Όπως υπογράμμισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μίχαλος:
«Δυστυχώς, οι τελευταίες εξελίξεις στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την κατάληψη της πρωθυπουργίας από τον Μπόρις Τζόνσον, δείχνουν μια άνευ συμφωνίας αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι δηλώσεις του νέου βρετανού πρωθυπουργού κάνουν το σενάριο μιας άτακτης εξόδου όλο και πιο πιθανό. Η προοπτική αυτή ήδη δημιουργεί συνθήκες ακραίας αβεβαιότητας, καθώς οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες για τη βρετανική οικονομία, για τους πολίτες και για τις επιχειρήσεις της χώρας, αλλά και για τους οικονομικούς της εταίρους.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας: είναι γνωστό ότι η Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο συνδέονται με στενούς οικονομικούς, εμπορικούς, αλλά και ανθρώπινους δεσμούς. Στο απευκταίο – αλλά υπαρκτό – σενάριο μη επίτευξης συμφωνίας οι σχέσεις αυτές θα δοκιμαστούν. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα περιέλθει σε καθεστώς τρίτης χώρας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς το διμερές εμπόριο να διέπεται από κάποια διμερή εμπορική συμφωνία. Η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων θα πάψει και οι εμπορικές συναλλαγές θα διέπονται από τους γενικούς κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Όλα αυτά συνεπάγονται την επιβολή εθνικών δασμών και πρόσθετων τελωνειακών ή εισαγωγικών διατυπώσεων. Μεγάλη σημασία για την πορεία των εμπορικών σχέσεων Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου – και ιδιαίτερα για τις ελληνικές εξαγωγές – θα έχει η συγκεκριμένη εμπορική πολιτική που θα επιλέξει η χώρα, μετά την έξοδο. Αν ακολουθήσει, με άλλα λόγια, μια προστατευτική ή πιο ανοιχτή εμπορική πολιτική και – βεβαίως – αν η πολιτική αυτή θα προσαρμόζεται επιλεκτικά ανά τομέα. Τα εργαλεία πολιτικής που μπορούν να αξιοποιηθούν είναι αρκετά και περιλαμβάνουν από την επιβολή δασμών και ποσοστώσεων, μέχρι επιδοτήσεις, διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες.
Το μόνο βέβαιο, είναι ότι αυτή τη στιγμή κινούμαστε όλοι σε αχαρτογράφητα νερά. Αυτό που εμείς, ως επιχειρηματική κοινότητα επιδιώκουμε, να ελαχιστοποιηθούν όσο αυτό είναι δυνατόν οι επιπτώσεις μιας άτακτης εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου για τις ελληνικές επιχειρήσεις, για την εξωστρέφεια και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί αφενός μέσω της σωστής ενημέρωσης και προετοιμασίας των ελληνικών επιχειρήσεων, απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο. Αφετέρου, με αποτελεσματική κινητοποίηση σε επίπεδο πολιτικής και οικονομικής διπλωματίες, ώστε να διασφαλιστούν οι καλύτεροι δυνατοί όροι για τη συνέχιση των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών, την επόμενη ημέρα».
Από την πλευρά της η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσου Εξαγωγέων, Χριστίνα Σακελλαρίδη, δήλωσε στο ΑΠΕ- ΜΠΕ για το Brexit:
«Αναμφίβολα η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στις εμπορικές συναλλαγές των ελληνικών επιχειρήσεων με την αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου. Ανεξάρτητα εάν το Brexit υλοποιηθεί με ένα τακτικό ή άτακτο τρόπο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρξουν συνέπειες για τις ελληνικές εξαγωγές.
Η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας προκύπτει από τη διατάραξη της νομισματικής ισοτιμίας και την ισχυροποίηση του Κοινού Ευρωπαϊκού Νομίσματος έναντι του βρετανικού νομίσματος, της στερλίνας. Σε μια τέτοια περίπτωση, τα ελληνικά προϊόντα που σήμερα εξάγονται στην Γηραιά Αλβιώνα θα καταστούν αυτόματα πιο ακριβά, χάνοντας σε ανταγωνιστικότητα. Την ίδια ώρα, οι εισαγωγές βρετανικών προϊόντων στην Ελλάδα θα καταστούν φθινότερες και μοιραία θα αυξηθούν, πιέζοντας το εμπορικό έλλειμμα σε μια εποχή που παρατηρείται ανησυχητική άνοδός του.
Επιπρόσθετα, ενδεχόμενως να υπάρξει πλήγμα και στον ελληνικό τουρισμό, διότι τα ελληνικά πακετά διακοπών θα καταστούν και αυτό αυτόματα πιο ακριβά για τους βρετανούς τουρίστες. Ο ΠΣΕ παρακολουθεί τις εξελίξεις και τη συζήτηση γύρω από το Brexit και παραμένει σε εγρήγορση, προκειμένου να βοηθήσει όσο μπορεί στην προσπάθεια των Ελλήνων Εξαγωγέων».
Σταθερή ανοδική η πορεία των ελληνικών εξαγωγών προς το ΗΒ
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, πρέπει να επισημανθεί, ότι από τότε που ξεκίνησε η συζήτηση περί Brexit, δεν φαίνεται να υπάρχει αρνητική επίπτωση στο εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών. Όλα αυτά τα χρόνια, το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει στην πρώτη 10άδα των κυριότερων πελατών ελληνικών προϊόντων, το 2018 ήταν στην 8η θέση. Την 5ετία 2014-2018 σημειώνεται μια σταθερή ανοδική ετήσια πορεία των εξαγωγών της Ελλάδας προς το Ηνωμένο Βασίλειο, που σωρευτικά σε αυτή την περίοδο καταγράφει αύξηση 5,4%.
Ως προς τις εισαγωγές, το 2018 ήταν στη 13η θέση στη λίστα των χωρών από όπου εισάγει προϊόντα η χώρα μας. Την 5ετία 2014-2018 σημειώνεται σωρευτικά άνοδο κατά 2,1%, δηλαδή μικρότερη από την αύξηση των εξαγωγών. Αυτό έχει ως συνέπεια, το διμερές εμπορικό ισοζύγιο να έχει φτάσει σχεδόν στο μισό το 2018 (-106 εκατ.ευρώ), συγκρινόμενο με το 2014 (-227 εκατ.ευρώ).
Αξίζει να αναφερθεί, ότι την αναφερόμενη 5ετία, έχει αυξηθεί σημαντικά το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών ως προς τα πετρελαιοειδή-καύσιμα, που αποτελούν πλέον το 2018 το 18% (από 6,2%) των ελληνικών εξαγωγών προς το Ηνωμένο Βασίλειο και το 13,4% (από 4,6%) των εισαγωγών προς τη χώρα μας.
Εξακολουθεί βέβαια το μεγαλύτερο ποσοστό (σχεδόν 49%) των εξαγωγών της Ελλάδας –αν και μειωμένο- προς το Ηνωμένο Βασίλειο να είναι βιομηχανικά προϊόντα (κυρίως φάρμακα, σωλήνες, ηλεκτρικοί αγωγοί, χημικά, φύλλα αλουμινίου κ.α.). Σχεδόν 31% των εξαγωγών είναι αγροτικά προϊόντα (κυρίως γαλακτοκομικά, λαχανικά, φρούτα κ.α.)
Οι εισαγωγές από το Ηνωμένο Βασίλειο προς την Ελλάδα, είναι σε ποσοστό της τάξης του 70-75% βιομηχανικά προϊόντα (οχήματα, φάρμακα και λοιπά χημικά, ελαστικά αυτοκινήτων, προϊόντα χαλκού, προϊόντα τυπογραφίας κ.α.). Σε ποσοστό 10,5% (από σχεδόν 15% το 2014) είναι οι εισαγωγές τροφίμων και ποτών (κυρίως ουίσκι και παρασκευασμένα τρόφιμα).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr