Έτσι, στην υγεία και την παιδεία αφιερώνουμε μόνο το 9,9% και το 8,6% του προϋπολογισμού μας αντιστοίχως (15,3% και 10,2% στην ΕΕ-28), ενώ χαμηλές είναι και οι δαπάνες για οικογένεια και παιδιά (1,3% στην Ελλάδα έναντι 3,8% στην ΕΕ-28), καθώς και για ανέργους (1,0% στην Ελλάδα έναντι 2,8% στην ΕΕ-28).
Στις γενικές υπηρεσίες (διαχείριση προσωπικού, στατιστικές υπηρεσίες, μηχανογραφικά κέντρα, διαχείριση κτιρίων και αυτοκινήτων, διαχείριση προμηθειών, κλπ.) κατευθύνεται το 7,1% των δαπανών του προϋπολογισμού (2,2% στην ΕΕ-28), υποδηλώνοντας μάλλον την έμφαση στην απασχόληση υπαλλήλων γενικότερων καθηκόντων και όχι υψηλότερων εξειδικεύσεων.
Σε άλλους τομείς, όμως, ξοδεύουμε περισσότερα
Στην άμυνα ξοδεύουμε το 4,3% του προϋπολογισμού (2,9% στην ΕΕ-28) και στη δημόσια τάξη και ασφάλεια το 4,4% (3,7% στην ΕΕ-28). Στο περιβάλλον ξοδεύουμε το 3,2% του προϋπολογισμού (1,6% στην ΕΕ-28).
Τέλος, στην κοινωνική προστασία ξοδεύουμε κάτι παραπάνω (41,5% στην Ελλάδα έναντι 41,2% στην ΕΕ-28), με υψηλότερα ποσοστά σε συντάξεις γήρατος και χηρείας και χαμηλότερα ποσοστά σε κοινωνικές παροχές (ασθένεια και αναπηρία, οικογενειακά επιδόματα, ανεργία, φτώχεια, κλπ.).
Προκύπτει συνεπώς ότι δεν στηρίζουμε αρκετά αυτούς που κάνουν οικογένεια και είναι σε παραγωγική ηλικία για να εργαστούν, δηλαδή να δημιουργήσουν φορολογητέα ύλη. Οι αριθμοί βεβαίως δεν λένε τίποτα για την ποιότητα των υπηρεσιών. Εν προκειμένω, τα δημόσια αγαθά για να παραχθούν, πέραν των πληρωμών για δημόσιες επενδύσεις, τόκους του δημοσίου χρέους και παροχές κοινωνικής προστασίας (συντάξεις, επιδόματα, κ.ά.), απαιτούν βασικά μισθούς και προμήθειες αγαθών και υπηρεσιών (μη μισθολογικές δαπάνες λειτουργίας).
Οι δαπάνες λειτουργίας το 2016 ανήλθαν σε €30 δισ., εκ των οποίων €21,6 δισ. για μισθούς και €8,4 δισ. για μη μισθολογικές δαπάνες. Η συμμετοχή των μη μισθολογικών δαπανών στο σύνολο των δαπανών λειτουργίας του κράτους (μισθοί και προμήθειες) ανέρχεται σε 28% στην Ελλάδα έναντι 37% στην ΕΕ-28. Δηλαδή για να λειτουργήσει το κράτος στην Ελλάδα, σε κάθε €100 που ξοδεύονται, €72 πάνε σε μισθούς και €28 σε αναλώσιμα. Όταν ξοδεύονται τα ίδια €100 στην Ευρώπη, €63 γίνονται μισθοί και €37 αναλώσιμα. Και επειδή οι μισθοί των υπαλλήλων της Γενικής Κυβέρνησης (μεικτά, δηλαδή με τις εισφορές των εργαζομένων) είναι μικρότεροι στην Ελλάδα (€1.600 το μήνα) απ’ ό,τι στην Ευρωπαϊκή Ένωση (€2.400 το μήνα, σε 16 από τις 28 χώρες για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία), και το κόστος των αναλώσιμων είναι θεωρητικά περίπου το ίδιο (ενιαία αγορά/ευρωζώνη), γεννάται το ερώτημα «που κατευθύνονται τελικά τα έσοδα από την υπερφορολόγηση εργαζομένων και επιχειρήσεων;». Η απάντηση στο ερώτημα «γιατί στην Ελλάδα το Δημόσιο χρησιμοποιεί περισσότερους μισθούς (υπαλλήλους) και λιγότερες προμήθειες (αναλώσιμα) απ’ ό,τι το Δημόσιο στην Ευρώπη;», είναι ότι το ελληνικό δημόσιο έχει μικρότερη παραγωγικότητα από το ευρωπαϊκό δημόσιο (απασχολεί δηλαδή περισσότερους υπαλλήλους) και, ενδεχομένως, ως εκ τούτου, παρέχει χαμηλότερη ποιότητα υπηρεσιών. Όσον αφορά τα στοιχεία για την παραγωγικότητα/ποιότητα των δαπανών λειτουργίας του κράτους, οι αριθμοί προκαλούν εύλογες απορίες.
Το ποσοστό μη μισθολογικών δαπανών στο σύνολο μισθών και μη μισθολογικών δαπανών, στην Ελλάδα και στην ΕΕ-28 αντιστοίχως, επιλεκτικά ανέρχεται στην άμυνα σε 19,5% (40,2% στην ΕΕ-28), την αστυνομία σε 6,1% (17,5% στην ΕΕ-28), την πυροσβεστική σε 6,3% (29% στην ΕΕ-28), τα δικαστήρια σε 1,5% (35,5% στην ΕΕ-28), τις φυλακές σε 9,1% (34,2% στην ΕΕ-28), τα νοσοκομεία σε 41,6% (39,3% στην ΕΕ-28), τα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά σχολεία σε 1,5% (16,3% στην ΕΕ-28), τα γυμνάσια και τα λύκεια σε 0,1% (15,7% στην ΕΕ-28), τα πανεπιστήμια σε 28% (27% στην ΕΕ-28), το φωτισμό των δρόμων σε 51,3% (93,8% στην ΕΕ-28
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr