Είναι προφανές από το τι θα αποφασίσει η ΕΚΤ, θα κριθεί σε ένα βαθμό η πρόσβαση της χώρας σε φτηνό χρήμα αλλά και η διαχείριση του χρέους. Έτσι εφόσον, όπως αναμένεται, μετά τη λήξη του προγράμματος ΡΕΡΡ -λογικά τον Μάρτιο του 2022- η ΕΚΤ συνεχίζει να αγοράζει μέσω των προγραμμάτων επαναγοράς ελληνικούς τίτλους, τότε δε θα υπάρξει ζήτημα με τις εκδόσεις χρέους του 2022 και ενδεχομένως και των αρχών του 2023, συνολικού ύψους 10 -12 δισ. κατά μέσο όρο ετησίως.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του προγράμματος, η ΕΚΤ θα συνεχίσει έως το τέλος του 2023 να «ανανεώνει» όσα ομόλογα λήγουν, χωρίς όμως να προσφέρει πρόσθετη ρευστότητα.
Να σημειωθεί μάλιστα ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας μιλώντας στο πέμπτο συνέδριο προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. αναφερόμενος στη συνεισφορά του προγράμματος ΡΕΡΡ για την εξομάλυνση των συνθηκών ρευστότητας κατά την κρίση της πανδημίας ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι: «Το πρόγραμμα αυτό επιστρατεύτηκε άμεσα μετά την εμφάνιση της πανδημίας και, όπως έχει ανακοινωθεί στις 10 Δεκεμβρίου 2020, οι καθαρές μηνιαίες αγορές θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως τον Μάρτιο του 2022 και πάντως μέχρι να κρίνουμε ότι η κρίση της πανδημίας έχει παρέλθει. Θεωρείται πολύ αποτελεσματικό στη συγκράτηση της ανόδου, λόγω υψηλής αβεβαιότητας, των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων και των μεταξύ τους αποκλίσεων. Ταυτόχρονα διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ.
Η αποτελεσματικότητα του προγράμματος οφείλεται κυρίως στην πρωτοποριακή ευελιξία στη σύνθεση των αγορών τίτλων από το Ευρωσύστημα. Η αξία των τίτλων που αγοράζονται μπορεί να διακυμαίνεται διαχρονικά ανάλογα με τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες. Επιπροσθέτως, υπάρχει η δυνατότητα η κατανομή των αγορών των τίτλων του δημόσιου τομέα να αποκλίνει προσωρινά από την κλείδα συμμετοχής κάθε εθνικής κεντρικής τράπεζας στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΚΤ (η οποία υπολογίζεται ανάλογα με το μέγεθος της οικονομίας της χώρας της).
Στο έκτακτο πρόγραμμα PEPP χορηγήθηκε στους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου παρέκκλιση από τις απαιτήσεις ελάχιστης πιστοληπτικής διαβάθμισης, που ισχύουν στο τακτικό πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων (Public Sector Purchase Programme - PSPP), πράγμα που συντέλεσε στον περιορισμό των επιπτώσεων της πανδημίας στις χρηματοπιστωτικές συνθήκες στην Ελλάδα».
Πάντως εν αναμονή των αποφάσεων της ΕΚΤ για τη μεταχείριση των ελληνικών ομολόγων μετά τον Μάρτιο του 2022 βρίσκονται οι διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης. Ήδη η Moody’s έχει «παγώσει» την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr