Σημειώνεται ότι η χώρα μας αποτελεί «νησίδα ακραίας φορολόγησης» καθώς οι γειτονικές χώρες έχουν επιβάλλει 5 φορές μικρότερο ΕΦΚΟΠ, σε μια προσπάθεια να στηρίξουν και το τουριστικό τους προϊόν. Δεν είναι τυχαίο ότι η μεγάλη ανισορροπία στην αγορά έχει οδηγήσει ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα σε μεγάλη αύξηση των διασυνοριακών αγορών από γειτονικές χώρες με χαμηλότερους συντελεστές ΕΦΚΟΠ
Έτσι το καμπανάκι κινδύνου κρούει το Συμβούλιο Παραγωγών & Εταιρειών Διακίνησης Αλκοολούχων Ποτών (Σ.Π.Ε.Δ.Α.Π.), το οποίο καλεί την κυβέρνηση να λάβει ξεκάθαρη θέση απέναντι στη φημολογούμενη εδώ και τρεις περίπου εβδομάδες επιβολή επιπρόσθετης φορολογίας στα αλκοολούχα ποτά.
Μάλιστα το Συμβούλιο εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία και τη βαθιά αγωνία των μελών του στο φόντο αντικρουόμενων δηλώσεων της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. –ενίοτε και υπουργών (βλ. Κουρουπλή, που ζητεί αυξήσεις φόρων). Επιπλέον ζητεί από την κυβέρνηση να «δώσει τέλος στην αγωνία τη δική μας και των εργαζομένων στην ευρύτερη αλυσίδα αξίας του κλάδου, λαμβάνοντας αποφάσεις με οικονομικούς και αναπτυξιακούς όρους, δηλαδή διορθώνοντας τις υπάρχουσες στρεβλώσεις, οι οποίες πράγματι θέτουν σε κίνδυνο τα έσοδα του κράτους, καθώς και αντιμετωπίζοντας το βασικό αίτιο διόγκωσης του λαθρεμπορίου με αποκλιμάκωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα αλκοολούχα ποτά, που ούτως ή άλλως σηκώνουν μέχρι τώρα όλο το φορολογικό βάρος».
Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο 2009-2012 (των αυξήσεων) συρρικνώθηκε ο κλάδος της ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων παραγωγής κατά 9,4% (από 233 νόμιμες επιχειρήσεις το 2010, το 2013 έφτασαν να λειτουργούν 213 και βαίνουν συνεχώς μειούμενες), χάθηκαν περισσότερες από 20.000 θέσεις εργασίας στην αλυσίδα αξίας του κλάδου, ενώ τα διαφυγόντα δημόσια έσοδα από τη μη καταβολή του ΕΦΚΟΠ και τις απώλειες ΦΠΑ από λαθραία διακινούμενα αλκοολούχα ποτά υπολογίζονται περί τα 130 εκατ. ευρώ ετησίως. Αντίστοιχα, οι διαφυγόντες φόροι από την παράνομη παραγωγή και διακίνηση τσίπουρου διημέρων εκτιμάται ότι ανέρχονται περίπου στα 97 εκατ. ευρώ ετησίως.
«Η ακολουθούμενη από τις προηγούμενες κυβερνήσεις πολιτική υπερφορολόγησης απέτυχε παταγωδώς, όπως αναμενόταν, με τα δημόσια έσοδα να κυμαίνονται σε επίπεδο χαμηλότερο του 2009 –προ των αυξήσεων ΕΦΚΟΠ– τις στρεβλώσεις στην αγορά να εντείνονται και την εγκληματική δραστηριότητα να βρίσκει εύφορο έδαφος» αναφέρει σχετική ανακοίνωση.
Δίκαιο φορολογικό πλαίσιο
«Ευελπιστούμε η κυβέρνηση να μείνει προσηλωμένη στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την απελευθέρωση επενδύσεων, προσφέροντας, μεταξύ άλλων, ένα σταθερό και δίκαιο φορολογικό πλαίσιο, καθώς κατ’ αυτόν τον τρόπο θα υπάρξει ελπίδα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και την ανακούφιση των βαρύτατα πληγέντων από την εξαετή οικονομική κρίση» προσθέτει η ανακοίνωση του Συνδέσμου.
Όπως τονίζεται «το ενδεχόμενο συνέχισης μίας ατελέσφορης πολιτικής επιλογής με την, εκ νέου, κλιμάκωση της ήδη υψηλής φορολογίας στα αλκοολούχα ποτά θα βάλει ταφόπλακα σε ενδεχόμενο ξεκλείδωμα της αναπτυξιακής δυναμικής του κλάδου». Το Συμβούλιο τονίζει ότι ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών αποτελεί κατεξοχήν παράδειγμα των δριμύτατων επιπτώσεων της έως σήμερα αποδεδειγμένα αναποτελεσματικής πολιτικής υπερφορολόγησης.
Την περίοδο της κρίσης ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης Οινοπνευματωδών Ποτών (ΕΦΚΟΠ) αυξήθηκε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις κατά 125%, ενώ ο ΦΠΑ σκαρφάλωσε στο 23% από το 19% με αποτέλεσμα ο ειδικός φόρος στα αλκοολούχα ποτά να είναι ο υψηλότερος στην ΕΕ με βάση το διαθέσιμο εισόδημα και ο πέμπτος υψηλότερος σε απόλυτους αριθμούς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική υπερφορολόγησης είχε ως αποτέλεσμα τα αλκοολούχα ποτά να συνεισφέρουν το 80% των ειδικών φόρων για μόλις 19% της αλκοόλης η οποία καταναλώνεται στη χώρα μας μέσω αυτής της κατηγορίας οινοπνευματωδών. Την ίδια ώρα, ωστόσο, εξαιτίας της ανισορροπίας στην αγορά και της συνεπακόλουθης έξαρσης του λαθρεμπορίου τα διαφυγόντα έσοδα από φόρους εκτινάχθηκαν, καθώς η κατανάλωση βρήκε άλλες διόδους προμηθειών...
Έτσι, σύμφωνα με το Σύνδεσμο, η μείωση της ελληνικής παραγωγής αλκοολούχων ποτών έφτασε το 10% και η μείωση των νόμιμων πωλήσεων αλκοολούχων ποτών έφτασε το 45,7% σε «όφελος» του παράνομου εμπορίου και του λαθρεμπορίου. Επιπρόσθετα η υψηλή φορολόγηση σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος, όπως αναφέρεται, έστρεψαν τους καταναλωτές σε κατηγορίες οινοπνευματωδών ποτών, οι οποίες απολαμβάνουν μηδενικής φορολόγησης, είτε σε κατηγορίες που φοροδιαφεύγουν στο σύνολο της αλυσίδας διάθεσης (π.χ. χύμα τσίπουρο/χύμα κρασί).
Πιο συγκεκριμένα τα τελευταία χρόνια καταγράφεται έξαρση του λαθρεμπορίου, η οποία σε συνδυασμό με τους πλημμελείς ελέγχους, το οποίο συνδέεται και με περιστατικά νοθείας, οδήγησαν σε μεγάλη αιμορραγία το δημόσιο ταμείο. Μάλιστα η ενίσχυση των κινήτρων για παράνομη παραγωγή και διακίνηση δίχως παραστατικά χύμα αποσταγμάτων (τσίπουρο/τσικουδιά διημέρων – καταστρατήγηση του καθεστώτος των διήμερων παραγωγών) χωρίς τη διενέργεια κανενός ελέγχου οδηγούν σε δυσθεώρητα ύψη τις απώλειες για τα δημόσια έσοδα.
Παρ’ ότι δεν υπάρχουν επίσημες εκτιμήσεις για την έκταση του φαινομένου, εκτιμάται ότι έχει λάβει πλέον μεγάλες διαστάσεις. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη κλαδική μελέτη του ΙΟΒΕ εκτιμάται ότι μόνο το 2012 διακινήθηκαν λαθραία 8,2 εκ. ευρώ φιάλες. Η απώλεια φορολογικών εσόδων από τη μη καταβολή του ΕΦΚΟΠ σε ποτά που διακινηθήκαν παράνομα υπολογίζεται κατά προσέγγιση 41,8 εκ. ευρώ (χωρίς τα έσοδα από ΦΠΑ και χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η έκνομη διακίνηση τσίπουρου διημέρων).
Ο όγκος του παράνομα διακινούμενου τσίπουρου διημέρων, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς είναι περίπου 1,2 εκ. 9λιτρα κιβώτια ή 10,8 εκ. λίτρα, ενώ επιτροπή του Υπουργείου Οικονομικών εκτιμά την παράνομη εμπορία σε περίπου 18 εκ. λίτρα.
Σύμφωνα με την κλαδική μελέτη του ΙΟΒΕ, υπολογίζεται ότι χάνονται περί τα 97,7 εκ. ευρώ ετησίως από διαφυγόντες φόρους (οι εκτιμώμενες απώλειες από έσοδα ΕΦΚΟΠ υπολογίζονται στα55,1 εκ. ευρώ ετησίως και οι απώλειες ΦΠΑ εκτιμώνται ελαφρώς χαμηλότερες, καθώς ένα τμήμα από τα παράνομα ποτά διακινούνται στην αγορά με την αντίστοιχη έκδοση παραστατικού. Με την υπόθεση ότι τουλάχιστον το 30% των παράνομων ποσοτήτων δεν αποδίδει ΦΠΑ, οι απώλειες ανέρχονται στα 42,6 εκ. ευρώ ετησίως).
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr