Η πτώση της ανεργίας συνδέεται με την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας κατά 1,9% το 2018 και αφορά κυρίως στην κυκλική συνιστώσα της ανεργίας, η οποία οφείλεται στην υψηλή ή χαμηλή ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών, ανάλογα με τη φάση του οικονομικού κύκλου. Η ενίσχυση, συνεπώς, της καταναλωτικής δαπάνης και της ζήτησης από το εξωτερικό συμβάλλουν σταδιακά στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Παράλληλα, η διαρθρωτική ανεργία - αν και διαχρονικά υψηλή στην Ελλάδα - αυξήθηκε έτι περαιτέρω κατά την περίοδο της κρίσης.
Aπό την έναρξη της οικονομικής κρίσης, καταγράφεται παράλληλη αύξηση της ανεργίας και μείωση του ποσοστού κενών θέσεων εργασίας, μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2013. Εν συνεχεία και για ένα έτος, παρατηρείται ελαφρά αύξηση του ποσοστού ανεργίας, σε συνδυασμό με αύξηση του ποσοστού των κενών θέσεων εργασίας. Η παράλληλη αύξηση και των δύο ποσοστών συνεπάγεται πως η αγορά εργασίας δεν επηρεάζεται από τη φάση του οικονομικού κύκλου (ελαττώνεται η κυκλική επίπτωση και επομένως η επίπτωση της ύφεσης). Αντίθετα, υποδηλώνει μια παράλληλη μετατόπιση της καμπύλης προς τα πάνω, καθώς αυξάνεται η αναντιστοιχία μεταξύ των προσφερόμενων και ζητούμενων δεξιοτήτων, εξέλιξη η οποία συνδέεται με την αύξηση της διαρθρωτικής ανεργίας.
Από το 2010 και μετά η Ελλάδα εμφανίζει ταυτόχρονα αύξηση, τόσο στο φυσικό ποσοστό ανεργίας, το οποίο συνιστά ένα μέτρο της διαρθρωτικής ανεργίας όσο και στο ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων. Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2013, όταν και ξεκινά η καθοδική πορεία της κυκλικής ανεργίας που οδήγησε στη μείωση του συνολικού ποσοστού ανεργίας κατά εννέα εκατοστιαίες μονάδες, το ποσοστό της διαρθρωτικής ανεργίας και το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων παρουσιάζουν χαρακτηριστική ακαμψία. Η αναντιστοιχία συνεπώς μεταξύ προσφερόμενων και ζητούμενων θέσεων εργασίας αντανακλάται, μεταξύ άλλων, και στο υψηλό ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων.
Η παραμονή εκτός εργασίας για μεγάλο χρονικό διάστημα αποδυναμώνει το ανθρώπινο κεφάλαιο και υποβαθμίζει τις δεξιότητες, δυσχεραίνοντας την εύρεση εργασίας. Ως εκ τούτου, το μεγάλο διάστημα ανεργίας αφενός αποθαρρύνει τους μακροχρόνια ανέργους να αναζητήσουν εργασία, αφετέρου τους
καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικούς, με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται η μείωση της διαρθρωτικής ανεργίας.
H αναντιστοιχία που καταγράφεται στην Ελλάδα ανάμεσα στις κενές θέσεις εργασίας και τον αριθμό των ατόμων που αναζητούν εργασία οφείλεται κυρίως:
• στο μετασχηματισμό του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας κατά τη διάρκεια της ύφεσης, όπως αποτυπώνεται στην ενίσχυση ή αποδυνάμωση ορισμένων κλάδων,
• στις τεχνολογικές εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας,
• στο φαινόμενο της έντονης εκροής υψηλής ποιότητας ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό (brain drain)
Εξέλιξη απασχόλησης και ανεργίας στο τέταρτο τρίμηνο του 2018
Συνεχίζεται η βελτίωση της αγοράς εργασίας, σύμφωνα με τα τριμηνιαία μη εποχικά προσαρμοσμένα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ. Ειδικότερα, η απασχόληση αυξήθηκε σημαντικά στο τέταρτο τρίμηνο του 2018, κατά 97,4 χιλ. άτομα ή κατά 2,6% σε ετήσια βάση, έναντι αύξησης κατά 2,4% στην αντίστοιχη περίοδο του 2017. Αντίθετα, το ποσοστό ανεργίας συνέχισε να αποκλιμακώνεται και διαμορφώθηκε στο 18,7%, έναντι 21,2% το τέταρτο τρίμηνο του 2017, μείωση η οποία αντιστοιχεί σε 125,7 χιλ. άτομα.
Ως προς την εξέλιξη της απασχόλησης, η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας που σημειώθηκε την τελευταία διετία στήριξε τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. O αριθμός των απασχολουμένων το τέταρτο τρίμηνο του 2018 (3.833,7 χιλ.) ήταν ο μεγαλύτερος μετά το αντίστοιχο τρίμηνο του 2011 (3.886,9 χιλ.), εντούτοις όμως υπολείπεται αισθητά των 4.597,9 χιλ. που καταγράφηκε το τέταρτο τρίμηνο του 2008. Θετική εξέλιξη χαρακτηρίζεται η αύξηση κατά 3,0%, σε ετήσια βάση, της πλήρους απασχόλησης και η μείωση κατά 1,0% της μερικής.
Σχετικά με την κατανομή της απασχόλησης ανά βασική κατηγορία επαγγέλματος (κωδικοποίηση ISCO 08), η πλειονότητα των εργαζομένων καταγράφεται στην κατηγορία απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές, οι οποίοι αποτελούν το 23,1% του συνόλου των εργαζομένων (Γράφημα 5). Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά την προαναφερθείσα σημαντική μείωση της απασχόλησης κατά τη διάρκεια των οικονομικών προγραμμάτων προσαρμογής, ο αριθμός των απασχολουμένων στη συγκεκριμένη κατηγορία αυξάνεται συνεχώς και υπερβαίνει τα επίπεδα της προ-κρίσης εποχής. Αντίθετα, σε κατηγορίες επαγγελμάτων όπως τα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη, ο αριθμός των απασχολουμένων έχει μειωθεί σημαντικά.
Ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, η απασχόληση στις υπηρεσίες παροχής καταλύματος και εστίασης σημείωσε ετήσια αύξηση κατά 7,8% το τέταρτο τρίμηνο του 2018 συγκριτικά με το ίδιο τρίμηνο του 2017, ως απόρροια της συνεχούς ανόδου του τουριστικού προϊόντος στη χώρα μας.
Ενθαρρυντική είναι η άνοδος κατά 6,7% της απασχόλησης στον κλάδο των κατασκευών, ενώ έπονται οι κλάδοι της δημόσιας διοίκησης και άμυνας (+6,1%) και της γεωργίας, δασοκομίας και αλιείας (+3,2%). Συνολικά, το μερίδιο του πρωτογενούς τομέα στο σύνολο της απασχόλησης φθάνει στο 12,2%, του δευτερογενούς στο 15,3% ενώ του τριτογενούς στο 72,5%.
Όσον αφορά την εξέλιξη της ανεργίας, και παρά τη σταδιακή πτώση του συνολικού ποσοστού, παραμένουν σημαντικές οι αποκλίσεις ως προς την κατανομή του ανά φύλο, ηλικία και επίπεδο εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα, όπως παρατηρείται στον Πίνακα 1, το ποσοστό ανεργίας στους άνδρες βρίσκεται στο 14,7% κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2018, έναντι του 17,3% κατά το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ενώ το ποσοστό ανεργίας των γυναικών στο 23,7% (έναντι 26,1% το αντίστοιχο διάστημα του 2017). Επιπλέον, παρά την άνοδο που έχει σημειωθεί, οι νέοι έως 24 ετών εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερα ποσοστά ανεργίας. Επίσης, σε όρους μορφωτικού επιπέδου, οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας (13,3%), ενώ αντίθετα, ιδιαίτερα υψηλό είναι το ποσοστό ανεργίας στα άτομα δεν που έχουν ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση (47%), παρόλο αποτελούν τη μειονότητα στο σύνολο του εργατικού δυναμικού.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι από τους 881,1 χιλ. ανέργους, οι 575,3 χιλ. είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ και μόνο οι 115,5 χιλ., δηλαδή μόλις το 13% λαμβάνει επίδομα ανεργίας ή κάποιο βοήθημα. Η διάρκεια της ανεργίας συνιστά ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα, καθώς το 69,4% εντάσσεται στην κατηγορία των μακροχρόνια ανέργων, δηλαδή εκείνων που παραμένουν άνεργοι πάνω από 12 μήνες, με έναν στους τρεις εξ’ αυτών να παραμένουν άνεργοι για διάστημα μεγαλύτερο των 4 ετών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr