«Πολλοί υποστηρίζουν ότι η απελευθέρωση του ρυθμιστικού πλαισίου της αγοράς εργασίας από το 2010 και μετά οδήγησε σε εξαθλίωση τους εργαζομένους και σε καταστρατήγηση των κοινωνικών τους δικαιωμάτων. Απότοκο των απόψεων αυτών είναι, βεβαίως, ότι η επαναφορά των ρυθμιστικών κανόνων στην προτεραία κατάσταση των εργασιακών σχέσεων θα οδηγούσε σε βελτίωση της αγοράς και ανάκαμψη της οικονομίας. Οι αιτιάσεις αυτές είναι ανυπόστατες. Στο παρελθόν, ο άκρατος κρατικός δανεισμός για τη χρηματοδότηση διευρυνόμενων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και η πλασματική ζήτηση που δημιουργούσε στην αγορά είχαν ως αποτέλεσμα να βαθαίνει η απώλεια της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας και, έτσι, να οδηγηθεί η χώρα στην κατάρρευση. Θα πρέπει βέβαια στο σημείο αυτό να πούμε ότι τα Προγράμματα που κλήθηκαν να εφαρμόσουν οι Ελληνικές κυβερνήσεις ήταν πολύ πιο ισορροπημένα στον θεωρητικό τους σχεδιασμό από ό,τι τελικά εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται στην πράξη. Δύο βασικές κριτικές υπάρχουν εδώ: ότι η δημοσιονομική προσαρμογή, προήλθε περισσότερο από αύξηση φόρων παρά από περικοπή δαπανών, και ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές (πλην εργασίας) και στη δημόσια διοίκηση προχώρησαν με βήμα χελώνας, και σίγουρα εκτός φάσεως σε σχέση με τα δημοσιονομικά και τα εργασιακά», αναφέρεται στο δελτίο.
«Έτσι ο παραγωγικός ιστός και οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα υπέστησαν τις συνέπειες των μέτρων χωρίς να τρέχουν παράλληλα δράσεις βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Αυτή η μη-ισόρροπη εξέλιξη στα διαφορετικά μέτωπα θα έπρεπε να αποτελέσει πρωταρχικό αντικείμενο δημοσίας συζήτησης.
Παρά τις πάντα δυσμενείς συνθήκες πρόσβασης σε χρηματοδότηση, οι εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας συνεχίζουν να ενισχύονται παράλληλα με τη βιομηχανική παραγωγή. Πέρα από παροδικές διακυμάνσεις, η τάση αυτή εδραιώνεται κατά τους τελευταίους μήνες», προστίθεται.
«Για το 2017 προγραμματίζεται η περαιτέρω αύξηση των φόρων των καπνικών προϊόντων, στο υψηλότερο επίπεδο εντός της Ε.Ε., ενώ επιπλέον η φορολογία θα συνδέεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την τιμή λιανικής συμπιέζοντας ταυτόχρονα τα αναμενόμενα έσοδα του κράτους από μια ενδεχόμενη μεταστροφή των καταναλωτών σε νόμιμα ή παράνομα φτηνότερα τσιγάρα. Η εμπειρία από το 2010 μας δείχνει ότι η στρατηγική αυτή δεν θα αποδώσει. Το 2016 τα εκτιμώμενα έσοδα από καπνικά παραμένουν στα επίπεδα του 2009 παρά την έκτοτε αύξηση των φόρων στα καπνικά κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες του κύκλου εργασιών στην αγορά, από το 73% στο 84% της μέσης λιανικής τιμής.
Ειδικά στην περίπτωση των καπνικών, η αύξηση των φόρων οδηγεί σε ταχύτατη διάβρωση της φορολογητέας ύλης, της επίσημης αγοράς και της σημαντικής εγχώριας παραγωγής, καθώς η εναλλακτική των λαθραίων τσιγάρων παραμένει εύκολα προσβάσιμη για τον καταναλωτή. Δεν είναι τυχαίο ότι τα λαθραία τσιγάρα έχουν δεκαπλασιάσει το μερίδιο αγοράς τους στα χρόνια της κρίσης και της υπέρμετρης αύξησης των φόρων. Την ώρα που τα έσοδα του κράτους από τα καπνικά κινούνται στο ύψος των εσόδων του ΕΝΦΙΑ, μια αποτυχία των εισπρακτικών μέτρων του 2017 θα δημιουργήσει ένα δημοσιονομικό κενό που δύσκολα θα μπορέσει να καλυφθεί», αναφέρει το δελτίο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr