Ανεξαρτήτως του αν θα πάμε σε εθνικές εκλογές ή όχι, του ποιος θα τις κερδίσει και θα σχηματίσει κυβέρνηση, ακόμη και του αν θα σχηματιστεί κυβέρνηση ή αν θα χρειαστεί να πάμε σε επαναληπτικές εκλογές, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που καθορίζουν την οικονομική μας πραγματικότητα.
Οι παράγοντες αυτοί είναι οι εξής:
Μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου είμαστε καλυμμένοι από το παλιό μνημόνιο. Από το τέλος Φεβρουαρίου και μετά υποτίθεται ότι θα υπαχθούμε στην Πιστωτική Γραμμή με Ενισχυμένες Προϋποθέσεις (ECCL), η οποία θα μας εξασφαλίσει μια χρηματοδότηση 22 δισ. ευρώ για τα επόμενα δύο χρόνια, δηλαδή το 2015 και το 2016. Η υπαγωγή μας σε αυτή τη γραμμή εγκρίθηκε από τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, για να ενεργοποιηθεί πρέπει να υπογραφεί μια νέα συμφωνία (μνημόνιο), η οποία θα περιγράφει τις υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης όσο βρίσκεται στο πλαίσιο της πιστωτικής γραμμής. Οι υποχρεώσεις αυτές είναι τα γνωστά μέτρα που δεν υπέγραψε η κυβέρνηση Σαμαρά και αφορούν το Ασφαλιστικό, την ίδρυση ανεξάρτητης φορολογικής αρχής, τα δημοσιονομικά, τα εργατικά και πολλά άλλα.
Καμία χρηματοδότηση από οποιονδήποτε οργανισμό δεν θα εκταμιευτεί αν πρώτα δεν υπογραφεί το μνημόνιο που συνοδεύει την ECCL. Αρα, αν δεν υπογραφεί μια συμφωνία η οποία θα στηρίζεται στις αξιολογήσεις της τρόικας και στις διαπραγματεύσεις που θα κάνει η Ελλάδα με την Ευρώπη, δεν θα εκταμιευτεί καμία δόση προς τη χώρα μας. Η συμφωνία που θα υπογραφεί μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης (όποια και αν είναι αυτή στο τέλος Φεβρουαρίου) και Ευρώπης θα περιλαμβάνει και χρηματοδοτήσεις από το ΔΝΤ.
Κι άλλη παράταση
Αν δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση για να υπογράψει τη συμφωνία στο τέλος Φεβρουαρίου, ή αν η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη να υπογράψει, τότε θα δοθεί ακόμη μία παράταση στο παλιό μνημόνιο - εφόσον βέβαια τη ζητήσουμε. Για τις χρηματοδοτήσεις σ’ αυτό το διάστημα θα ισχύουν οι όροι και οι προϋποθέσεις του παλιού μνημονίου, δηλαδή πρέπει να εφαρμοστούν τα μέτρα που δεν έχουμε πάρει μέχρι σήμερα. Μέχρι τον Μάρτιο η Ελλάδα διαθέτει τα χρήματα για να καλύψει όλες τις υποχρεώσεις της έναντι των ξένων. Τον Μάρτιο όμως λήγουν ομόλογα αξίας 6 δισ. ευρώ, τα οποία δεν θα έχουμε να πληρώσουμε αν δεν έχουμε μπει στην ECCL. Μετά τον Μάρτιο αρχίζουν οι πληρωμές των δόσεων των δανείων μας που ανέρχονται συνολικά σε 22 δισ. ευρώ, πολλές από τις οποίες πρέπει να πληρωθούν μέχρι το καλοκαίρι. Ούτε αυτά τα λεφτά υπάρχουν. Αν δεν πληρώσουμε τα ομόλογα που λήγουν θα έχουμε πιστωτικό γεγονός, δηλαδή πτώχευση της χώρας.
Η εσωτερική χρηματοδότηση, δηλαδή η χρηματοδότηση με υποχρεωτικές τοποθετήσεις ελληνικών τραπεζών σε έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου ώστε να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες αν δεν έχουμε υπαχθεί στην ECCL, είναι σχεδόν μηδενική. Περιορίζεται σε 3,5 δισ. ευρώ, τα οποία όμως έχουν ήδη διατεθεί. Συνεπώς, δυνατότητα εσωτερικής χρηματοδότησης για να καλυφθούν οι ανάγκες μας δεν υπάρχει.
Λεφτά υπάρχουν μέχρι τον Μάρτιο
Οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση κι αν υπάρχει τον Φεβρουάριο χωρίς συμφωνία παλιού μνημονίου, η χώρα θα πτωχεύσει διότι δεν θα μπορεί να πληρώσει τα χρέη της
Η φορολόγηση των καταθέσεων για να καλυφθούν αυτές οι ανάγκες είναι θεωρητικά μια λύση, αλλά στην πράξη τα χρήματα των καταθέσεων δεν υπάρχουν σε μετρητά στο τραπεζικό σύστημα. Συνεπώς, μια φορολόγηση της τάξεως του 10%, ας πούμε, θα έφερνε 17 δισ. στο Δημόσιο. Ομως δεν υπάρχουν τα 170 δισ. καταθέσεις σε μετρητά, διότι έχουν δοθεί ως δάνεια, έχουν γίνει σπίτια, επιχειρήσεις, κατανάλωση.
Οι τράπεζες δεν έχουν τη δυνατότητα να δώσουν στο Δημόσιο ούτε ως φόρο επί των καταθέσεων 17 δισ., ενδεχομένως δεν έχουν να δώσουν τίποτα χωρίς να αναγκαστούν να απαγορεύσουν τις αναλήψεις και τις συναλλαγές. Δεν διαθέτουν δηλαδή τη ρευστότητα να χρηματοδοτήσουν το κράτος, όσο ανάγκη κι αν έχει το τελευταίο τους ανοιξιάτικους και τους πρώτους καλοκαιρινούς μήνες. Συνεπώς, ακόμα και η φορολόγηση των καταθέσεων δεν θα κάλυπτε τις πραγματικές ανάγκες του κράτους και θα διέλυε αυτομάτως το τραπεζικό σύστημα, με αποτέλεσμα την άμεση κατάρρευση όλης της οικονομίας.
Αλλη εναλλακτική μέθοδος χρηματοδότησης δεν έχει ακόμη ακουστεί από κανέναν στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Με λίγα λόγια, αν οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν υπογράψει κάποιου είδους συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ενωση, δεν θα υπάρχει καμία γραμμή χρηματοδότησης από το εξωτερικό.
Τι έχει η κυβέρνηση μπροστά της
Ας δούμε λοιπόν τι έχουν μπροστά τους οι ελληνικές κυβερνήσεις υπό το πρίσμα των όσων μέχρι σήμερα λένε και εξαγγέλλουν:
■ Μια κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου -ή και άλλων κομμάτων- που μπορεί να προκύψει μετά τις εκλογές θα βρει μπροστά της όσα άφησε πίσω της πριν από την προκήρυξη των προεδρικών εκλογών, αλλά αυξημένα χρέη τουλάχιστον κατά 1 δισ. λόγω του κόστους των εκλογών. Τα μέτρα που θα χρειαστεί να υπογράψει αυτή η κυβέρνηση θα είναι σκληρότερα απ’ αυτά που δεν υπέγραψε τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο.
■ Μια κυβέρνηση Τσίπρα αυτοδύναμη ή με τη συμμετοχή άλλων πολιτικών δυνάμεων θα ξεκινήσει νέα διαπραγμάτευση του μνημονίου για να μπει στην πιστωτική γραμμή. Σύμφωνα με τις τελευταίες δηλώσεις Τσίπρα, ο ίδιος δεσμεύεται ότι θα κρατήσει τη χώρα στο ευρώ, ότι δεν θα κάνει μονομερείς ενέργειες για τη μείωση του χρέους (εκτός αν τον αναγκάσουν) και ότι θα πληρώσει τα χρέη προς το ΔΝΤ, αλλά θα διαπραγματευτεί με την Ευρώπη για τα χρέη προς την Ε.Ε. Λέει όμως παράλληλα ότι δεν θα σεβαστεί τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι προηγούμενες κυβερνήσεις έναντι των πιστωτών. Μέσα σε αυτές τις δεσμεύσεις είναι η υποχρέωσή μας περί επίτευξης πλεονασμάτων κάθε χρόνο. Ο Γιώργος Σταθάκης του ΣΥΡΙΖΑ έχει εξηγήσει επανειλημμένως ότι η κυβέρνησή τους δεν θα έχει έλλειμμα, αλλά δεν θα έχει ούτε πλεόνασμα. Δεν δέχεται λοιπόν τη δέσμευση για πλεονάσματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει επίσης ότι δεν θα προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις, ότι δεν θα ανοίξει τις αγορές και τα επαγγέλματα (διότι αυτά είναι αναποτελεσματικά), ότι θα αυξήσει τις κατώτερες συντάξεις και τους κατώτερους μισθούς, ότι θα επαναπροσλάβει τους απολυμένους από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και ότι θα κάνει αυξήσεις στο Δημόσιο. Ολα αυτά επιβαρύνουν τον Προϋπολογισμό, εξαφανίζουν το πλεόνασμα και ενδεχομένως οδηγούν σε νέο έλλειμμα. Σε αυτό το πλαίσιο, πάντως, θα κινηθεί η διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ με την Ευρωπαϊκή Ενωση, με την ελπίδα ότι οι όροι του θα γίνουν αποδεκτοί από τους πιστωτές. Το ερώτημα είναι τι θα γίνει αν δεν τους δεχτούν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι, αν δεν τους δεχτούν, υπάρχουν λύσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης της οικονομίας (όπως η πώληση εντόκων στις τράπεζες και η φορολόγηση των καταθέσεων), που όμως δεν υπάρχουν. Θεωρεί επίσης πως θα έχει χρόνο για να κάνει αυτή τη διαπραγμάτευση τον οποίο όμως δεν θα έχει, αφού από τον Μάρτιο αρχίζουν οι πληρωμές υποχρεώσεων προς το εξωτερικό ύψους 22 δισ. ευρώ για το 2015. Οι παράγοντες λοιπόν που καθορίζουν την οικονομική μας πραγματικότητα για τους επόμενους έξι μήνες με έναν χρόνο είναι τόσο ασφυκτικοί που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο χειρισμού, ούτε στον Αντώνη Σαμαρά, ούτε στον Αλέξη Τσίπρα, ούτε σε κανέναν άλλον. Οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση υπάρχει τον Φεβρουάριο θα πρέπει να διαπραγματευτεί από εξαιρετικά δυσμενή θέση με τους Ευρωπαίους μια συμφωνία που θα μας εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση της ECCL. Χωρίς αυτή ή χωρίς παράταση του παλιού μνημονίου, η χώρα θα πτωχεύσει διότι δεν θα μπορεί να πληρώσει τα χρέη της.
Γρηγόρης Νικολόπουλος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr