Η εκτίμηση βασίζεται στην πρόβλεψη για σχετική υποχώρηση των προγραμματισμένων δαπανών για την εξυπηρέτηση τόκων και χρεολυσίων την αντίστοιχη περίοδο, κυρίως λόγω της υφισταμένης 10ετούς περιόδου χάριτος, για την αποπληρωμή των ευρωπαϊκών δανείων που εκταμιεύθηκαν στα πλαίσια των δύο διαδοχικών προγραμμάτων προσαρμογής.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της μελέτης, το συνολικό χρηματοδοτικό κενό σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και το 2016 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 10-15 δισ. ευρώ, ακόμα και εάν υπάρξει χαλάρωση του σχετικού δημοσιονομικού στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα σε περίπου 1%-του-ΑΕΠ το 2015 και 2%-του-ΑΕΠ το 2016.
Η εκτίμηση αυτή αφορά το σύνολο των επιπλέον καθαρών χρηματοδοτικών αναγκών που θα προέκυπταν κατόπιν της εκταμίευσης της εκκρεμούσας δόσης των 7,2 δις. ευρώ (1,8 από τον EFSF, 1,9 από τα κέρδη του έτους 2014 στο χαρτοφυλάκιο ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων της ΕκΤ και 3,5 από το ΔΝΤ).
Η προαναφερθείσα εκτίμηση για το συνολικό ύψος του προβλεπόμενου χρηματοδοτικού κενού τα επόμενα 1½ έτη είναι σαφώς ευνοϊκότερη από κάποιες πρόσφατες εκτιμήσεις ξένων αναλυτών που κάνουν λόγο για την αναγκαιότητα ενός νέου (3ου) χρηματοδοτικού πακέτου διάσωσης για την Ελλάδα σημαντικά μεγαλύτερου ύψους.
Στον αντίποδα αυτού, σημειώνεται ότι η παροχή ενός νέου πακέτου ελάφρυνσης του ελληνικού δημοσίου χρέους (OSI), μέσω πχ. χαμηλότερων επιτοκίων και επιμήκυνσης του μέσου χρόνου ωρίμανσης των ευρωπαίων δανείων (GLF και EFSF loans) του 1ου ή/και του 2ου προγράμματος προσαρμογής δε θα ήταν από μόνη της επαρκής για την κάλυψη του προβλεπόμενου χρηματοδοτικού κενού την περίοδο Ιούνιος 2015-Δεκέμβριος 2016.
Το ίδιο θα ίσχυε και σε ένα (αμιγώς θεωρητικό) σενάριο σημαντικής απομείωσης (άνω του 50%) της ονομαστικής αξίας των υφιστάμενων ευρωπαϊκών δανείων προς της Ελλάδα.
Παρόλα αυτά, η συμμετοχή της Ελλάδας στο Διευρυμένο Πρόγραμμα Αγοράς Περιουσιακών Στοιχείων της ΕκΤ θα μπορούσε δυνητικά να προσφέρει κάποια (έμμεση) χρηματοδότηση για την κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων του δημοσίου τομέα της χώρας τα επόμενα 1½ έτη.
Η χρηματοδότηση αυτή θα ήταν πολύ μεγαλύτερη (έως 9δις ευρώ την περίοδο 2015-2016 και έως 23,5δις ευρώ την περίοδο 2015-2020) εάν, με κάποιο τρόπο, πραγματοποιούνταν μια σημαντική μετακύληση των χρόνων ωρίμανσης των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων που αυτή την στιγμή έχει στην κατοχή του το Ευρωσύστημα (ΕΚΤ και Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες στην Ευρωζώνη).
Τέλος, το βασικό σενάριο, υποδεικνύει ότι οι καθαρές δανειακές ανάγκες της χώρας (σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης) θα υποχωρήσουν σημαντικά την περίοδο 2017-2020 και θα διαμορφωθούν, κατά μέσο όρο, σε επίπεδα χαμηλότερα των 10 δις ευρώ ετησίως. Υπό την παραδοχή ότι έως τότε η Ελλάδα θα έχει επανακτήσει (μερική ή ολική) πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, τα όποια χρηματοδοτικά κενά της προαναφερθείσας περιόδου θα μπορούσαν, δυνητικά, να καλυφτούν μέσω σχετικά μικρών εκδόσεων μεσο-μακροπρόθεσμων κυβερνητικών τίτλων.
Τη συγγραφή της έκθεσης επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr