O διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας θα διατυπώσει τα ελληνικά επιχειρήματα, επιδιώκοντας να βρει συμμάχους σε ένα «τραπέζι» που είχε τους προηγούμενους μήνες κατορθώσει να βρει υποστήριξη σε πολύ δύσκολες συγκυρίες για την Ελλάδα.
Ακόμη και για τον δείκτη core tier I αναμένεται να γίνει εκ νέου συζήτηση με το αντεπιχείρημα της ελληνικής πλευράς στην αυστηροποίησή του από τον SSM, να είναι η ίση μεταχείριση στο σύνολο των ευρωπαικών τραπεζών καθώς μάλιστα τον επόμενο χρόνο ακολουθούν stress tests, τα οποία θα έπρεπε να γίνουν με τον ίδιο υψηλότερο δείκτη με ό,τι αυτό σημαίνει για υπερκεφαλαιοποιημένες τράπεζες.
Χθες πάντως το Bloomberg επιβεβαίωσε πληροφορίες που έκαναν λόγο για απόφαση της πλευράς των εποπτών - EKT και SSM - να προτείνουν δείκτη common equity tier 1 στο 9,5% για το βασικό σενάριο και 8% για το δυσμενές, με τις οριστικές αποφάσεις να αποτελούν το αντικείμενο της σκληρής διαπραγμάτευσης που θα «κλείσει» στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.
Πριν πάντως την κρίσιμη συνεδρίαση του Δ.Σ της ΕΚΤ θα έχει προηγηθεί – αύριο και μεθαύριο – στην έδρα του SSM στη Φραγκφούρτη ενημέρωση των διοικήσεων των ελληνικών τραπεζών για ορισμένες παραδοχές της αξιολόγησης και σταδιακά η εικόνα θα συμπληρώνεται ως το τέλος του μήνα και θα εντείνεται η ζύμωση.
Η αγωνία κορυφώνεται στην τραπεζική αγορά καθώς το κλίμα παραμένει ευμετάβλητο και η στάση ειδικά του SSM δεν επιτρέπει σαφείς εκτιμήσεις, με τους αναλυτές πάντως, να καταλήγουν σε μια πρόβλεψη για περίπου 16 δισ. ευρώ κεφαλαιακών αναγκών συνολικά, εκ των οποίων περίπου 10 δισ. ευρώ από το AQR και το βασικό σενάριο.
Οι όποιες εκτιμήσεις συνοδεύονται από σειρά αιρέσεων αφού δεν μπορεί να προβλεφθεί η ισορροπία που θα προκύψει από το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η ανακοίνωση των κεφαλαιακών αναγκών δεν αποκλείεται να μεταταθεί στις 31 Οκτωβρίου από 25 Οκτωβρίου που αναμενόταν, κάνοντας ακόμη πιο πιεστικό το χρόνο για τις αυξήσεις κεφαλαίου.
Στο διάστημα που θα ακολουθήσει, και το αργότερο ως τα μέσα Δεκεμβρίου, οι τράπεζες θα πρέπει να ανακοινώσουν τα αποτελέσματα δεύτερου τριμήνου, να καταθέσουν ενημερωτικά και να λάβουν έγκριση, να πραγματοποιήσουν τις αυξήσεις μέσω της διαδικασίας βιβλίου προσφορών και με βάση το νέο νόμο που θα έχει ως τότε ψηφιστεί.
Στενή σύνδεση με την ανακεφαλαιοποίηση έχει και το θέμα των «κόκκινων» δανείων για το οποίο η ελληνική κυβέρνηση καλείται να δείξει σαφές δείγμα γραφής όσο αφορά την αντιμετώπιση με ριζικό τρόπο, με βάση τη διεθνή πρακτική και με κινήσεις που θα οδηγήσουν ειδικά στο μέτωπο των επιχειρήσεων σε εξυγίανση του επιχειρηματικού χάρτη.
Επί του παρόντος και με κάθε μέρος των θεσμών να έχει διαφορετική ατζέντα, τα κρίσιμα θέματα είναι ανοικτά. Το πρώτο ορόσημο, αυτό της ψήφισης του νόμου για την ανακεφαλαιοποίηση, αναμένεται να περάσει με ευκολία τις επόμενες ημέρες. Το σχετικό κείμενο βρίσκεται σε τελικό στάδιο επεξεργασίας με καίρια συμβολή από την ΤτΕ και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και περιγράφει με βάση την οδηγία BRRD κάθε εναλλακτική περίπτωση για τη διαδικασία που θα «τρέξει» ενώ θα εξιδικευθεί με υπουργικές αποφάσεις.
Στα θέματα που φαίνεται να έχουν «κλειδώσει» περιλαμβάνεται η κάλυψη από ιδιώτες των κεφαλαιακών αναγκών που θα προκύψουν από το Asset Quality Review και το βασικό σενάριο, ενώ θεωρείται πιθανότερη επιλογή η κάλυψη από το ΤΧΣ των αναγκών που θα δημιουργήσει το ακραίο σενάριο με κάποιας μορφής «έξυπνους» τίτλους που θα αποτρέπουν το dilution.
Ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον
Στο παρασκήνιο πάντως της όλης διαδικασίας ισχυρό είναι το ενδιαφέρον που καταγράφεται για τις ελληνικές τράπεζες κατά τις επαφές των διοικήσεων με διεθνείς επενδυτές, χωρίς ακόμη να μπορεί να εκτιμηθεί κατά πόσον θα μετουσιωθεί σε συμμετοχή στις αυξήσεις κεφαλαίου. Τα καίρια σημεία της ανακεφαλαιοποίησης παραμένει άγνωστο πως θα διαμορφωθούν και από το συνδυασμό του τελικού λογαριασμού και πλαισίου θα κριθεί η τοποθέτηση ιδιωτικών κεφαλαίων.
Η επιχειρηματολογία των ελλήνων τραπεζιτών που σύμφωνα με τους ίδιους, βρίσκει μέχρι στιγμής βρίσκει «ευήκοα ώτα», στηρίζεται στις υφιστάμενες χαμηλές αποτιμήσεις σε μια ευρωπαϊκή αγορά, με μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης για τις τράπεζες μετά μάλιστα και από μακρά περίοδο πίεσης αν και βεβαίως οι αστερίσκοι του διαχειρίσιμου λογαριασμού και ενός πλαισίου «φιλικού» προς τον ιδιώτη μέτοχο εξακολουθούν να παραμένουν.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι για επενδυτές με διψήφια εσωτερική απόδοση (IRR) σε βάθος χρόνου, οι απώλειες, όπως αυτές που έχουν ήδη υποστεί υφιστάμενοι μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών, είναι αναμενόμενες και έχουν συνυπολογιστεί, όπως επισημαίνει τραπεζικός παράγοντας.
Κώστας Παπαγρηγόρης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr