Σύμφωνα με το Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό ότι η οικονομική δραστηριότητα στη χώρα μας έδειξε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως παρατηρείται στο Γράφημα, όπου παρουσιάζεται μία συγκριτική ανάλυση των επιδόσεων του πρώτου τριμήνου ανά χώρα. Το παρακάτω γράφημα απεικονίζει τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη, κατά 3,2%, σε ετήσια βάση, το πρώτο τρίμηνο του 2020, η οποία είναι η μεγαλύτερη μετά τη μείωση που έχει καταγραφεί το τρίτο τρίμηνο του 2009 (-4,5%).
Ύφεση: Οι παράγοντες «κλειδιά»
Οι δύο κρίσιμες παράμετροι που προσδιόρισαν το βάθος της ύφεσης, το πρώτο τρίμηνο, για όλες σχεδόν τις χώρες, ήταν (α) η ημερομηνία εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων, σε συνάρτηση με την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων τους και (β) η πορεία του οικονομικού κλίματος.
Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία που έχουν υποστεί το μεγαλύτερο πλήγμα, ξεκίνησαν τα περιοριστικά μέτρα σχετικά νωρίτερα (στις 10.3.2020, 14.3.2020 και 17.3.2020, αντίστοιχα), ενώ στην Ελλάδα και την Γερμανία που τα καθολικά περιοριστικά μέτρα ξεκίνησαν στις 23 και στις 22 Μαρτίου, η μείωση του ΑΕΠ ήταν μικρότερη. Το βάθος της ύφεσης κάθε χώρας θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων, την αυστηρότητα των κανόνων κοινωνικής αποστασιοποίησης, τη δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης, του εμπορίου και των επενδύσεων. Για παράδειγμα, η Γερμανία που εφάρμοσε, ένα πιο «χαλαρό» μοντέλο lockdown (επιτρέποντας την λειτουργία των εργοστασίων και των μέσων μαζικής μεταφοράς) κατέγραψε πτώση του πραγματικού ΑΕΠ, το πρώτο τρίμηνο του 2020, κατά 2,3%, χαμηλότερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, ενώ οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών για το ρυθμό μεγέθυνσής της, τα επόμενα δύο έτη, είναι σχετικά πιο αισιόδοξες απ’ ότι, για παράδειγμα, οι αντίστοιχες προβλέψεις για την Ιταλία, την Γαλλία και την Ισπανία.
Παράλληλα, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ευρωζώνη, ο οποίος συνιστά πρόδρομο δείκτη της οικονομικής δραστηριότητας, σε συνέχεια της επιδείνωσης που σημείωσε τον Μάρτιο, κατέγραψε τον Απρίλιο την μεγαλύτερη μηνιαία πτώση (κατά -29,3 μονάδες) από την έναρξη της διενέργειας των ερευνών οικονομικού κλίματος το 1985, προσεγγίζοντας το επίπεδο του αντίστοιχου μήνα του 2009. Στην Ελλάδα, η πτώση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος ήταν ηπιότερη σε σύγκριση με την Ευρωζώνη, το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου, αλλά συνεχίστηκε και τον Μάιο (-10,8 μονάδες), ενώ το οικονομικό κλίμα στην Ευρωζώνη τον ίδιο μήνα ανέκαμψε ελαφρώς (+2,6 μονάδες). Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος της Ελλάδας ήταν ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27, κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο, παρά το γεγονός ότι η προβλεπόμενη πτώση του ΑΕΠ της χώρας το 2020 είναι η μεγαλύτερη στην ΕΕ-27, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πότε θα φανούν οι επιπτώσεις
Η σημαντικότερη επίδραση των περιοριστικών μέτρων στην οικονομική δραστηριότητα, αναμένεται στο δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, καθώς αυτά ίσχυσαν για μεγαλύτερο διάστημα στο τρίμηνο αυτό, σε σύγκριση με το πρώτο. Για την Ελλάδα, το τρίτο τρίμηνο είναι το κρισιμότερο όλων. Στην περίοδο αυτή, συγκεντρώνεται σχεδόν το 60% των ετήσιων εισπράξεων από τον τουρισμό. Μια πιο σταδιακή χαλάρωση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης συνεπάγεται ότι οι οικονομίες που βασίζονται περισσότερο στις μεταφορές και τον τουρισμό είναι πιθανό να πληγούν για μεγαλύτερο χρονικο διάστημα εντός του τρέχοντος έτους.
Η ευκαιρία
Η κρίση λόγω της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού εκτιμάται ότι θα αλλάξει ριζικά ορισμένες πτυχές των οικονομιών παγκοσμίως. Στην περίπτωση της χώρας μας, δεν αποκλείεται να αποτελέσει ευκαιρία αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Η δημόσια διοίκηση και ο ιδιωτικός τομέας έδειξαν τεράστια προσαρμοστικότητα τόσο στον τομέα της Υγείας, όσο και στο πεδίο της τηλεργασίας μέσω της ψηφιακής οικονομίας. Παράλληλα, η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης “Generation Next” που προτείνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία αντιμετώπισης της κρίσης. Η χρηματοδότηση, η οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό της συνίσταται από επιχορηγήσεις (περίπου Ευρώ 22,5 δισ.) και δευτερευόντως σε δανεισμό (Ευρώ 9,5 δισ.) αναμένεται να έχει σημαντική, θετική επίπτωση στο πραγματικό ΑΕΠ, αφού θα διοχετευτεί σε δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, σε μεταρρυθμιστικά προγράμματα και σε δράσεις πρόληψης και προετοιμασίας, έναντι μελλοντικών υγειονομικών κρίσεων. Τούτο δίδει τη δυνατότητα υπέρβασης της κρίσης χωρίς σημαντική επιβάρυνση στο αριθμητή του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, ενώ παράλληλα θέτει σε σταθερή ανοδική τροχιά τον παρανομαστή του, καθώς μεταβάλλει της παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μέσω του καθαρού σχηματισμού παγίου κεφαλαίου.
Οι προβλέψεις
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Economic Forecast, Spring 2020), αναμένεται ραγδαία πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη το 2020 (-7,7%), η οποία εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερη στην Ελλάδα (-9,7%), ενώ για το 2021 προβλέπεται μερική ανάκαμψη (κατά +6,3% και +7,9%, αντίστοιχα). Ως εκ τούτου, το πραγματικό ΑΕΠ των περισσότερων οικονομιών της Ευρωζώνης δεν προβλέπεται να επανέλθει μέχρι το τέλος του 2021 στα προ της πανδημικής κρίσης επίπεδα. Οι προβλέψεις, ωστόσο, τόσο της Τράπεζας της Ελλάδος, όσο και του Υπουργείου Οικονομικών, αναφορικά με τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας το 2020, είναι ηπιότερες. Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένει ύφεση της τάξης του 6% για το 2020 και ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας κατά 5,5% το 2021, ενώ, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2020 (ΥΠΟΙΚ), το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί το 2020 κατά 4,7% (βασικό σενάριο) και θα ανακάμψει κατά 5,1% το 2021.
Διαβάστε ολόκληρο το Οικονομικό Δελτίο της Alpha Bank στο συνοδευτικό υλικό.
- Alpha Bank.docx (135 Λήψεις)
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr