Στην αδημοσίευτη ανάλυση του Κέντρου Ευρωπαϊκών Οικονομικών Ερευνών (ZEW), στην οποία αναφέρεται σημερινό δημοσίευμα της «Welt», προσομοιώνεται η διανομή κεφαλαίων από το μελλοντικό ταμείο των 500 δισεκατομμυρίων ευρώ που πρότειναν οι δυο ηγέτες με δύο πιθανές παραμέτρους.
Παράγοντας «παραγωγή»
Εάν το ποσό των εκταμιεύσεων εξαρτάται αποκλειστικά από το πόσο υποχώρησε η παραγωγή κατά τη διάρκεια της κρίσης, η Γερμανία θα πληρώσει περίπου 130 δισεκατομμύρια ευρώ στο ταμείο, αλλά θα λάβει 107,3 δισεκατομμύρια ευρώ από τις Βρυξέλλες. Η καθαρή εισφορά της Γερμανίας θα ήταν συνεπώς 23,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Από την άλλη, η Πολωνία θα ήταν σύμφωνα με αυτήν την κλείδα κατανομής το δεύτερο κράτος με τις μεγαλύτερες καθαρές εισφορές στο ταμείο και θα κατέβαλε 10,4 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα από ό, τι θα εισέπραττε από τις Βρυξέλλες. Θα αποτελούσε, όμως, τη χώρα και με τις μεγαλύτερες καθαρές εισφορές σε σχέση με την οικονομική της παραγωγή. Η εισφορά θα αντιστοιχούσε σχεδόν στο 2% της οικονομικής παραγωγής του 2019. Για τη Ρουμανία, τη δεύτερη φτωχότερη χώρα της Ε.Ε,, η καθαρή εισφορά θα ήταν 2,6 δισεκατομμύρια ευρώ ή 1,16% της οικονομικής της παραγωγής.
Στην πραγματικότητα, σχεδόν όλες οι χώρες της Ε.Ε. θα ήταν «χώρες εισφέροντες» με αυτήν την κλείδα διανομής. Μόνο οι χώρες της Νότιας Ευρώπης και η Γαλλία θα ήταν «χώρες λήπτες». Η Ιταλία θα είναι ο μεγαλύτερος λήπτης με 25,8 δισεκατομμύρια ευρώ, ακολουθούμενη από την Ισπανία με 13,7 δισεκατομμύρια ευρώ και τη Γαλλία με περίπου 10,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Ακολουθούν η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Κύπρος και η Κροατία.
Παράγοντας «ανεργία»
Εάν, ωστόσο, ληφθεί υπόψη κατά την διανομή κεφαλαίων η αύξηση της ανεργίας κατά την κρίση του κορονοϊού, όπως ζητούν οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η κατανομή θα αλλάξει σημαντικά. Εάν η οικονομική ύφεση σταθμιστεί με 80% στην δεύτερη κλείδα διανομής και η ανεργία με 20%, τότε οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής θα συγκαταλέγονταν επίσης μεταξύ των χωρών ληπτών.
Οι μεγαλύτεροι καθαροί αποδέκτες σε αυτήν την περίπτωση θα ήταν η Ισπανία με 24,2 δισεκατομμύρια, η Ιταλία με 19,2 δισεκατομμύρια και η Ελλάδα με 4,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι καθαρές εισφορές για την Ιταλία και τη Γαλλία θα μειώνονταν σημαντικά, στην περίπτωση της δεύτερης κλείδας σε μόλις 1,36 δισεκατομμύρια ευρώ. Έτσι, 17 μέλη της Ε.Ε. θα ήταν χώρες λήπτες. Θα υπήρχαν δε στην περίπτωση αυτή μόνο 10 καθαροί πληρωτές, συμπεριλαμβανομένης της Σουηδίας με καθαρές καταβολές 4,67 δισ. ευρώ, της Αυστρίας με 4,4 δισ. και της Δανίας με 3,9 δισ. ευρώ.
Όπως αναφέρεται στο ΑΠΕ, για τη Γερμανία, η συνεκτίμηση της ανεργίας θα είχε σημαντικά μειονεκτήματα: η καθαρή γερμανική εισφορά θα αυξηθεί από 23,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε 38,6 δισεκατομμύρια ευρώ. Η καθαρή εισφορά θα αυξηθεί επίσης για το Βέλγιο, την Αυστρία, τη Δανία και την Ολλανδία.
«Οι Ανατολικοευρωπαίοι ενδιαφέρονται να συμπεριληφθεί και η αύξηση της ανεργίας ως κριτήριο, διότι τους ανακουφίζει. Αυτό σημαίνει όμως επίσης ότι θα εισρεύσουν λιγότερα χρήματα στη νότια Ευρώπη. Το να θεωρηθεί όμως η ανεργία κριτήριο δεν είναι χωρίς προβλήματα. Τιμωρεί χώρες όπως η Γερμανία που προστατεύουν την αγορά εργασίας τους», δήλωσε ο Φρίντριχ Χάινεμαν, επικεφαλής του τμήματος έρευνας δημοσίων οικονομικών του Κέντρου Ευρωπαϊκών Οικονομικών Ερευνών (ZEW) και συντάκτης της ανάλυσης στην εφημερίδα «Die Welt».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr