Είναι χαρακτηριστικό ότι, κατά το ίδιο διάστημα, το γενικό ποσοστό ανεργίας, όπως προκύπτει από την ΕΛΣΤΑΤ, μειώθηκε κατά 1,5 μονάδα, καθώς διαμορφώθηκε στο 23% έναντι 24,5%, τον Νοέμβριο του 2015.
Όπως εκτιμούν ειδικοί οι οποίοι μελετούν τις τάσεις στην αγορά εργασίας, η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες δυσκολίες, για να επανενταχθεί στην απασχόληση και λόγω ηλικίας, αλλά, σε αρκετές περιπτώσεις και λόγω έλλειψης δεξιοτήτων. Αυτό που ζητούν, ως επί το πλείστον, για την αντιμετώπιση του μείζονος θέματος της ανεργίας είναι, μεταξύ άλλων, επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας και ενίσχυση των κοινωνικών προγραμμάτων απασχόλησης.
Οι λόγοι αύξησης της ανεργίας σε αυτές τις ηλικίες:
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ) της ΓΣΕΕ Γιώργος Αργείτης, επιβεβαιώνει αυτήν την τάση στην αγορά εργασίας, δηλαδή να μειώνεται η απασχόληση στην ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών, παραθέτοντας ορισμένα εμπειρικά ευρήματα, που εκτιμά ότι εξηγούν το φαινόμενο αυτό. Όπως δηλώνει, αρκετά συχνά, παρατηρείται η αντικατάσταση εργαζομένων μεταξύ 55-64 ετών με φθηνότερο εργατικό δυναμικό μερικής απασχόλησης, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «οι προσλήψεις με πλήρη απασχόληση έχουν υποχωρήσει από το 79%, το 2009, στο 45,3%, το 2016.
Παράλληλα, ενώ, το 2009, οι προσλήψεις με ευέλικτες μορφές εργασίας αντιστοιχούσαν στο 21% του συνόλου των προσλήψεων, το 2016, το ποσοστό έχει εκτιναχθεί στο 54,7%». Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Αργείτη, σημαίνει ότι «οι επιχειρήσεις προτιμούν να μειώνουν το ποσοστό των εργαζομένων τους με πλήρη απασχόληση και να το αντικαθιστούν με φθηνότερο μερικής απασχόλησης. Η ηλικιακή ομάδα των 55-64 ετών είναι εκείνη που, κυρίως, εργάζεται με πλήρη απασχόληση και έχει και υψηλότερες αποδοχές, λόγω της μεγάλης προϋπηρεσίας της».
Από την πλευρά του, ο επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ) της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων, Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) και καθηγητής στο τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Διονύσης Γράβαρης, σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, επισημαίνει ότι, «σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, για τον Νοέμβριο του 2016, το συνολικό ποσοστό ανεργίας δείχνει να αποκλιμακώνεται, αφού ανήλθε στο 23%, ενώ, τον Νοέμβριο του 2015, το ποσοστό αυτό ήταν 24,5%. Πρόκειται για μία σταθερή και συνεπή πορεία αποκλιμάκωσης, η οποία έχει ως αφετηρία το έτος 2014». Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, «η πορεία αυτή δεν ισχύει για την ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών».
Σύμφωνα με τον κ. Γράβαρη, εγείρεται το εξής ερώτημα: «Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η αύξηση του ποσοστού ανεργίας για τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα;». Όπως λέει, μία σαφής, αλλά και στοιχειοθετημένη απάντηση σε αυτό το εύλογο ερώτημα, προϋποθέτει συστηματική επεξεργασία των μικροδεδομένων που διαθέτει η Ελληνική Στατιστική Αρχή για τις έρευνες εργατικού δυναμικού? μηνιαίες και τριμηνιαίες -από το 2010 και μεταγενέστερα. «Δεδομένου ότι αντίστοιχη επεξεργασία δεν είναι διαθέσιμη», ο κ. Γράβαρης επιχειρεί να δώσει απάντηση σε αυτό το ερώτημα, διατυπώνοντας ορισμένες, όσο το δυνατόν, περισσότερο εύλογες και εμπειρικά ελέγξιμες υποθέσεις με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του.
Όπως υπογραμμίζει, «η μεγαλύτερη αύξηση στο ποσοστό ανεργίας αυτής της ηλικιακής ομάδας παρατηρείται κατά το χρονικό διάστημα Νοέμβριος 2011?Νοέμβριος 2012. Μέσα σε ένα έτος, το ποσοστό ανεργίας για τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα αυξήθηκε από 10% στο 15,4% (αύξηση κατά 54%). Επειδή αυτή η χρονική περίοδος συμπίπτει με την κορύφωση της οικονομικής κρίσης, μπορούμε εύλογα να υποθέσουμε ότι η ροή προς την ανεργία των ατόμων αυτής της ηλικιακής ομάδας προήλθε από την απασχόληση. Πρόκειται, δηλαδή, για άνεργα άτομα, τα οποία είτε απολύθηκαν ως μισθωτοί είτε ως επιχειρηματίες έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους. Ο τύπος ανεργίας για τα άτομα αυτής της ηλικιακής ομάδας είναι ανεργία ύφεσης και, επομένως, ακούσια».
«Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό ότι τα άνεργα άτομα που ανήκουν σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία, παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες δυσχέρειες για την επανείσοδό τους στην απασχόληση είτε, κυρίως, εξαιτίας της ηλικίας τους είτε, δευτερευόντως, επειδή διαθέτουν, κατά κανόνα, χαμηλά προσόντα και δεξιότητες» σχολιάζει ο ίδιος και συμπεραίνει πως «είναι πολύ πιθανόν αυτά τα άτομα να συνιστούν μεγάλο ποσοστό των ανέργων μακράς διάρκειας ή μακροχρόνια ανέργων, υπόθεση που είναι δυνατόν να ελεγχθεί με επεξεργασία των μικροδεδομένων της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού. Εάν ισχύει η υπόθεση αυτή, τότε εξηγείται και η αδυναμία αποκλιμάκωσης στο ποσοστό ανεργίας που αναφέρεται στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα».
Οι πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν, σύμφωνα με τους ειδικούς:
Κατά την άποψη του κ. Γράβαρη, «τις περισσότερες φορές, αυτή η ηλικιακή ομάδα των ανέργων δεν συνιστά ομάδα-στόχο των διαφόρων πολιτικών απασχόλησης, με αποτέλεσμα η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα να μην έχει στη διάθεσή της δυνατότητες ενεργοποίησης στη δομή απασχόλησης. Ο σχεδιασμός μίας πολιτικής απασχόλησης και αντιμετώπισης της ανεργίας για τα άτομα που ανήκουν σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία προϋποθέτει τον υπολογισμό του ποσοστού αυτής της ηλικιακής κατηγορίας στο συνολικό αριθμό των ανέργων, την κατανομή τους κατά φύλο, εκπαιδευτικό επίπεδο, οικογενειακή κατάσταση και γεωγραφική περιοχή, το προηγούμενο επαγγελματικό προφίλ αυτών των ατόμων, καθώς και τις ροές από την προηγούμενη ηλικιακή ομάδα (45-54 ετών) σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα».
«Εφόσον προσδιοριστούν τα χαρακτηριστικά αυτά της ομάδας-στόχου, είναι δυνατή η επιλογή ενός φάσματος πολιτικών που να ταιριάζουν στα άτομα αυτής της ομάδας. Οι πολιτικές αυτές μπορούν να κυμαίνονται από ολοκληρωμένα προγράμματα σύντομης επανακατάρτισης, εφόσον χρειάζονται, σε συνδυασμό με επιδότηση της απασχόλησής τους είτε σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις και κλάδους του ιδιωτικού τομέα είτε στο ευρύτερο δημόσιο τομέα, μέσω διευρυμένων προγραμμάτων κοινωφελούς εργασίας» παρατηρεί ο κ. Γράβαρης.
Ο κ. Αργείτης συμπληρώνει ότι η ανεργία δείχνει μεγάλη ακαμψία σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και επίπεδα κατάρτισης και μόρφωσης. «Το εύρημα αυτό μας δείχνει ότι η ανεργία είναι πρόβλημα έλλειψης θέσεων εργασίας. Και η αιτία είναι η ύφεση και η ασκούμενη πολιτική της λιτότητας» εξηγεί ο ίδιος.
Παράλληλα, αναφέρει ότι η αντιμετώπιση της σημερινής κατάστασης στην αγορά εργασίας προϋποθέτει αλλαγή της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας με ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, πιο στοχευμένα προγράμματα κατάρτισης, τα οποία θα μπορούσαν να παίξουν θετικό ρόλο, κυρίως, αν η οικονομία μεταβεί σε φάση ανάπτυξης και ενίσχυση των κοινωνικών προγραμμάτων απασχόλησης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr