Στην εν λόγω μελέτη σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους και τις αποφάσεις του Eurogroup της 22ας Ιουνίου, ο ΟΔΔΗΧ προχωρά σε διαχωρισμό ανάμεσα στα μέτρα του χρέους, διακρίνοντάς τα σε:
- Βραχυπρόθεσμα, τα οποία έχουν ήδη συμφωνηθεί στο πλαίσιο του Eurogroup του Μαΐου του 2016
- Μεσοπρόθεσμα, τα οποία θα εφαρμοστούν μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM, εφόσον καταστεί αναγκαίο
- Μακροπρόθεσμα, τα οποία θα ενεργοποιηθούν μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM, προκειμένου να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους, εφόσον κριθεί απαραίτητο
Σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 128% του ΑΕΠ έως το 2032, ενώ παράλληλα οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα περιοριστούν για το ίδιο διάστημα, στο 10,6% του ΑΕΠ, κατά μέσο όρο.
Μάλιστα, για την περίοδο 2023-2060, οι χρηματοδοτικές ανάγκες αναμένεται να διατηρηθούν κάτω του 2060, γεγονός το οποίο αποτελεί «κλειδί» για τη βιωσιμότητα.
Όπως επισημαίνεται στην ανάλυση, η Ελλάδα έχει πολύ καλές προοπτικές χωρίς τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης. Η χώρα είναι εφοδιασμένη με μετρητά 24,1 δισ. ευρώ στο τέλος του προγράμματος, που αντιστοιχούν σε 2 χρόνια ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης (πάνω από 4 χρόνια λήξης του χρέους, με την παραδοχή ότι τα έντοκα θα ρολάρονται).
Ειδική αναφορά γίνεται στην ρήτρα «ραντεβού» που υπάρχει για το 2032 και αποτελεί δικλείδα ασφαλείας, εάν η δυναμική του χρέους δεν θεωρηθεί ικανοποιητική και απαιτηθεί εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων.
Ο ΟΔΔΗΧ καταλήγει ότι «τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, τα οποία συμφωνήθηκαν τον Ιούνιο του 2018, διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr