του Μιλτιάδη Νεκτάριου
Καθηγητή Ασφαλιστικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Πειραιώς
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Reporter Μagazine Ιουλίου.
Η σημερινή διακυβέρνηση βαυκαλίζεται ότι «έλυσε» το ασφαλιστικό. Στην ουσία απλώς έκανε μικρές τροποποιήσεις στο υφιστάμενο Διανεμητικό Σύστημα, το οποίο επικράτησε σε όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Η τελευταία αναλογιστική μελέτη (2018) δείχνει ότι οι εργαζόμενοι θα πληρώνουν 27% εισφορές και το κράτος θα καλύπτει το 50% των συνολικών δαπανών μέχρι το 2060, ούτως ώστε οι σημερινοί εργαζόμενοι να λάβουν ένα ποσοστό αναπλήρωσης λιγότερο από 50%.
Στην χώρα που έχει συμβεί η μεγαλύτερη καταστροφή του συστήματος συντάξεων στην μεταπολεμική περίοδο, παρέχουμε ακόμα συντάξεις που είναι υψηλότερες από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Στην πιο κατεστραμμένη οικονομία της ΕΕ, φορολογούμε εξαντλητικά τις γενιές των εργαζομένων για να παρέχουμε συντάξεις ίσες με τους μισθούς, ενώ οι εργαζόμενοι που πληρώνουν τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές στην ΕΕ δεν έχουν καμία βεβαιότητα ότι θα πάρουν κάποια σύνταξη στο μέλλον. Περισσότεροι από το 20% των συνταξιούχων, δηλαδή περίπου 500.000 άτομα, είναι κάτω των 65 ετών και απορροφούν περισσότερα από 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Δηλαδή, το κόστος των πρόωρων συντάξεων είναι ίσο με 2 ΕΝΦΙΑ.
Η αδυναμία επίλυσης του ασφαλιστικού προβλήματος στην περίοδο της Μεταπολίτευσης αποτελεί τον κύριο παράγοντα της οικονομικής καταστροφής της χώρας, με το σύστημα συντάξεων να έχει απορροφήσει περισσότερα από €250 δισεκατομμύρια κρατικής χρηματοδότησης από το 2000 μέχρι σήμερα. Και, βέβαια, η λειτουργία του υφιστάμενου συστήματος συντάξεων, παρ’ όλες τις περικοπές, καθιστά αδύνατη την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και, σε συνδυασμό με την βαριά φορολογία και την πλήρη έλλειψη επενδύσεων, δημιουργούν ένα περιβάλλον οικονομικής στασιμότητας στο διηνεκές.
Η πολιτική του 3ου Μνημονίου με τα τεράστια πλεονάσματα μέχρι το 2060 θα καθηλώσουν την οικονομία σε συνεχή λιτότητα και αυτό θα έχει ως συνέπεια την συνεχή μείωση των συντάξεων.
Η μόνη ελπίδα που υπάρχει για να σταματήσει η συνεχής μείωση των συντάξεων είναι να εφαρμοστεί ένα νέο μίγμα οικονομικής πολιτικής (μείωση φορολογίας για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, μείωση ασφαλιστικών εισφορών, χρήση μέρους των πλεονασμάτων για την διενέργεια επενδύσεων) που θα οδηγήσει σε ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 3,5% για μια δεκαετία (βλέπε μελέτη: Ν.Χριστοδουλάκης, Μ.Νεκτάριος, Χ.Θεοχάρης: Επανεκκίνηση της Ελληνικής Οικονομίας, διαΝΕΟσις, 2018).
Οι στόχοι που επιτυγχάνονται με τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις είναι οι εξής:
- Οι πόροι που εξοικονομούνται από την περιοριστική πολιτική μεταφέρονται σε επενδύσεις στηρίζοντας καλύτερα τη μείωση του χρέους σε σχέση με το σημερινό μοντέλο αποπληρωμής μέσω των πρωτογενών πλεονασμάτων.
- Το ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα απλοποιούνται, θέτοντας τα θεμέλια ώστε η απλοποίηση αυτή να αποτελέσει μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου νομοθετικής απλοποίησης και κωδικοποίησης, παρέχοντας δυναμική αναπτυξιακή ώθηση.
- Τα εισοδήματα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών στηρίζονται, μειώνοντας στο ελάχιστο τις υφεσιακές επιπτώσεις των ήδη ψηφισμένων μέτρων που θα εφαρμοστούν από το 2019 και μετά. Συνεπώς, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης γίνεται με μέριμνα για τη στήριξη των εισοδημάτων και κατά συνέπεια την ενίσχυση της συνολικής ζήτησης.
- Το ασφαλιστικό σύστημα μεταρρυθμίζεται χωρίς να αυξάνονται τα ελλείμματα σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση. Συνεπώς, η μεταρρύθμιση φέρνει θετικά αποτελέσματα (αύξηση συντάξεων σε βάθος χρόνου), χρησιμοποιώντας το δημοσιονομικό χώρο από τις ήδη θεσμοθετημένες περικοπές χωρίς την ανάγκη περαιτέρω εξοικονομήσεων.
- Βελτιώνονται δραστικά οι κοινωνικές συνθήκες, ωθώντας προς τα κάτω το φράγμα της ανεργίας που χωρίς τις προτεινόμενες αλλαγές θα ήταν περίπου στο 15% στην κατάσταση της μακροχρόνιας ισορροπίας.
- Εμπεδώνεται η ξεκάθαρη σχέση εισφορών και ύψους σύνταξης ώστε να βελτιωθεί η τρωθείσα ασφαλιστική συνείδηση που έχει οδηγήσει σε εκτεταμένες πρακτικές μαύρης εργασίας με την συνέργεια εργοδοτών και εργαζομένων.
Το πρόγραμμα αλλαγών που προτείνεται αποτελεί ένα συνεκτικό, αλληλοσυμπληρούμενο και αλληλοεπιδρούν σύνολο και ως εκ τούτου θα έχει μόνιμα και διατηρήσιμα αποτελέσματα στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Θέτει όμως τις βάσεις για την αντιμετώπιση του ουσιαστικού προβλήματος της εθνικής κυριαρχίας και κοινωνικής ευημερίας της χώρας μας: τον φθίνοντα πληθυσμό. Χωρίς αναστροφή της πτωτικής πορείας των γεννήσεων, χωρίς τις προϋποθέσεις για την αναστροφή του κύματος μετανάστευσης των πτυχιούχων νέων μας, οι προοπτικές της χώρας μας τις επόμενες δεκαετίες είναι δυσοίωνες.
Οι συνταξιούχοι, μέσα στην παραπληροφόρηση και την σύγχυση που δημιουργείται, πρέπει να γνωρίζουν ένα πράγμα: ότι ο μόνος τρόπος που υπάρχει για να σταματήσει η περαιτέρω μείωση των συντάξεων είναι να ξεκινήσει μια περίοδος ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης. Τότε και μόνον τότε, και στο πλαίσιο του νέου συστήματος συντάξεων που έχουμε προτείνει, θα δουν τις συντάξεις τους να βελτιώνονται.
Η πρόταση που έχουμε επεξεργαστεί στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς (Μ. Νεκτάριος, Π. Τήνιος, Γ. Συμεωνίδης, Συντάξεις για νέους. Ένα αναπτυξιακό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, Εκδόσεις Παπαζήση, 2018) εισάγει ένα σύστημα τριών πυλώνων, όπως αυτά που έχουν γίνει ο κανόνας στην Ευρώπη από την δεκαετία του 1990. Ένα τέτοιο σύστημα διαχωρίζει την πρόνοια από την ασφάλιση και δίδει ισχυρά κίνητρα για αποταμίευση και εργασία.
Η πρότασή μας όμως προσαρμόζεται στη Ελληνική πραγματικότητα με τέσσερις τρόπους: Πρώτον προτείνει μια γενναία μείωση των εισφορών (κατά 30%) στην κύρια σύνταξη, με άμεση εισαγωγή των ατομικών λογαριασμών. Δεύτερον, προτείνει την διοχέτευση των σημερινών εισφορών (6% σε βάθος χρόνου) στις επικουρικές συντάξεις σε νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Τα αποθεματικά του κεφαλαιοποιητικούσυστήματος θα ανέλθουν στα 50 δισεκατομμύρια ευρώ στην πρώτη δεκαετία, και θα ενισχύσουν δραστικά την πραγματική οικονομία δημιουργώντας μια νέα πηγή επενδυτικών πόρων. Τρίτον, εισάγει το νέο σύστημα με μεγάλη ταχύτητα: το νέο σύστημα εισάγεται για όλους τους ασφαλισμένους μετά το 1993 – χονδρικά όλους τους κάτω των 50 ετών. Τέταρτον, δεν ανατρέπει τις αλλαγές της περιόδου 2010-2018: διατηρείται το ενιαίο πλαίσιο εισφορών και παροχών που έχει ήδη θεσπιστεί. Επιπλέον, με την προϋπόθεση της οικονομικής ανάπτυξης, αναζητείται η ισχυρότερη δυνατή εγγύηση ότι δεν θα υπάρχουν άλλες περικοπές για τους συνταξιούχους της μεταβατικής περιόδου. Η χρηματοδότηση των συντάξεων της μεταβατικής περιόδου συμπληρώνεται από τον κρατικό προϋπολογισμό στα επίπεδα που έχουν ήδη συμφωνηθεί μέσω του 3ου Μνημονίου.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι μετά από 30 χρόνια αδιαφορίας και 10 χρόνια πρωτοφανούς οικονομικής καταστροφής, χρειάζεται ένα ελάχιστο επίπεδο πολιτικής συναίνεσης για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και την οριστική επίλυση του ασφαλιστικού ζητήματος.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr