Την συνέχιση της σημερινής δύσκολης κατάστασης στην Ευρώπη προβλέπουν πολλοί οικονομολόγοι, ανάμεσα στους οποίους και ο Στέφαν Μπιλμάιερ, επικεφαλής οικονομολόγος της DZ Bank. «Αναμένουμε ανάπτυξη της τάξης του 0,8% για την ευρωζώνη το 2015», ανέφερε στην DW o Στ. Μπιλμάιερ. Ωστόσο αυτή τη φορά το βασικό πρόβλημα δεν εστιάζεται στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, όσο στις μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης. «Για παράδειγμα η κατάσταση στην Ιταλία είναι σχεδόν δραματική. Η οικονομία της βυθίζεται στην ύφεση», εκτιμά ο Ρόλαντ Ντερν από το Ινστιτούτο RWI του Έσσεν. Στη Γαλλία, προσθέτει ο Ντερν, το υψηλό δημόσιο έλλειμμα είναι ιδιαίτερα προβληματικό, εκτιμώντας ότι η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει για πολύ να οδεύει με τη σημερινή οικονομική πολιτική. Οι κακές επιδόσεις των μεγάλων χωρών της ευρωζώνης ανησυχούν εξίσου και τη Γερμανία, κι αυτό επειδή επηρεάζουν τις δικές της οικονομικές προοπτικές από τη στιγμή που αποτελούν τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της. Σύμφωνα με την Bundesbank το γερμανικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί μόλις κατά 1%.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Ντερν, το γεγονός ότι και η Γερμανία, ως «ατμομηχανή» της ευρωζώνης, αναμένεται να συναντήσει δυσκολίες οφείλεται εν μέρει και στις εσωτερικές πολιτικές επιλογές της, κυρίως στην απροθυμία για γενναίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ο γερμανός οικονομολόγος ασκεί κριτική και στο νέο πλαίσιο συνταξιοδότησης εκτιμώντας ότι η Γερμανία μετά δυσκολίας μπορεί να στηρίξει ένα γενναιόδωρο σύστημα συντάξεων με νεότερους συνταξιούχους, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη την αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές της Γερμανίας τίθεται όμως και ένα άλλο ζήτημα: το μεγάλο κόστος της ενεργειακής μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές. Αυτή συνεπάγεται πρόσθετες επιβαρύνσεις για τους καταναλωτές και, παρά το γεγονός ότι αποτελεί έναν απόλυτα θεμιτό στόχο, λειτουργεί ανασταλτικά για την ανταγωνιστικότητα σε διεθνές επίπεδο, εκτιμά ο Στέφαν Μπιλμάιερ. Στις ΗΠΑ, από την άλλη, οι επενδύσεις στη μέθοδο παραγωγής φυσικού αερίου μέσω fracking έχουν οδηγήσει στη μείωση των ενεργειακών τιμών, δίνοντας ώθηση την επανεκκίνηση της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής. Σύμφωνα με τον ειδικό της DZ Bank η αμερικανική οικονομία αναμένεται να παρουσιάσει ρυθμό ανάπτυξης 3% από το 2015 και μετά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλές εταιρείες με έδρα στην Ασία να επιστρέφουν πλέον στις ΗΠΑ, λόγω των ευνοϊκών για τον ανταγωνισμό συνθηκών.
Για την Κίνα, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, οι ειδικοί εκτιμούν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κινηθεί γύρω στο 7%. Το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο που έχει σημειώσει η χώρα από το 1990, αν και θεωρείται ακόμη υψηλό. Οι ελαφρώς μειωμένοι οικονομικοί δείκτες στην Κίνα οφείλονται εν πολλοίς και στις προσπάθειες της κινεζικής κυβέρνησης για μια πιο βιώσιμη ανάπτυξη. Το ενδιαφέρον της στρέφεται πλέον σταδιακά στην τόνωση της εσωτερικής κατανάλωσης και όχι αποκλειστικά στον εξαγωγικό τομέα. Ωστόσο ο Μπιλμάιερ εκτιμά ότι ακόμη κι αν επέλθουν κάποιες αναταράξεις στην κινεζική οικονομία, η χώρα είναι σε θέση να τις αντιμετωπίσει με επιτυχία χάρη στα μεγάλα νομισματικά της αποθέματα. Κι αν η κινεζική οικονομία φέτος φαίνεται κάπως στάσιμη, η Ινδία σημειώνει αλματώδη πρόοδο. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ ο ρυθμός ανάπτυξης στη δεύτερη πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου αναμένεται να αγγίξει το 6,6%. Βέβαια ο Ρόλαντ Ντερν εκτιμά πως τα μεγέθη αυτά ίσως να μην ανταποκρίνονται απόλυτα στην πραγματικότητα, αφού η Ινδία είναι μία από τις χώρες με τα σημαντικότερα διαρθρωτικά προβλήματα στον κόσμο.
Το ίδιο ισχύει και για τις μεγάλες οικονομίες της Λατινικής Αμερικής, τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Σύμφωνα με τον Ρ. Ντερν η Βραζιλία παρουσιάζει μεγάλες ελλείψεις στις δημόσιες υποδομές, ενώ η Αργεντινή είναι αντιμέτωπη με σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα. Το γεγονός μάλιστα ότι πολλές χώρες της Λ. Αμερικής βασίζονται στις εξαγωγές πρώτων υλών, αποτελεί έναν επιπρόσθετο παράγοντα ανησυχίας, αφού οι τιμές τους αναμένεται να έχουν καθοδική τους πορεία. Συνεπώς η Λ. Αμερική θα αποτελέσει εστία έντονου προβληματισμού μέσα στο 2015. Τέλος, η συνεχιζόμενη πτώση στην τιμή του πετρελαίου αναμένεται να προκαλέσει νέους κλυδωνισμούς και στον προϋπολογισμό της Ρωσίας, ενώ σύμφωνα με τον Ντιλμάιερ, η χώρα είναι πιθανό να βυθιστεί σε μεγαλύτερη ύφεση, εξαιτίας και των οικονομικών κυρώσεων από τη Δύση. Βέβαια ο Ντερν σημειώνει ότι γενικότερα η πτώση στην τιμή των ορυκτών καυσίμων, αν και σε πολλές χώρες που εξάγουν ενέργεια προκαλεί απώλειες, μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τις χώρες που εισάγουν, όπως τη Γερμανία, δίνοντας περαιτέρω ώθηση στην ανάπτυξη.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr