Πιο αναλυτικά, η έκθεση του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής, επισημαίνοντας ότι το προσχέδιο είναι φοροκεντρικό, σημειώνει ότι «το προσχέδιο έχει βραχυπρόθεσμα υφεσιακή επίπτωση σύμφωνα πάντοτε με τη συμβατική ανάλυση: Μειώνει τις δαπάνες και επιζητεί να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα. Μειώσεις δαπανών και αυξήσεις φόρων αναπόφευκτα λειτουργούν υφεσιακά».
«Με το Προσχέδιο του Κ.Π. του 2017 συνεχίζεται η έντονα προκυκλική οικονομική πολιτική (αυξήσεις φόρων και μειώσεις δαπανών σε περιβάλλον ύφεσης) που ακολουθήθηκε όλα τα χρόνια της κρίσης δυσχεραίνοντας έτσι τις προοπτικές επίτευξης θετικών ρυθμών ανάπτυξης», υπογραμμίζει η έκθεση.
«Μολονότι τυχόν μειώσεις δαπανών αντί αυξήσεων φόρων θα είχαν πιθανόν μικρότερη άμεση υφεσιακή επίπτωση, το σημαντικότερο είναι ότι οι αυξήσεις φόρων αποθαρρύνουν την εργασία και την επιχειρηματικότητα (από την πλευρά της προσφοράς) και επομένως θολώνουν τις προοπτικές ανάκαμψης», σημειώνεται στην έκθεση.
Μάλιστα, όπως εκτιμά το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής «καθώς τα περιθώρια για οριζόντιες περικοπές δαπανών και οριζόντιες αυξήσεις φόρων έχουν εξαντληθεί, το κέντρο βάρους πρέπει να μετατεθεί στην ανακατανομή των φόρων και των δαπανών».
«Οι δαπάνες του Προϋπολογισμού δεν είναι εφικτό να αυξηθούν, προκειμένου να υπάρξει ουσιαστικότερη στήριξη των πιο αδύναμων κοινωνικών ομάδων. Ως εκ τούτου, η μόνη δυνατότητα της κυβέρνησης στην παρούσα φάση, που δε θα διατάρασσε τη δημοσιονομική ισορροπία, είναι η ανακατανομή δαπανών», εξηγεί η έκθεση, «λόγω της συνέχισης της δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά και του εν γένει στενού δημοσιονομικού πλαισίου που διαμορφώνεται από το 3ο Πρόγραμμα της Ελλάδας».
Η υπερφορολόγηση
«Η υπερφορολόγηση θα εξακολουθεί να λειτουργεί ιδιαιτέρως στρεβλωτικά στο οικονομικό περιβάλλον», εκτιμά η έκθεση και σημειώνει ότι αποτελεί «εμπόδιο στην επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης και τελικά θα οδηγήσει σε μείωση των εσόδων από άμεσους και έμμεσους φόρους τόσο σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη όσο και με τους στόχους που έχουν τεθεί στα πλαίσια των συγκεκριμένων παρεμβάσεων».
«Η απόλυτη πολιτική και οικονομική προτεραιότητα θα πρέπει αδιαμφισβήτητα να δοθεί στη κατεύθυνση της βελτίωσης του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και της αντιμετώπισης της παραοικονομίας στο πλαίσιο του ισχύοντος φορολογικού καθεστώτος», προτείνει η έκθεση.
Μη ρεαλιστικοί οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα
Κάνοντας λόγο για «μη ρεαλιστικούς στόχους του μνημονίου για συνεχή αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων ως το 2018 και μετά», η έκθεση τονίζει ότι «τους επόμενους μήνες θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία η αναθεώρηση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα προς τα κάτω και η οριστική «διευθέτηση» του χρέους».
«Κυβέρνηση και αντιπολίτευση μάλλον συμφωνούν στον στόχο αυτό και έχουν ως σύμμαχο το ΔΝΤ!», τονίζει το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής.
Απειλή «το επαναλαμβανόμενο έργο παρατεταμένης διαπραγμάτευσης»
Σύμφωνα με την έκθεση, το προσχέδιο του προϋπολογισμού αναγνωρίζει ότι «η αναμενόμενη ανάκαμψη κινδυνεύει να αναβληθεί αν δεν εφαρμοσθούν οι μεταρρυθμίσεις του Μνημονίου και αν δεν γίνουν ικανές επενδύσεις τόσο του κράτους (μέσω κοινοτικών προγραμμάτων και χρηματοδοτήσεων) όσο και του ιδιωτικού τομέα».
«Για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών και την επιτυχή μετάβαση στους προβλεπόμενους θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης θα πρέπει κατά το
Προσχέδιο:
- να υλοποιηθούν οι δομικές μεταρρυθμίσεις του Μνημονίου,
- να λυθεί ταχύτατα το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων,
- να συμμετάσχει η Ελλάδα στο Επενδυτικό Σχέδιο για την Ευρώπη («σχέδιο Γιουνκέρ»),
- να αποφευχθεί η ενεργοποίηση το 2017 του αυτόματου μηχανισμού δημοσιονομικής διόρθωσης («κόφτη») και
- να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή.
Μια τέτοια στρατηγική θα πρέπει να στηριχθεί πλευρικά με την αναδιάρθρωση του χρέους
Αλλά και αυτή η αναδιάρθρωση θα εξαρτηθεί από τη δημοσιονομική εξέλιξη», εξηγεί η έκθεση.
Ωστόσο σημειώνει: «Το ερώτημα είναι αν η εφαρμοζόμενη πολιτική και το Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2017 ανταποκρίνονται με την ταχύτητα που επιβάλλει η κατάσταση στις απαιτήσεις της παραπάνω στρατηγικής.
Όπως έχουμε επισημάνει σε κάθε ευκαιρία, υπάρχουν καθυστερήσεις σε σειρά δομικών αλλαγών με εμφανέστερες τις τριβές γύρω από τις ιδιωτικοποιήσεις και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Οι δυσκολίες υλοποίησης των δομικών μεταρρυθμίσεων που προ-
βλέπονται στο Μνημόνιο αντικατοπτρίζονται εν μέρει στην καθυστέρηση της πρώτης αξιολόγησης η οποία οδεύει προς ολοκλήρωση.
Αυτό το επαναλαμβανόμενο έργο παρατεταμένης διαπραγμάτευσης και συμφωνίας την τελευταία στιγμή, οφείλεται μεν σε πραγματικές διαφορές απόψεων και φιλοσοφίας τόσο με τους εταίρους όσο και στο εσωτερικό του κυβερνητικού μηχανισμού, αλλά απειλεί κάθε φορά να εξουδετερώσει τις θετικές επιπτώσεις της συμφωνίας που επιτυγχάνεται τελικά!».
«Ένα ακόμα ανεπιθύμητο αποτέλεσμα θα είναι να βρεθεί τελικά η Ελλάδα χωρίς «μαξιλάρια» για την περίπτωση που σημειώνονται απότομες εξωτερικές διαταραχές όπως η ανατροπή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για την προσφυγική κρίση, παράταση ή χειροτέρευση της κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή ή/και μια απότομη επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομίας», καταλήγει η έκθεση.
Μαρία Μιχάλη
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr