Ο κ. Φέσσας, μίλησε και κάλεσε ανοικτά, όλους τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες σε μια συστράτευση για να κλείσει ο μεγάλος κύκλος της αβεβαιότητας που έχει κοστίσει πολλά στη χώρα.
Παράλληλα, ο κ. Φέσσας, εξήγησε τον αναπτυξιακό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η ελληνική βιομηχανία, ανέφερε ωστόσο, ότι από μόνη της δεν αρκεί για να αλλάξει την τροχιά της οικονομίας, γι΄αυτό και προέταξε την αναγκαιότητα προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, αλλά και τη δημιουργία του σωστού μίγματος πολιτικής.
Χρειάζεται να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και Πολιτεία, και να σχεδιάσουμε μαζί την Ανάπτυξη και τεκμηριωμένα και εποικοδομητικά να προτείνουμε παρεμβάσεις για το επιχειρηματικό περιβάλλον, το κόστος ενέργειας, το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, επεσήμανε ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Διευκρινίζοντας ότι ο ΣΕΒ δεν έχει πολιτική ατζέντα, σημείωσε ότι με το τρέχον μίγμα πολιτικής που υιοθετείται για τη κλείσιμο της αξιολόγησης αποθαρρύνονται οι επενδυτές ενώ αρκετοί εξωθούνται στην παραοικονομία και άλλοι στην έξοδο από τη χώρα.
Ωστόσο, όπως ανέφερε, μετά το αυριανό Eurogroup και το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, θα έχουμε την ευκαιρία να σχεδιάσουμε, μετά από αρκετούς μήνες διαπραγματευτικής αβεβαιότητας. «Μπαίνει έτσι τέλος σε οποιαδήποτε αμφιβολία για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη και το ευρώ. Αυτό είναι το μείζον διακύβευμα για τη χώρα μας και τις επιχειρήσεις της το οποίο δυστυχώς ξαναζωντάνεψε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο», σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Αύριο θα είναι -ελπίζουμε- μια μέρα ορόσημο. Με το διαφαινόμενο κλείσιμο της αξιολόγησης, φαίνεται ότι κλείνει ένας μεγάλος κύκλος αβεβαιότητας. Αλλά με υψηλότατο κόστος. Και πιθανόν για τελευταία φορά. Μας δίνεται λοιπόν άλλη μια ευκαιρία. Για πολλούς λόγους, αλλά και γιατί υπάρχει μια μοναδική συγκυρία σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο», ήταν τα πρώτα λόγια του προέδρου του ΣΕΒ.
Σύμφωνα με τον κ. Φέσσα, το βρετανικό δημοψήφισμα, η προσφυγική κρίση, τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή, η πολιτική της Τουρκίας, οι ακραίες φωνές που δυναμώνουν σε πολλές χώρες της Ευρώπης, αυξάνουν μεν την αβεβαιότητα, αλλά ταυτόχρονα ενισχύουν το ρόλο της Ελλάδας σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Όπως ανέφερε ο κ. Φέσσας, μπορούμε να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία αυτή για τέσσερις βασικούς λόγους:
Συγκεκριμένα:
Πρώτον: Η ποσοτική χαλάρωση, τα χαμηλά επιτόκια, η πτώση των διεθνών τιμών πρώτων υλών, η υπερπροσφορά διεθνών κεφαλαίων, η οικονομική αποδυνάμωση των BRICS, όλα αυτά δημιουργούν ευκαιρίες επενδύσεων στην Ευρώπη, άρα και στην Ελλάδα.
Δεύτερον: Μετά την πρωτόγνωρη περιπέτεια της περασμένης χρονιάς, τείνει να επιτευχθεί στη χώρα μας μια ευρύτερη πολιτική αποδοχή και κοινωνική ωρίμανση, ότι δηλαδή η παραμονή στην Ευρωζώνη είναι η μόνη βιώσιμη λύση. Βέβαια αν αυτό είχε γίνει έγκαιρα, θα είχαμε γλυτώσει πολύ οδύνη, χρόνο και χρήμα.
Τρίτον: Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και ευκαιρίες ανάπτυξης.
Τέταρτον: Είμαστε ακόμη ζωντανοί! Η βιομηχανία και οι επιχειρήσεις είναι ακόμη εδώ παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια.
«Οι προϋποθέσεις λοιπόν υπάρχουν» συνέχισε ο κ. Φέσσας, τονίζοντας ότι «οφείλουμε να βρούμε μια βιώσιμη ισορροπία μεταξύ ενός αποτελεσματικού κράτους δικαίου και του ιδιωτικού τομέα, που να στηρίζεται στον απόλυτο ρεαλισμό. Από όλες τις πλευρές και σε όλα τα επίπεδα».
Σύμφωνα με τον κ. Φέσσα «αυτή τη στιγμή χρειαζόμαστε επιχειρήσεις που επενδύουν και καινοτομούν, που δημιουργούν δουλειές, πληρώνουν σωστά, ασφαλίζουν και εκπαιδεύουν το προσωπικό τους, που καταβάλλουν με συνέπεια λογικούς φόρους και εισφορές που εξάγουν, που σέβονται το περιβάλλον που επιστρέφουν κοινωνικό μέρισμα στους αδύναμους και όσους έχουν ανάγκη.
Ο ρεαλισμός με βάση κάθε διεθνή πρακτική, επιβάλλει οι επιχειρήσεις να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της χώρας, ανέφερε ο κ. Φέσσας, σημειώνοντας πως «αυτό προϋποθέτει τον ταυτόχρονο εκσυγχρονισμό του κράτους δικαίου, του κράτους πρόνοιας, του ρυθμιστικού περιβάλλοντος. Όσο δεν το κάνουμε, θα σερνόμαστε και θα φτωχαίνουμε. Κι άλλο. Οικονομικά, θεσμικά, πολιτισμικά. Και μη νομίζουμε ότι έχουμε πιάσει πάτο. Η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει μια από τις 40 πλουσιότερες χώρες του κόσμου ενώ αντίθετα στους δείκτες διεθνούς ανταγωνιστικότητας και διαφθοράς είναι σε πολύ χειρότερη θέση».
«Το ότι δεν έχουμε πέσει πιο χαμηλά, οφείλεται στο δίχτυ ασφαλείας της Ευρώπης. Και η ελπίδα για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, των θεσμών και του κράτους δικαίου στη χώρα μας, πάλι με την παραμονή μας στην Ευρώπη συνδέεται, ωστόσο, αν συνεχίσουμε όμως να προσπαθούμε να ξεκλειδώσουμε την ανάπτυξη με το λάθος κλειδί, είναι φυσικό στο τέλος να σπάσει».
Γι΄αυτό συνέχισε, σήμερα όσο ποτέ, χρειαζόμαστε τις επιχειρήσεις και τις ιδιωτικές επενδύσεις. Για δύο λόγους:
Πρώτον γιατί το δημόσιο χρήμα έχει στερέψει και οι δυνατότητες του ελληνικού κράτους να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη είναι μηδαμινές.
Χρειαζόμαστε επομένως νέο, πρωτίστως, ιδιωτικό χρήμα να εισρεύσει στην Ελληνική οικονομία.
Και δεύτερον, γιατί αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο παράγεται πλούτος σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο. Επιτέλους, η Ελλάδα πρέπει να γίνει μια κανονική χώρα, τόνισε.
Όπως ανέφερε ο κ. Φέσσας, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΣΕΒ, έχουμε κάθε χρόνο 32 δισ. ευρώ αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου της χώρας και μόνο 18 δισ. ευρώ νέες επενδύσεις. Συνεπώς μόνο για να καλύψουμε τις αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου, απαιτούνται τουλάχιστον ακόμη 14 δισ. κάθε χρόνο ήτοι 100 δισ. ευρώ νέες επενδύσεις τα επόμενα 7 χρόνια. Και όσο αυτό δεν γίνεται, οι θυσίες όλων μας κινδυνεύουν να πάνε χαμένες.Τα κοινοτικά κονδύλια δεν αρκούν για να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη καθώς δεν ξεπερνούν τα 35 δισ. ευρώ συνολικά. Και είναι ζήτημα αν τα μισά από αυτά θα πάνε σε επενδύσεις.
Πιστεύουμε ότι μετά το αυριανό Eurogroup και το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, θα έχουμε την ευκαιρία να σχεδιάσουμε, μετά από αρκετούς μήνες διαπραγματευτικής αβεβαιότητας.
Μπαίνει έτσι τέλος σε οποιαδήποτε αμφιβολία για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη και το ευρώ. Αυτό είναι το μείζον διακύβευμα για τη χώρα μας και τις επιχειρήσεις της το οποίο δυστυχώς ξαναζωντάνεψε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Απαντώντας στις αιχμές περί σύμπλεσης με την κυβέρνηση, ο κ. Φέσσας επεσήμανε ότι «ο ΣΕΒ υποστηρίζει διαχρονικά την εδραίωση μιας ανοιχτής οικονομίας και κοινωνίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Με καλύτερους θεσμούς. Αποδοτικότερο δημόσιο. Θετικό επενδυτικό περιβάλλον. Και στηρίζει κάθε προσπάθεια προς την ίδια κατεύθυνση. Στον ΣΕΒ δεν έχουμε πολιτική ατζέντα. Δεν συμμετέχουμε σε κομματικές αντιπαραθέσεις.
Ούτε ως σύμμαχοι, ούτε ως αντίπαλοι. Άλλωστε είναι γνωστό ότι εμείς μένουμε σταθεροί στις απόψεις μας. Επιλέγουμε να τοποθετούμαστε πάντοτε με ρεαλισμό, συνέπεια και υπευθυνότητα έναντι των μακροπρόθεσμων εθνικών συμφερόντων. Πολλές φορές ενάντια ακόμη και σε επιμέρους δικά μας συμφέροντα».
Προς επιβεβαίωση των παραπάνω, ο πρόεδρος του ΣΕΒ υπενθύμισε ότι «το αποδείξαμε με τη στάση μας, όταν συναινέσαμε στην προσωρινή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών. Για το κοινό καλό. Παρά την επιβάρυνση του ήδη υψηλού μη μισθολογικού κόστους. Προσδοκώντας ότι έτσι θα έκλεινε η αξιολόγηση τον περασμένο Ιανουάριο».
Ωστόσο, ξεκαθάρισε ότι αυτό «δε σημαίνει ότι συμφωνούμε με το μίγμα πολιτικής που συνοδεύει την περαίωση της πρώτης αξιολόγησης. Για την ακρίβεια διαφωνούμε ριζικά» διότι αυτό το μίγμα πολιτικής:
- Συμπιέζει εισοδηματικά -μέσω φορολογίας και εισφορών- τις πλέον παραγωγικές δυνάμεις, αυτές που εργάζονται, επιχειρούν, επενδύουν και παράγουν εισόδημα. Αυτές δηλαδή από τις οποίες προσδοκούμε την ανάπτυξη!
- Δεν διευρύνει την φορολογική βάση και δεν χτυπάει την φοροδιαφυγή.
- Δεν περιορίζει περιττές και ανορθολογικές δαπάνες του κράτους.
- Δεν αναλαμβάνει την ιδιοκτησία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Με αυτό το μίγμα πολιτικής αποθαρρύνονται οι επενδυτές, ενώ αρκετοί εξωθούνται στην παραοικονομία και άλλοι στην έξοδο από τη χώρα», ανέφερε ο κ. Φέσσας τονίζοντας ότι «για αυτό επιμένουμε ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες και πρέπει επιτέλους να προταχθούν έναντι των σκληρών αλλά πιο εύκολων στη νομοθέτηση φορομπηχτικών μέτρων».
Αναφερόμενος στο ρόλο της βιομηχανίας, ο κ. Φέσσας, σημείωσε ότι στην Ευρώπη η βιομηχανία απασχολεί πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους, άμεσα και έμμεσα και εχει υψηλούς πολλαπλασιαστές και σημαντικό ρόλο στις εγχώριες και διεθνείς αλυσίδες αξίας, ενώ έχει βάλει ένα πολύ φιλόδοξο στόχο για το 2020. Να αυξηθεί η συμμετοχή της βιομηχανίας από το 17% που είναι σήμερα στο 20% του Ευρωπαϊκού Ακαθάριστου Προϊόντος, δείχνοντας έτσι τη σημασία που αποδίδει στη βιομηχανία σαν μοχλό ανάπτυξης.
Αντιθετα όμως, η Ελλάδα υστερεί σημαντικά, αφού η συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ είναι κάτω από 12%.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Φέσσα, αυτό μπορεί να έχει και θετική ανάγνωση, υποδηλώνοντας ότι δηλαδή υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης. Ήδη τα μέλη του ΣΕΒ, στηρίζουν τα δημόσια έσοδα και τα ασφαλιστικά ταμεία καταβάλλοντας το 50% του συνολικού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και το 13% του συνόλου των αμοιβών των Ελλήνων εργαζομένων.
«Η ελληνική βιομηχανία θα έχει την ευκαιρία της, αν κινηθούμε γρήγορα, να χτίσουμε πάνω στο υπάρχον παραγωγικό δυναμικό και να αξιοποιήσουμε το κύμα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Γιατί η χώρα διαθέτει ένα ισχυρό εθνικό ψηφιακό κεφάλαιο και αξιόλογο, καλά εκπαιδευμένο -σε πολλούς τομείς- ανθρώπινο δυναμικό» τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Αν η η χώρα μας καταφέρει να συγκλίνει με τους ευρωπαϊκούς βιομηχανικούς δείκτες, τότε θα δημιουργηθούν πάνω από μισό εκατομμύριο άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, θα διπλασιαστούν οι εξαγωγές μας με προϊόντα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και ενισχυμένο Ελληνικό brand και θα αυξηθεί η καινοτομία με τον διπλασιασμό των δαπανών σε έρευνα και ανάπτυξη. Έστω και μέρος από τα παραπάνω να πετύχουμε, δεν θα χρειαστούν ούτε "κόφτης" ούτε άλλα υφεσιακά μέτρα. Υπάρχει στην Ελλάδα το περιβάλλον, τα θεσμικά και οικονομικά εργαλεία, οι υποδομές, τα κεφάλαια και η βούληση; Υπάρχουν αρκετά. Λείπουν όμως πολλά και κρίσιμα.
Για το αν επενδύουν οι Έλληνες βιομήχανοι στη χώρα τους, ο κ. Φέσσα σημείωσε «ίσως όχι όλοι. Αλλά σίγουρα πολλοί. Στα δύσκολα σταθήκαμε όρθιοι και παρά τις λίγες εξαιρέσεις, πολλοί επενδύσαμε μέσα στην κρίση. Το ίδιο θα κάνουμε και τώρα. Και πολύ περισσότερο αν βελτιωθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον. Γιατί επιθυμία μας είναι να μείνουμε και να επενδύσουμε στον τόπο μας και ταυτόχρονα να αναπτυχθούμε διεθνώς».
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ τόνισε ότι τα ελληνικά κεφάλαια και οι επενδύσεις των Ελλήνων επιχειρηματιών δεν αρκούν, αλλά χρειάζονται και ξένα κεφάλαια. Γι΄αυτό η χώρα μας πρέπει να γίνει ελκυστική στους επενδυτές. Έλληνες και ξένους.
Σε ό,τι αφορά τους δυναμικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, συνέχισε ο κ. Φέσσας εκτός από τους προφανείς που σχετίζονται άμεσα με τη γεωγραφική θέση, το φυσικό περιβάλλον και την ιστορία της Ελλάδας, όπως ο τουρισμός και τα logistics, υπάρχουν αρκετοί δυναμικοί κλάδοι και στη βιομηχανία, όπως η μεταλλουργία, ο ενεργειακός τομέας, η περιβαλλοντική βιομηχανία τα δομικά υλικά και οι μεταλλικές κατασκευές, οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, η φαρμακευιτκή βιομηχανία, τα τρόφιμα.
Ο ΣΕΒ, σημείωσε ο κ. Φέσσας, «πρώτος από όλους αναγνωρίζει την ανάγκη εκπόνησης ενός σχεδίου που θα επανεκκινήσει την παραγωγή και θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί, χωρίς την ενεργό εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στο σχεδιασμό και τη χάραξη πολιτικών. Γι' αυτό χρειάζεται να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και Πολιτεία, και να σχεδιάσουμε μαζί την Ανάπτυξη. Όπως κάνουν όλες οι σοβαρές χώρες. Οι βιομηχανικοί και κλαδικοί σύνδεσμοι, ήδη, έχουμε συμφωνήσει σε ένα κοινό πλαίσιο δράσεων που θεωρούμε ως το ελάχιστο πλαίσιο συνεννόησης με την Πολιτεία.
Τεκμηριωμένα και εποικοδομητικά προτείνουμε παρεμβάσεις για το επιχειρηματικό περιβάλλον, το κόστος ενέργειας, το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων».
Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Φέσσα, ο Σύνδεσμος έχει καταλήξει:
1. Σε έναν Οδικό Χάρτη για την ανάπτυξη με περισσότερες από 100 προτάσεις για τη βιομηχανία, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, την καινοτομία τις εξαγωγές, τις δεξιότητες, τις αδειοδοτήσεις, την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, τη χωροταξία, τη λειτουργία της αγοράς και τις δημόσιες προμήθειες.
2. Σε έξυπνες φορολογικές πολιτικές για την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση των δημοσίων εσόδων.
3. Σε κλαδικές πολιτικές σε κρίσιμους βιομηχανικούς κλάδους (όπως αγροδιατροφή, φαρμακοβιομηχανία, logistics, μέταλλα και κατασκευές, ενέργεια, περιβάλλον).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr