Σύμφωνα με τα στοιχεία του IMD, η Ελλάδα, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, καταλαμβάνει την 49η θέση στην Παγκόσμια Κατάταξη Ανταγωνιστικότητας μεταξύ των 63 οικονομιών που μελετώνται από το διεθνές ερευνητικό κέντρο της Ελβετίας, καταγράφοντας άνοδο εννέα θέσεων σε σχέση με την περυσινή της κατάταξη. Η άνοδος αυτή αποτελεί τη δεύτερη ισχυρότερη άνοδο μεταξύ των 63 οικονομιών που εξετάζονται στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας, μετά από αυτήν της ανόδου της Κύπρου κατά 11 θέσεις. Η επίδοση της χώρας μας με όρους ανταγωνιστικότητας αποδίδεται στη βελτίωση των επιδόσεων και των τεσσάρων επιμέρους δεικτών.
Υπογραμμίζουμε ότι η Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας (WCY) του IMD, αποτελεί το πλέον αξιόπιστο "εργαλείο" διεθνών επενδυτών στο πλαίσιο της συνολικής αξιολόγησης του περιβάλλοντος δραστηριοποίησης των επιχειρήσεων σε χώρες και περιφέρειες, για την εξαγωγή της απόφασής τους που αφορά στην επιλογή τοποθεσίας χωροθέτησης των διεθνών τους δραστηριοτήτων.
Η θέση της Ελλάδας στις επιμέρους κατηγορίες δεικτών
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία του IMD, η συνολική κατάταξη μιας χώρας, μεταξύ των 63 οικονομιών που συμμετέχουν στην αξιολόγηση της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας, είναι αποτέλεσμα της σύνθεσης των επιδόσεων που αυτή επιτυγχάνει στις τέσσερις επιμέρους κατηγορίες δεικτών, και συγκεκριμένα: στην "Οικονομική Αποδοτικότητα", στην "Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα", στην "Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα", και στις "Υποδομές".
Συγκεκριμένα, στις επιμέρους κατηγορίες δεικτών η κατάταξη της Ελλάδας το 2020 είναι η ακόλουθη:
Στην κατηγορία των δεικτών της "Οικονομικής Αποδοτικότητας", η χώρα μας βρίσκεται στην πεντηκοστή πέμπτη (55η) θέση, βελτιώνοντας τη θέση της κατά πέντε θέσεις (5), αφού πέρυσι βρισκόταν στην 60η θέση, μεταξύ των 63 οικονομιών της κατάταξης, δηλαδή βρίσκεται τρεις μόλις θέσεις πριν την τελευταία θέση της κατάταξης,
Στην κατηγορία των δεικτών της "Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας", η Ελλάδα βρίσκεται εφέτος στην πεντηκοστή δεύτερη (52η) θέση, βελτιώνοντας κατά οκτώ (8) θέσεις την επίδοσή της σε σχέση με την 61η θέση στην οποία βρισκόταν κατά την περυσινή χρονιά, σημειώνοντας τη δεύτερη μεγαλύτερη βελτίωση μεταξύ των 63 οικονομιών.
Στην κατηγορία των δεικτών της "Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας", καταγράφεται βελτίωση της Ελλάδας κατά επτά (7) θέσεις, σε σχέση με την περυσινή κατάταξη. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα εφέτος κατατάσσεται στην 51η θέση, ενώ το 2019 καταλάμβανε την 58η, και, τέλος,
Στην κατηγορία των "Υποδομών" σημειώνεται επίσης βελτίωση της κατάταξης της χώρας μας: συγκεκριμένα από την 41η θέση του 2019, η χώρα μας για το 2020 κατατάσσεται στην 39η θέση, ανακόπτοντας τη συνεχή πτώση των προηγούμενων πέντε ετών.
Οι τρεις δείκτες που παρουσίασαν σημαντική βελτίωση και αποτελούν "δυνατά σημεία" για τη χώρα είναι:
Η "Προσαρμοστικότητα της κυβερνητικής πολιτικής"
Η "Διαφάνεια", και,
Η απουσία "Κινδύνου πολιτικής αστάθειας".
Αντίθετα, οι τρεις δείκτες οι οποίοι αποτελούν προβλήματα στην περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας είναι:
Η "Αύξηση του πληθυσμού", δηλαδή το σημαντικό δημογραφικό πρόβλημα.
Η υποχώρηση της αξίας των εξαγωγών κατά το 2019, και,
Η διαθεσιμότητα "Εξειδικευμένου Προσωπικού", υποχώρηση η οποία ερμηνεύεται εν μέρει από τον υψηλό δείκτη "Brain Drain".
Οι πέντε κύριες προκλήσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας
Με βάση τις επιδόσεις της χώρας μας στους 337 δείκτες που αξιολογούνται από το IMD στο πλαίσιο της εξαγωγής των αποτελεσμάτων της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας (WCY), το διεθνούς φήμης ινστιτούτο IMD θεωρεί ότι οι πέντε κύριες προκλήσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας, είναι:
-Διεύρυνση της παραγωγικής βάσης, μέσω επενδύσεων στη βιομηχανία
-Ευχερέστερη πρόσβαση των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα σε κεφάλαια χρηματοδότησης
-Δημιουργία φιλικότερου φορολογικού πλαισίου
-Σχεδιασμός και υλοποίηση δράσεων ψηφιακών τεχνολογιών
-Θέσπιση ειδικών προγραμμάτων ενίσχυσης δυναμικών και εξωστρεφών κλάδων