Συγκεκριμένα, οι αναλυτές της τράπεζας σημειώνουν ότι τα έσοδα από την περιουσία σημείωσαν αύξηση για πέμπτο συνεχές έτος, από το 2011 δηλαδή που εισήχθη για πρώτη φορά με την πρόδρομη μορφή του μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ.
Πέραν, ωστόσο, της δημοσιονομικής του αποδοτικότητας, ο φόρος αυτός εξακολουθεί να λειτουργεί αποτρεπτικά για την αγορά ακινήτων, όπου οι συναλλαγές έχουν σχεδόν καταρρεύσει, αλλά και για την ανάκαμψη της οικοδομικής δραστηριότητας στη χώρα, επισημαίνεται στο δελτίο.
Ο φόρος αυτός αποτελεί δε σημαντικό εμπόδιο για την αύξηση των τιμών των οικιστικών ακινήτων, παράλληλα με την αναμενόμενη ανάκαμψη του ΑΕΠ.
H τράπεζα επισημαίνει ότι τα έσοδα από τον φόρο στην ακίνητη περιουσία ως ποσοστό στο ΑΕΠ στην Ελλάδα διαμορφώνονται πλέον σε υψηλό επίπεδο και συγκεκριμένα βρίσκονται πάνω από τα αντίστοιχα έσοδα που καταγράφονται σε κάποιες από τις γείτονες χώρες όπως η Ιταλία, η Τουρκία, η Κύπρος ή η Βουλγαρία αλλά και από κάποιες ανεπτυγμένες χώρες όπως η Γερμανία (στοιχεία 2015).
Στην Ελλάδα, ωστόσο, η απότομη αύξηση του φόρου στην περιουσία αποτέλεσε ένα shock, μία αλλαγή του status quo, που θα αργήσει να απορροφηθεί από τις οικονομικές μονάδες και τις αγορές. Και τούτο διότι η παραδοσιακά μικρή φορολογική επιβάρυνση της περιουσίας στην Ελλάδα πριν το 2010 οδήγησε, μεταξύ και άλλων παραγόντων, στη χρήση των ακινήτων ως μέσο αποθεματοποίησης του πλούτου με συνέπεια τη διαμόρφωση ενός υψηλού ποσοστού ιδιοκατοίκησης στη χώρα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr