Ο νόμος εισάγει ενιαίους κανόνες για μισθωτούς σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα αλλά και ελεύθερους επαγγελματίες, επιστήμονες και αγρότες.
Η εισφορά αυτή θα είναι επιπλέον του εισοδήματος που λαμβάνει ο εργαζόμενος, καθώς οι ειδικοί εκτιμούν ότι, τελικά, το κόστος θα κληθεί να το καλύψει εξ ολοκλήρου ο ασφαλισμένος.
Εξαίρεση αποτελούν όσοι αμείβονται μόνο με δελτίο παροχής και απασχολούνται σε έως και δύο εργοδότες, καθώς ο νόμος ορίζει ότι θα ασφαλίζονται ως μισθωτοί, ήτοι το 13,67% θα το πληρώνει ο εργοδότης.
Για τους μισθωτούς, η εισφορά για κύρια σύνταξη ορίζεται σε 20% και επιμερίζεται σε 6,67% για τον εργαζόμενο και 13,33% για τον εργοδότη επί των πάσης φύσεως αποδοχών, με εξαίρεση τις έκτακτες παροχές, λόγω γάμου, γεννήσεων τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας.
Το 20% του καθαρού φορολογητέου εισοδήματός τους θα πληρώνουν για κύρια σύνταξη και οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αγρότες. Από 1 Ιανουαρίου 2017, το ίδιο θα ισχύσει για δημόσιους υπαλλήλους, με αποτέλεσμα οι εισφορές τους να αυξηθούν και να α υποστούν μειώσεις έως και 7% στις «καθαρές» αποδοχές τους.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, σωρευτικά οι αυτοαπασχολούμενοι θα κληθούν να πληρώσουν –χωρίς τις εκπτώσεις– το 37,95% του εισοδήματός τους για σύνταξη, επικούρηση, υγεία και εφάπαξ.
Μικρή μεταβατική περίοδος με σημαντικές εκπτώσεις προβλέπεται για γιατρούς, δικηγόρους και μηχανικούς, ενώ ειδικά οι αγρότες φέτος θα πληρώσουν 10% επί των υφισταμένων ασφαλιστικών κλάσεων του ΟΓΑ. Από του χρόνου, οι εισφορές τους θα συνδεθούν με το εισόδημα.
Για υγειονομική περίθαλψη θεσπίζεται εισφορά 7,10% για μισθωτούς και 6,95% για αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr