«Στόχος της Επιτροπής πρέπει να είναι η εξάντληση όλων των δυνατοτήτων προκειμένου να εξακριβωθεί αν το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν αναγκαίο, τοξικό, φουσκωμένο, επαχθές, απεχθές, ακατάλληλο ή άνομο». Αυτό τόνισε ο καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, θέτοντας το επιστημονικό δυναμικό του Γραφείου στη διάθεση της Επιτροπής για τη διερεύνηση του δημοσίου χρέους και παράλληλα δεσμεύθηκε για την παροχή όλων των στοιχείων που έχει στη διάθεσή του και αφορούν τη δημιουργία του δημοσίου χρέους της χώρας.
Ο κ. Λιαργκόβας τόνισε ότι το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους, τα τελευταία δύο χρόνια τουλάχιστον, έχει παρουσιάσει μια σειρά από επιστημονικές εκτιμήσεις και μελέτες που αφορούν το χρέος και τα δημόσια οικονομικά, οι οποίες, όπως είπε, «επαληθεύθηκαν πλήρως». Όπως σημείωσε, το Γραφείο Προϋπολογισμού έχει ασχοληθεί, μεταξύ άλλων, με τη «βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους» και τις επιπτώσεις από τις «οριζόντιες πολιτικές λιτότητας».
Την ανάγκη αξιοποίησης της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας, της Συνθήκης Λειτουργίας της Ε.Ε. και των Εθνικών Δικαίων των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξέταση και τον έλεγχο του Δημοσίου Χρέους, υπογράμμισε ο καθηγητής Αστέριος Πλιάκος, προϊστάμενος της Β΄ Διεύθυνσης Επιστημονικών Μελετών της Βουλής. Ο ίδιος επιβεβαίωσε επίσης την πλήρη ετοιμότητα των στελεχών της Υπηρεσίας να τεθούν στη διάθεση της «Επιτροπής Αλήθειας Δημοσίου Χρέους». Υπογράμμισε ότι από το 2013 και βάσει του κανονισμού 472 της Ε.Ε. «ο λογιστικός έλεγχος του χρέους κάθε χώρας είναι υποχρεωτικός για τα κράτη-μέλη». Όπως επεσήμανε, ο συγκεκριμένος κανονισμός «πρώτον, δεσμεύει τα Ευρωπαϊκά Όργανα να προσφέρουν όλα τα στοιχεία που διαθέτουν για τη δημιουργία των δημοσίων χρεών. Δεύτερον, υποχρεώνει τα μέλη της Κομισιόν να πάνε στα εθνικά κοινοβούλια και να παρουσιάσουν τα στοιχεία τους. Ελέγχει τη διάπραξη παρατυπιών σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία. Συνδέει τον σεβασμό των αξιών της Ε.Ε. με τη διαμόρφωση των μακροοικονομικών προγραμμάτων».
Στη βάση αυτή, όπως σημείωσε, η Επιτροπή πρέπει να προβάλει ότι υπήρξε «αγνόηση των Ευρωπαϊκών Συνθηκών», όταν υπογράφησαν τα Μνημόνια και ότι αθετήθηκε το άρθρο 9 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ε.Ε., που επιβάλλει την παροχή από τις κυβερνήσεις υψηλού επιπέδου υπηρεσιών για τη διασφάλιση της απασχόλησης, της παροχής υπηρεσιών υγείας και της αντιμετώπισης του κοινωνικού αποκλεισμού.
Τη διεθνή εμπειρία του από την παρακολούθηση μιας σειράς δανειακών συνθηκών που υπέγραψαν διάφορες χώρες του πλανήτη μετέφερε στη συνεδρίαση της Επιτροπής, ο καθηγητής κ. Cephas Lumina, πρώην ειδικός εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ για τις συνέπειες του εξωτερικού χρέους και άλλων συναφών διεθνών οικονομικών υποχρεώσεων των κρατών και μέλος της «Επιτροπής Αλήθειας Δημοσίου Χρέους». Όπως επεσήμανε, σύμφωνα με τις βασικές αρχές που θέτει ο ΟΗΕ «το χρέος μιας χώρας θεωρείται βιώσιμο, όταν η χώρα έχει τη δυνατότητα να διαθέτει πόρους για την κάλυψη των αναγκών των πολιτών της, παράλληλα με την αποπληρωμή των δανειστών».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «όσοι υπογράφουν δανειακές συνθήκες είναι υπόλογοι απέναντι σε αυτή τη βασική αρχή». Ο ίδιος χαρακτήρισε «παραβίαση των δικαιωμάτων των πολιτών» τις αξιολογήσεις των δανειστών με βάση τα νούμερα και όχι την κάλυψη των ανθρωπίνων αναγκών. Κλείνοντας την παρέμβασή του, σημείωσε ότι στη διάρκεια της πρώτης επίσημης επίσκεψής του στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 2013 με την ιδιότητά του ως εμπειρογνώμονα του ΟΗΕ, έγινε μάρτυρας της απελπισίας που δημιούργησε η ασκούμενη πολιτική, καθώς υπήρξε μια αυτοκτονία στο ξενοδοχείο, όπου διέμενε και ο ίδιος.
Η Margot Salomon, καθηγήτρια του LSE και Διευθύντρια του Κέντρου για τη Μελέτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Εργαστηρίου Προηγμένων Ερευνών στην Παγκόσμια Οικονομία, στην τοποθέτησή της, έκανε λόγο για «ανάγκη αλλαγής στο αφήγημα της παγκόσμιας οικονομίας». Ανέφερε ότι υπάρχουν «διεθνή νομικά κενά» που επιτρέπουν τη διόγκωση των δημοσίων χρεών και υπογράμμισε ότι βασική προτεραιότητα της Επιτροπής πρέπει να είναι «η συλλογή νομικών επιχειρημάτων, οικονομικών στοιχείων και αποδείξεων μη τήρησης των διεθνών υποχρεώσεων» για την αμφισβήτηση του χρέους.
«Το εργαλείο για να αποδείξουμε ότι το χρέος δεν είναι πληρωτέο είναι ο λογιστικός έλεγχος». Αυτό τόνισε η Maria Lucia Fattorelli Carneiro, εθνική Συντονίστρια Λογιστικού Ελέγχου Πολιτών στη Βραζιλία και πρώην στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών της χώρας της. Στην ομιλία της χαρακτήρισε την αύξηση του χρέους των κρατών, ως «big business» για τους τραπεζίτες. Σε όλο τον πλανήτη γίνονται «τοξικές συναλλαγές» μέσω του κρατικού δανεισμού. Κάποιοι επωφελούνται «από αυτές τις συναλλαγές, δεν είναι ανώνυμοι», σημείωσε και πρόσθεσε: «Πρέπει να τους καταδείξουμε και να αποδείξουμε στους πολίτες ότι η αύξηση των φόρων και η έλλειψη κοινωνικών υπηρεσιών, φέρνει σε κάποιους κέρδη και νέα κεφάλαια».
Το χρέος, τόνισε, «αυτοτροφοδοτείται συνεχώς, αυξάνεται και απορροφά όλο και μεγαλύτερα κρατικά κονδύλια, χωρίς να έχουν κανένα όφελος οι λαοί». Ενδεικτικό παράδειγμα, όπως είπε, είναι η Βραζιλία που «παρότι είναι η έβδομη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, έχει ίσως τις μεγαλύτερες ανισότητες στο εσωτερικό της, με το λαό να πληρώνει και να ξαναπληρώνει για την αποπληρωμή του χρέους».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr