Ο κ. Βαρουφάκης τονίζει πως είχε προειδοποιήσει τον ηγέτη των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν για το Brexit, ενώ υποστηρίζει πως είχε πει ότι η Βρετανία δεν θα ήταν ποτέ πιο εξαρτημένη από την Ε.Ε. όσο μετά το Brexit. Ιδιαίτερες αναφορές κάνει ο πρώην υπουργός Οικονομικών στην Άγκελα Μέρκελ, τον Τόνι Μπλερ και τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
"Θα πρέπει να υπάρξει μια προσωρινή συμφωνία μεταξύ της Ε.Ε και του Ηνωμένου Βασιλείου, ώστε το κοινοβούλιο να έχει μια πλήρη θητεία για να συζητήσει. Προειδοποίησα τους Κόρμπιν και ΜακΝτόνελ ότι η διετής περίοδος αναμονής μετά την έναρξη του άρθρου 50 θα αποδειχθεί ανεπαρκής" υποστηρίζει ακόμη ο κ. Βαρουφάκης.
Ολόκληρο το άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη αναφέρει τα εξής:
«Από την αρχή των συζητήσεών μου με την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος για το Brexit, ήμουν υπέρ μιας «ριζοσπαστικής παραμονής». Η Βρετανία πρέπει να βρίσκεται στην Ε.Ε., όχι όμως σε αυτή την Ε.Ε.
Το εργατικό κίνημα στη Βρετανία και αλλού έχει ασκήσει κριτική στις επιχειρήσεις του κράτους σε εθνικό επίπεδο χωρίς να ζητά τη διάλυσή του. Ομοίως, μπορούμε να είμαστε επικριτικοί στην Ε.Ε. χωρίς να προσπαθήσουμε να φύγουμε από αυτή. Μπορούμε να εκθέσουμε τις αποτυχίες των θεσμών της και να είμαστε αντίπαλοι του νεοφιλελεύθερου οικονομικού δόγματος, χωρίς να επιδιώκουμε τη διάλυσή της.
Προειδοποίησα τον Τζέρεμι Κόρμπιν και τον Τζον ΜακΝτόνελ ότι, μετά από σχεδόν τέσσερις και παραπάνω δεκαετίες εμπλοκής με την Ευρώπη, θα ήταν πολύ σκληρό για το Ηνωμένο Βασίλειο να αποχωρήσει ακόμη και αν το επιθυμούσε.
«Ποτέ δεν θα είσαστε πιο εξαρτημένοι από την Ε.Ε. όσο μετά το Brexit» είπα. Η Βρετανία θα ξόδευε τεράστια ποσά οικονομικού και πολιτικού κεφαλαίου για να πετύχει την αποχώρηση.
Στο τέλος, το κόμμα των Εργατικών του Τζέρεμι Κόρμπιν αποδέχτηκε την ριζοσπαστική εκδοχή της παραμονής, παρόλο που θα ήθελα να το θέσω αυτό πιο αποφασιστικά κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του δημοψηφίσματος του 2016, συμπληρώνει ο Βαρουφάκης.
Μετά την απόφαση για το Brexit, η Δημοκρατία στο Ευρωπαϊκό κίνημα 2025 (DiEM 25) το οποίο ηγούμαι, συζήτησε τις επιλογές. Μια ιδέα ήταν η εκστρατεία για ένα δεύτερο δημοψήφισμα για την αντιστροφή του αποτελέσματος. Μία άλλη επιλογή ήταν να δεχτούμε το Brexit χωρίς ειδική κατάρτιση και να επικεντρωθούμε στις οικονομικές πολιτικές που πρέπει να τεθούν σε μια εποχή με τα νέα δεδομένα μεταξύ ΕΕ- Βρετανίας.
Η τελική επιλογή, η οποία κέρδισε την εσωτερική ψηφοφορία του DiEM25, ήταν να υποστηρίξει μια «μεταβατική περίοδος» πέντε έως επτά ετών, κάτι που υιοθετήθηκε από του Εργατικούς. Μια ριζική μετάβαση θα μπορούσε να είναι μια περίοδος κατά την οποία τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η ΕΕ θα αλλάξουν σε κάτι εντελώς νέο και κάτι πιο προοδευτικό.
Ως δημοκράτες, πρέπει να αποδεχτούμε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Το να προσπαθήσουμε να το ανατρέψουμε αυτό μέσω μιας δεύτερης ψηφοφορίας θα είναι ισάξιο με εκείνο που έκανε η ΕΕ στον Ιρλανδικό λαό με τη Συνθήκη της Λισαβόνας: συνέχισαν δηλαδή να επαναλαμβάνουν το ερώτημα μέχρι να δώσουν «τη σωστή απάντηση». Το βρετανικό εκλογικό σώμα θα κατέληγε σωστά στο συμπέρασμα ότι τα δημοψηφίσματα έχουν αξία μόνο όταν δίνουν το αποτέλεσμα που θέλει το κατεστημένο.
Η υπόσχεση ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, όπως διαπίστωσαν οι φίλοι μου υποστηρικτές του Brexit (όπως ο πρώην συντηρητικός καγκελάριος Νόρμαν Λαμόντ), θα παράσχει επίσης στην ΕΕ ισχυρό κίνητρο να μην αποδώσει σε κανένα μέτωπο. Μετά από αυτό, η Βρετανία θα κατέληγε να ζητά την επανείσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς καμία από τις παραχωρήσεις που εξασφάλισε η Μάργκαρετ Θάτσερ και άλλοι.
Το δημοψήφισμα ήταν μία διττή επιλογή. Δεν είπε τίποτα σχετικά με το είδος του Brexit που πρέπει να επιδιωχθεί. Συμφωνώ ότι η πλήρης κυριαρχία πρέπει να αποκατασταθεί στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά αυτό σημαίνει ότι οι βουλευτές πρέπει να έχουν εντολή να συζητήσουν το μοντέλο του Brexit που υιοθετήθηκε.
Θα πρέπει να υπάρξει μια προσωρινή συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου, ώστε το κοινοβούλιο να έχει μια πλήρη θητεία για να συζητήσει. Προειδοποίησα τους Κόρμπιν και ΜακΝτόνελ ότι η διετής περίοδος αναμονής μετά την έναρξη του άρθρου 50 θα αποδειχθεί ανεπαρκής.
Τώρα οι εργαζόμενοι πρότειναν να παραμείνει το Ηνωμένο Βασίλειο στην τελωνειακή ένωση και την ενιαία αγορά για διάστημα δύο έως τεσσάρων ετών (αν και θα ήταν προτιμότερο να είναι μεγαλύτερο αυτό το διάστημα.).
Αν η βρετανική κυβέρνηση πρότεινε μια τέτοια μετάβαση, ο Μισέλ Μπαρνιέ, ο επικεφαλής διαπραγματευτής για το Brexit από πλευράς ΕΕ, δεν θα μπορούσε να αρνηθεί. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Βρετανία θα αποδεχόταν την υπεροχή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και θα συνέχιζε να συνεισφέρει στον προϋπολογισμό.
Η Άγκελα Μέρκελ - η οποία στην πραγματικότητα είναι ο μοναδικός εθνικός ηγέτης έχει σημασία στην Ευρώπη - θα ανακουφιζόταν αφού θα μεταβίβαζε στον ενδεχόμενο διάδοχό της στη γερμανική καγκελαρία, το καθήκον να συμφωνήσει την τελική συμφωνία Brexit.
Οι Εργατικοί αφήνουν ανοιχτή την εναλλακτική μόνιμης συμμετοχής στην ενιαία αγορά εάν η ΕΕ παραχωρήσει στο Ηνωμένο Βασίλειο νέους ελέγχους για την ελεύθερη κυκλοφορία. Αλλά αυτό δεν θα συμβεί. Ούτε πρέπει να συμβεί. Τα σύνορα πρέπει να είναι εχθρός όλων των προοδευτικών: είτε είμαστε διεθνιστές, είτε δεν είμαστε. Όσοι από εμάς έχουν επικρίνει την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, επισημαίνουν πάντα ότι εμείς έχουμε την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, εμπορευμάτων και κεφαλαίων - αλλά όχι των ανθρώπων.
Είναι μια θλιβερή μέρα όταν το Εργατικό Κόμμα υπερασπίζεται το τέλος της ελεύθερης διακίνησης και, πράγματι, υπόσχεται το δικό του τέλος. Αλλά εκεί όπου οι Εργατικοί μπορούν να είναι ευέλικτοι και καινοτόμοι είναι στο ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης. Επί του παρόντος, οι ευρωπαϊκές εταιρείες είναι σε θέση να εισάγουν φθηνό εργατικό δυναμικό και να υποβαθμίζουν τους εγχώριους εργαζομένους, οι οποίοι απολαμβάνουν περισσότερα δικαιώματα.
Τα προοδευτικά κόμματα πρέπει να προκαλέσουν την ΕΕ προκειμένου να προωθήσει την αλληλεγγύη και τη ισότητα των συνθηκών εργασίας για όλους τους Ευρωπαίους εργαζομένους.
Οι επιδόσεις του Εργατικού Κόμματος στις εκλογές του 2017 έδειξαν το τι μπορεί να επιτευχθεί αν αγνοήσετε τους ελεύθερους εμπόρους, τις ομάδες εστίασης και όλα όσα περνούν ως «λογική» πολιτική- και μιλήσετε μέσα από την καρδιά σας. Ο Τζέρεμι Κόρμπιν και ο Τζον ΜακΝτόνελ πρέπει τώρα να μετατρέψουν τη συζήτηση για την ΕΕ, σε μία (συζήτηση) σχετικά με το βρετανικό σύνταγμα, το οποίο παραμένει αμήχανο.
Οι άτονες μεταρρυθμιστικές κινήσεις του Τόνι Μπλερ άφησαν το Ηνωμένο Βασίλειο με ένα συνταγματικό κενό. Η απουσία του αγγλικού κοινοβουλίου συνέβαλε στην απογοήτευση των περιοχών που ήταν υπέρ του Brexit, ιδίως στη βόρεια Αγγλία.
Κάνοντας την πρόταση μίας αυθεντικά μεταβατικής περιόδου, οι Εργατικοί έχουν δείξει μεγαλύτερη πολιτική πρωτοβουλία και σοβαρότητα από την Τερέσα Μέι. Και για να εντείνουν αυτό το πλεονέκτημα, οι Κόρμπιν και ΜακΝτόνελ πρέπει να συνεχίσουν να αναπτύσσουν μία εναλλακτική βερσιόν για το Brexit».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr