Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Τα φρένα στους κόφτες
Πάντως το νομοσχέδιο εισάγει μια ρύθμιση που οι θεσμοί δεν ήθελαν αλλά η ελληνική πλευρά ζητούσε. Δηλαδή την κατίσχυση μιας σειράς απαγορεύσεων τόσο αναφορικά με τις διαγραφές όσο και με τις ρυθμίσεις που είναι δυνατό να γίνουν. Συγκεκριμένα αναφορικά με τις οφειλές προς το Δημόσιο προβλέπεται η απαγόρευση της διαγραφής βασικής οφειλής προς το Δημόσιο που αφορά:
-το φόρο προστιθέμενης αξίας,
-τους παρακρατούμενους φόρους,
-τα ποσά από καταπτώσεις εγγυήσεων που έχουν χορηγηθεί σε δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Οι μη αποδεκτοί όροι
Επιπλέον δεν είναι έγκυρος όρος σύμβασης αναδιάρθρωσης, ο οποίος προβλέπει:
την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο σε περισσότερες από 120 δόσεις αν και κατ’ εξαίρεση, για οφειλές προς το Δημόσιο οι οποίες υπερβαίνουν τα 2.000.000 ευρώ, η αποπληρωμή των οφειλών μπορεί να γίνεται σε περισσότερες δόσεις, εφόσον συναινεί το Δημόσιο υπό την προϋπόθεση ότι η μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής δικαιολογείται από την συνολική δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη.
Επίσης δεν είναι έγκυρος ο όρος σύμβασης εξωδικαστικού που προβλέπει τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ανά χρονικά διαστήματα που υπερβαίνουν το μήνα, την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των 50 ευρώ, την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και την ικανοποίηση απαιτήσεών του με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού.
Ο αριθμός και το ύψος των δόσεων καταβολής του ποσού που προσδιορίζεται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο, θα καθορίζονται με κριτήρια
-τη μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη
-τη μέγιστη διάρκεια της ρύθμισης και
-τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας
Σε περίπτωση που στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, αυτή θα γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεώτερη, με κριτήριο το χρόνο καταχώρησης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι το χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής ,εφάπαξ ή σε δόσεις.
Μάλιστα επί των οφειλών προς το Δημόσιο που θα ρυθμίζονται δεν θα υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Αναφορικά με τις οφειλές προς ασφαλιστικά ταμεία:
-Δεν επιτρέπεται η διαγραφή βασικής οφειλής παρακρατούμενων εισφορών εργαζομένων προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ενώ η διαγραφή βασικής οφειλής προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν θα επηρεάζει τα ασφαλιστικά δικαιώματα τρίτων.
Τι λέει το υπουργείο Οικονομίας;
«Για πρώτη φορά», όπως τονίζεται, με μια διαδικασία εκτός δικαστηρίου, η επιχείρηση μπορεί να ρυθμίσει όλα τα χρέη της προς όλους τους πιστωτές της, δηλαδή τράπεζες, εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία και προμηθευτές.
Με τη συναίνεση της πλειοψηφίας (60%) των πιστωτών μπορεί να επιτευχθεί μια βιώσιμη λύση, η οποία επιβάλλεται στη μειοψηφία.
Με το νόμο αυτό θα μπορούν να γίνονται ρυθμίσεις και απομειώσεις οφειλών προς το δημόσιο, δηλαδή εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία, προς όφελος τόσο των επιχειρήσεων οι οποίες θα συνεχίσουν τη λειτουργία τους όσο και του δημοσίου το οποίο θα συνεχίσει να εισπράττει οφειλές από τις βιώσιμες επιχειρήσεις που δεν θα οδηγηθούν σε πτώχευση.
Επίσης, για πρώτη φορά, αξιολογείται η πραγματική ικανότητα αποπληρωμής της επιχείρησης και διαμορφώνεται ένα πλάνο αποπληρωμής όλων των χρεών βάσει αυτής (και όχι αντιστρόφως όπως γινόταν μέχρι σήμερα στην πράξη).
Στο Νόμο αυτό μπορούν να υπαχθούν όλες οι μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, καθώς και οι ατομικές επιχειρήσεις, εφόσον το συνολικό προς ρύθμιση χρέος τους υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ. Ωστόσο, δεν εντάσσονται οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αφού έχουν τη δυνατότητα να υπαχθούν στις ευεργετικές διατάξεις του Νόμου Κατσέλη.
Στο Νόμο μπορούν να υπαχθούν όλοι οι ανωτέρω εφόσον πληρούν μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
- έχουν οφειλές από δάνειο ή άλλη αιτία σε τράπεζα με καθυστέρηση τουλάχιστον 3 μηνών, κατά την 31/12/2016
- έχουν οφειλές από δάνειο ή άλλη αιτία σε τράπεζα που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου 2016
- έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις Εφορίες
- έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης
- έχουν εκδώσει επιταγές που σφραγίστηκαν
- έχουν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις εις βάρος τους, λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων από τρίτους (π.χ. προμηθευτές κλπ)
Σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να υπαχθούν οφειλές που γεννήθηκαν μετά την 31/12/2016.
Μια επιχείρηση δεν μπορεί να υπαχθεί στο Νόμο αν το 85% των συνολικών οφειλών της ανήκει σε έναν πιστωτή.
Μπορούν να υποβάλλουν κοινή αίτηση περισσότεροι του ενός οφειλέτες, εφόσον είναι συνοφειλέτες ή νομικά πρόσωπα που έχουν σχέση μητρικής - θυγατρικής ή συντάσσουν ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
Η διαδικασία θα είναι εμπιστευτική, με ειδικά μέτρα για να διασφαλίζουν την προστασία του απορρήτου της επιχείρησης, καθώς και όλων των εμπλεκομένων μερών.
Δεν θα μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στον εξωδικαστικό Νόμο οι ακόλουθοι:
- τράπεζες
- χρηματοδοτικά ιδρύματα (π.χ. επιχειρήσεις που χρηματοδοτούν αγορά αυτοκινήτου)
- πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών (π.χ. χρηματιστηριακές εταιρείες)
- ασφαλιστικές εταιρείες
- οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (π.χ. hegde funds)
- νομικά πρόσωπα που έχουν υποβάλλει αίτηση εξυγίανσης ή πτώχευσης ή βρίσκονται σε διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης ή έχουν ήδη διακόψει την επιχειρηματική δραστηριότητα
- επιχειρήσεις των οποίων οι εκπρόσωποι (π.χ. πρόεδροι / διευθύνοντες σύμβουλοι / διαχειριστές και κάθε άλλο πρόσωπο εντεταλμένο για τη διαχείριση εταιρειών) έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή υπεξαίρεση ή απάτη κατά του δημοσίου / φορέων κοινωνικής ασφάλισης ή νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή εκβίαση ή πλαστογραφία ή δωροδοκία ή δωροληψία ή λαθρεμπορία ή χρεοκοπία ή καταδολίευση δανειστών.
Η διαδικασία του Νόμου θα υλοποιείται στην πράξη από ειδικό πληροφοριακό σύστημα, το οποίο θα διενεργεί ηλεκτρονικά όλη τη διαδικασία, βήμα - βήμα. Θα αξιοποιούνται και οι διαμεσολαβητές, με σκοπό να υποβοηθούν τις διαδικασίες διαπραγμάτευσης, ενεργοποιώντας έναν θεσμό που ήταν ανενεργός μέχρι σήμερα από τη σύσταση του.»