως οι πρώτες ύλες, τα υλικά συσκευασίας, η ενέργεια και οι μεταφορές. Οι σημαντικότερες αυξήσεις που ξεκίνησαν ήδη αποδίδονται στο γεγονός ότι πολλές βιομηχανικές επιχειρήσεις στον κλάδο των οσπρίων διατηρούσαν αποθέματα πρώτων και δεύτερων υλών που είχαν αγοράσει με τιμές προ της διεθνούς πληθωριστικής κρίσης.
Η αρχή των αυξήσεων στο κρέας ξεκίνησε με τις ισχυρές αυξήσεις στις τιμές δημητριακών κατά τους μήνες από Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο του 2021 σε επίπεδα από 30% έως και 50%, όπου το κόστος επωμίστηκαν οι κτηνοτρόφοι. Ακολούθησε ένα ακόμα κύμα αυξήσεων, που σχετίζεται με την ενέργεια και ανατιμήσεις άνω του 200%, γεγονός που αυξάνει το ψυκτικό κόστος στο τριπλάσιο και τετραπλάσιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι προ αύξησης του κόστους ενέργειας το ψυκτικό κόστος ήταν 0,02 ευρώ ανά κιλό και τώρα είναι στο 0,055 ευρώ ανά κιλό. Από την άλλη, το φυσικό αέριο και το ρεύμα έχουν λάβει την ανιούσα. Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε όταν φτάσαμε σε ένα σημείο όπου όλες οι πρώτες ύλες σε υλικά συσκευασίας έλαβαν αυξήσεις 50%-60% και σε ορισμένες των περιπτώσεων σε επίπεδα πάνω από 100%.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr