Συγκεκριμένα η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έχει επιδεινωθεί σημαντικά σε σχέση με την έκθεση του Απριλίου του 2014, όταν εκτιμάτο ότι θα ανέλθει στο 125% του ΑΕΠ το 2020 και 112% μέχρι το 2022, υπογραμμίζει η Κομισιόν σε έκθεσή της που συντάχθηκε σε συνεργασία με την ΕΚΤ στις 10 Ιουλίου, μετά το αίτημα της Ελλάδας για νέο δάνειο.
Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να ανέλθει στο 165% το 2020, στο 150% το 2022 και στο 111% το 2030 με βάση το κυρίαρχο σενάριο. Στο αντίξοο σενάριο, οι προβλέψεις κάνουν λόγο για 187% το 2020, 176% το 2022 και 142% το 2030.
Παράλληλα γίνεται αναφορά για χρηματοδοτικό κενό 74 δισ. ευρώ με βάση την αποτίμηση αναγκών για την περίοδο Ιούλιος 2015- Ιούλιος 2018.
Αναφέρεται επίσης ότι το κενό υπολογίζεται στα 78 δις ευρώ (κατά 4 δις ευρώ υψηλότερα) με βάση την αποτίμηση του ΔΝΤ. Γίνεται επίσης λόγος για την ανάγκη εμπροσθοβαρούς χρηματοδότησης, δεδομένων των αναγκών της Ελλάδας.
Η έκθεση ήταν η βάση για την μεγάλη διαπραγμάτευση του προηγούμενου Σαββατοκύριακου που οδήγησε στην συμφωνία της Συνόδου Κορυφής.
Σημειώνεται ότι στην τελική συμφωνία που σήμερα τελεί προς κύρωση από τη Βουλή οι ανάγκες υπολογίστηκαν σε 82-86 δις ευρώ
Καταγράφει επίσης πρωτογενές έλλειμμα 0% έως 1% για το 2015, πρωτογενές 0,5% - 1% το 2016 και πρωτογενές 2%- 2,5% το 2017. Παραμένει ο στόχος του 3,5% για το 2018 και μετά. "Τα αναμενόμενα αποτελέσματα έχουν μειωθεί λόγω των εξελίξεων της ελληνικής οικονομίας" αναφέρεται.
Η έκθεση
Η έκθεση με τίτλο Αίτημα για στήριξη της σταθερότητας, με τη μορφή ενός δανείου του ESM περιλαμβάνει αξιολόγηση για την ύπαρξη κινδύνου για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ και κατά πόσον το δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο αλλά και για τις οι πραγματικές ή δυνητικές ανάγκες χρηματοδότησης. Γίνεται Σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συνθήκης ESΜ (δηλαδή για δάνειο με πρόγραμμα) στο οποίο έκανε αίτηση η Ελλάδα.
Εκτιμά ότι μόνο κατά τη διάρκεια του 2017 και με την παραδοχή ότι η πολιτική σταθερότητα θα έχει αποκατασταθεί σύντομα και η σταδιακή χαλάρωση των διοικητικών μέτρων στον τραπεζικό τομέα θα γίνει θα έρθει ανάπτυξη. Η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη εκτιμάται στο 1,8% ή στο 1,5% 1,5% στο δυσμενές σενάριο.
Επιδείνωση του χρέους
Η αποτυχία να ολοκληρωθεί η αναθεώρηση, οι χαμένες πληρωμές για την εξυπηρέτηση του χρέους, η λήξη του προγράμματος EFSF και η εισαγωγή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων έχουν δημιουργήσει νέες συνθήκες που οδήγησαν στην περαιτέρω ισχυρή επιδείνωση της βιωσιμότητας του χρέους, επισημαίνεται.
Συνολικά, εκτιμάται ότι τα μέτρα που θα φέρουν πρ. Πλεόνασμα 3,5% έως το 2018 θα μειώσουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες κατά 6 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ αντιθέτως χρηματοδοτικά απαιτούνται επιπλέον 7 δισεκατομμυρίων ευρώ για την αποπληρωμή χρεών.
Για τις τράπεζες τα απαιτούμενα κεφάλαια υπολογίστηκαν σε 25 δισ. ευρώ όσο ήταν και η απόφαση της Συνόδου.
Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ επιδεινώθηκε. Αναμένεται πλέον να φθάσει το 165% το 2020, στο 150% το 2022 και στο 111% το 2030 στο βασικό σενάριο. Οι αντίστοιχοι δείκτες χρέους / ΑΕΠ στο δυσμενές σενάριο είναι: 187% το 2020, 176% το 2022 και 142% το 2030
"Υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ελλάδα, οι οποίοι προκαλούνται από την αβεβαιότητα σχετικά με τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές των ελληνικών αρχών κατά το τελευταίο εξάμηνο" επισημαίνεται.
Η παροχή στήριξης από τον ESM πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή κεφάλαια για τις ελληνικές τράπεζες ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών και των αγορών στις ελληνικές τράπεζες και να υπάρξει διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, αλλά και για να αποφευχθούν οι κίνδυνοι για τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ και η της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της, επισημαίνεται.
Γίνεται λόγος για άμεσες συνέπειες σταθερότητας για τις χώρες όπου το μερίδιο αγοράς των υποκαταστημάτων και των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών είναι μεγάλο.
Παρά τα μέτρα θωράκισης της ΕΕ τα τελευταία χρόνια, "οι μακροπρόθεσμες συνέπειες που προκύπτουν από τις εξελίξεις που επηρεάζουν την ακεραιότητα της ζώνης του ευρώ είναι πιθανό να είναι σημαντικές, αλλά είναι δύσκολο να εκτιμηθούν λόγω της έλλειψης ενός ιστορικού προηγούμενου" επισημαίνεται.
Αξιόπιστο πρόγραμμα
Παρ όλα αυτά, "η στήριξη μπορεί να χορηγηθεί μόνο με βάση ενα πολυετές και αξιόπιστο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων το οποίο θα έχει ένα υψηλό επίπεδο ιδιοκτησίας των ελληνικών αρχών και του ευρύτερου κοινού" επισημαίνεται.
"Η χορήγηση του ενός τρίτου προγράμματος πρέπει, συνεπώς, να γίνει με βάση το ίδιο επίπεδο αυστηρότητας που εφαρμόστηκε στα προηγούμενα προγράμματα.. Σε αντίθετη περίπτωση, η αξιοπιστία της Ευρωομάδας, οι θεσμοί της ζώνης ευρώ, καθώς και το πλαίσιο διακυβέρνησης θα μπορούσε να υπονομευθεί" αναφέρεται και αυτό, "θα μπορούσε να δημιουργήσει κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα".
Φόβοι για τα κόκκινα δάνεια
Εως τα τέλη του πρώτου τριμήνου το 36% των συνολικών χορηγήσεων είχαν κατηγοριοποιηθεί ως μη εξυπηρετούμενα και το 8% ως αναδιαρθρωμένα, τονίζει η Κομισιόν. Ωστόσο, οι κεφαλαιακοί περιορισμοί, που αναμένεται να παραμείνουν για μεγάλη χρονική περίοδο, έως ότου αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών, θα περιορίσουν σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα, επιδεινώνοντας περαιτέρω την ικανότητα και την προθυμία των πολιτών να αποπληρώσουν τα δάνειά τους, οδηγώντας σε περαιτέρω ισχυρή αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι τράπεζες θα έλθουν αντιμέτωπες με σημαντικές κεφαλαιακές ανάγκες. Καθώς δεν θα έχουν πιθανότατα πρόσβαση στις αγορές στο μέλλον, θα χρειαστεί ένα επαρκές χρηματοδοτικό πακέτο, στο πλαίσιο του επόμενου προγράμματος. Το εκτιμώμενο ύψος ανέρχεται στα 25 δισ. ευρώ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr