Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο γερμανικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης, η Ελλάδα πρέπει να συρρικνώσει το χρέος της στο ύψος του 200% επί του ΑΕΠ, να ανακεφαλαιοποιήσει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και να διορθώσει τις δομικές οικονομικές αρρυθμίες της.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η Scope, το χρέος της Ελλάδας είναι το δεύτερο μεγαλύτερο, έπειτα από της Ιαπωνίας, μεταξύ των 36 χωρών που εξετάζει.
Και ενώ αναμένεται να πέσει στο 199,1% μέχρι το τέλος του 2021, από 205,6% το 2020, παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα σε σχέση με το 180,5% όπου βρισκόταν το 2019.
«Τα υψηλά επίπεδα του ελληνικού δημοσίου χρέους αφήνει την κυβέρνηση εκτεθειμένη στις αγορές, καθώς σαφώς τίθενται ζητήματα βιωσιμότητας», δηλώνει ο αναλυτής του οίκου Dennis Shen.
Μετά το 2021, ο δείκτης δημόσιου χρέους της Ελλάδας προβλέπεται να μειωθεί σε περίπου στο 186% του ΑΕΠ έως το 2026, καθώς η ανάπτυξη παραμένει ισχυρή και τα δημοσιονομικά ελλείμματα περιορίζονται.
Τράπεζες
«Παρ’ όλα αυτά, η συνέχιση της οικονομικής ανάκαμψης εξαρτάται από την επίλυση των υπολειπόμενων διαρθρωτικών οικονομικών δυσχερειών που αντιμετωπίζει η Αθήνα, όπως η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ισοζύγια) των εγχώριων τραπεζών» λέει ο Shen.
Τα αυξημένα NPLs (21,3% επί των συνολικών δανείων τον Ιούνιο αλλά μειωμένα από 40% στο τέλος του 2019) επηρεάζουν την κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος και την ικανότητα χρηματοδότησης της ανάκαμψης.
Η Τράπεζα Πειραιώς, η Alpha Bank και η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος «τρέχουν» προσπαθούν να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια για την κάλυψη του κόστους των επικείμενων τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη σταδιακή κατάργηση των μεταβατικών ρυθμίσεων προληπτικής εποπτείας.
Οι δείκτες Tier 1 σε ολόκληρο το σύστημα μειώθηκαν στο 13,8% επί των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων το α’ τρίμηνο του 2021 από 16,4% το δ’ τρίμηνο του 2019, αντικατοπτρίζοντας την κακή κερδοφορία και την κακή ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων.
Από την άποψη αυτή, στο δυσμενές σενάριο των stress tests της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής το 2021, οι βασικοί δείκτες Τier 1 τριών από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες σημείωσαν πτώση στο 8% ή περισσότερο.
Μεγάλος βραχνάς, σύμφωνα με τη Scope, είναι το υψηλό ποσοστό των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC), οι αυξανόμενες αγορές κρατικών ομολόγων, τα ποσοστά κρατικών ιδίων κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες και οι εγγυήσεις του προγράμματος «Ηρακλής», που ενισχύουν τους δεσμούς κράτους - ιδιωτικών τραπεζών, επηρεάζοντας την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Αυτός ο χρηματοπιστωτικός κίνδυνος λαμβάνεται υπόψη από τους αναλυτές της Scope Ratings σε ό,τι αφορά τις πιστωτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας, που αν μη τι άλλο ταλανίζουν την οικονομία επί μακρόν και παρεμποδίζουν τον τραπεζικό τομέα από το να αναπτυχθεί.
Δυσκολίες στην οικονομία
Η κυβέρνηση έχει επικεντρωθεί στην οικονομία, όπως δυσκαμψίες στην αγορά εργασίας, χαμηλές επενδύσεις και ληξιπρόθεσμα χρέη στον ιδιωτικό τομέα. Η ανεργία παραμένει υψηλή (14,2% τον Ιούλιο), αν και είχε μειωθεί από το 17,2% του Απριλίου.
«Σε ορισμένους από τους προαναφερθέντες τομείς, η πρόοδος είναι σημαντική σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας, που παραμένει μεταξύ των χαμηλότερων της ζώνης του ευρώ, καθώς και την αύξηση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, υπό τη δαμόκλειο σπάθη μελλοντικών κρίσεων».
Η φορολογική συμμόρφωση παραμένει αδυναμία, αν και έχει βελτιωθεί, ενώ οι δαπάνες για συντάξεις και μισθούς του δημόσιου τομέα είναι πάνω από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, περιορίζοντας τον δημοσιονομικό χώρο για δαπάνες που ενισχύουν την ανάπτυξη, καταλήγει η Scope.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr