Όπως προκύπτει, από την επεξεργασία των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, οι καταναλωτές στην Ελλάδα, έχουν περιορίσει σημαντικά τις δαπάνες τους για αρνί-κατσίκι (-44,9%), ζάχαρη (-38,1%), ψάρια (-33,8%), αλλαντικά (-31,4%), τομάτες (27,7%), μοσχαρίσιο κρέας (24,7%), αλλά ακόμη και για το ρύζι (-14,7%) και το ψωμί (-3,4%).
Ενδεικτικό είναι ότι το 2009 το μέσο νοικοκυριό δαπανούσε μηνιαία σε είδη παντοπωλείου 5.578 ευρώ ενώ το 2016 το ποσό αυτό μειώθηκε στα 4.367 ευρώ, δηλαδή 1.211 ευρώ λιγότερα ανά έτος.
Η αύξηση του ΦΠΑ "ροκανίζει" περαιτέρω την κατανάλωση
Ένας ακόμα παράγοντας που εξηγεί ένα μέρος της μείωσης της δαπάνης είναι η φορολογία και συγκεκριμένα η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ (ο συντελεστής ΦΠΑ για τα τρόφιμα το 2009 ήταν 9% έναντι 13% και 24% για κάποια είδη το 2016 και για τα λοιπά είδη 19% το 2009 έναντι 24% το 2016). Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ η ετήσια δαπάνη ανά νοικοκυριό για είδη παντοπωλείου μειώθηκε κατά 21,7% από 5.578 ευρώ σε 4.367 ευρώ, ο αναλογούν ΦΠΑ αυξήθηκε κατά 13,9% από 561 ευρώ σε 638 ευρώ. Ως εκ τούτου η πραγματική μείωση στη δαπάνη των νοικοκυριών (προ ΦΠΑ) είναι της τάξης του 25,7%. Επίσης συγκεκριμένα είδη έχουν επηρεαστεί από τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα αλκοολούχα ποτά για οποία καταγράφεται αύξηση της δαπάνης σε αξία κατά 5,1%, αλλά μείωση στα λίτρα που αγοράστηκαν κατά 3%.
Αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες
Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΕΛΚΑ, η μείωση στη δαπάνη που καταγράφεται στα είδη παντοπωλείου οφείλεται πέρα από τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος του καταναλωτικού κοινού και την αύξηση της φορολογίας, στις αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες. Συγκεκριμένα:
Ένα μεγάλο ποσοστό της μείωσης της δαπάνης που παρατηρείται αντιστοιχεί στην αξιοποίηση από τον καταναλωτή προσφορών και εκπτώσεων. Οι 9 στους 10 καταναλωτές εξοικονομούν χρήματα μέσω προσφορών και 7 στους 10 τουλάχιστον 5% της αξίας των αγορών τους. Η μεσοσταθμική εξοικονόμηση που καταγράφεται στις ετήσιες έρευνες του ΙΕΛΚΑ κυμαίνεται από 9,5% έως 11.7%, η οποία δεν αποκλίνει από τις μετρήσεις που έχει πραγματοποιήσει το ΙΕΛΚΑ για την πραγματική εξοικονόμηση του καταναλωτή από τις αξιοποίηση προσφορών και εκπτώσεων.
Ένα άλλο σημαντικό ποσοστό της μείωσης αντιστοιχεί σε μεταβολή καταναλωτικών συνηθειών με την υιοθέτηση έξυπνων αγορών από τους καταναλωτές, όπως αναζήτηση προσφορών που προαναφέρθηκε, φθηνότερες εναλλακτικές προϊόντων, διαφορετικές συσκευασίες, μείωση της σπατάλης, σύγκριση τιμών, αξιοποίηση προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας κλπ. Κύριος στόχος αυτών των έξυπνων συνηθειών είναι η ικανοποίηση των ίδιων αναγκών με λιγότερα χρήματα,
- Σε σχέση με τις φθηνότερες εναλλακτικές προϊόντων χαρακτηριστικό παράδειγμα που αποδεικνύει αυτή την τάση, αποτελούν συγκεκριμένα είδη για τα οποία η μείωση στην ποσότητα των αγορών (σε κιλά, λίτρα) που καταγράφεται είναι είτε σημαντικά μικρότερη από την μείωση στην αξία των αγορών (σε ευρώ), είτε η ποσότητα αγορών ενίοτε παρουσιάζει αύξηση.
Π.χ. για τα ζυμαρικά ενώ καταγράφεται μείωση στην αξία της δαπάνης κατά 2%, η κατανάλωση σε κιλά όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε κατά 15%. Το οποίο πρακτικά σημαίνει ότι ο καταναλωτής εκμεταλλεύτηκε τις έντονες προσφορές σε αυτή την κατηγορία.
Άλλο παράδειγμα είναι τα νωπά πουλερικά. Ενώ καταγράφεται μείωση στην αξία της δαπάνης κατά 9%, η κατανάλωση σε κιλά όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε κατά 5%. Το οποίο όπως εξηγεί το ΙΕΛΚΑ, πρακτικά σημαίνει ότι ο καταναλωτής εκμεταλλεύτηκε τόσο τις προσφορές σε αυτά τα είδη, όσο στράφηκε και σε χαμηλότερης τιμής επιλογής όπως π.χ. χύμα κοτόπουλο, έναντι συσκευασμένου.
Επίσης για το νωπό γάλα η μείωση που καταγράφεται σε αξία είναι 15%, αλλά η μείωση σε λίτρα μόλις 4%. Το οποίο πρακτικά σημαίνει ότι ο καταναλωτής στράφηκε σε φθηνότερες επιλογές προϊόντων.
- Συγκεκριμένα σε σχέση με την αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών χαρακτηριστικός είναι ο παραπάνω πίνακας. Όπως καταγράφεται στον πίνακα είναι ενδεικτική η αντίστροφη πορεία που έχουν συγκεκριμένα υποκατάστατα αγαθά.
Π.χ. η μείωση που καταγράφεται σε ακριβά είδη ζωικών πρωτεϊνών ειδών κρέατος (αρνί -45%, ψάρι -33%, μοσχάρι -25%) έναντι φθηνότερων επιλογών (πουλερικά -9%, χοιρινό -7%, αυγά +9%) ή φθηνότερων φυτικών επιλογών (όσπρια +18%). Η εξέλιξη αυτή αντικατοπτρίζει και μία σαφή αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες σε συγκεκριμένα είδη υψηλότερης τιμής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ η δαπάνη των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου σε αξία μειώθηκε, η δαπάνη ως ποσοστό επί των συνολικών αγορών των νοικοκυριών αυξήθηκε. Το 2009 η δαπάνη σε είδη διατροφής αντιστοιχούσε στο 16,2% των αγορών του μέσου νοικοκυριού, ενώ το 2016 αντιστοιχούσε στο 19,6% αυξήθηκε δηλαδή κατά 3,4%. Τα αντίστοιχα ποσοστά συνολικά για τα είδη διατροφής και ειδών παντοπωλείου ήταν 21,5% το 2009 και 26,1% το 2016. Πρακτικά δηλαδή ενώ η δαπάνη σε είδη παντοπωλείου μειώθηκε, οι υπόλοιπες δαπάνες (π.χ. είδη ένδυσης, είδη επίπλωσης, υπηρεσίες) μειώθηκαν με ακόμα μεγαλύτερο ρυθμό. Η εξέλιξη αυτή είναι αναμενόμενη καθώς τα περισσότερα από τα προϊόντα παντοπωλείου και ειδικά τα είδη διατροφής εξυπηρετούν βασικές ανάγκες του καταναλωτή και κατά συνέπεια είναι πιο δύσκολο να περικοπούν σε περιόδους οικονομικής ύφεσης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr